Site icon Προκόπιος Παυλόπουλος

Δηλώσεις των Προέδρων Ελλάδος και Σλοβενίας κ.κ. Π.Παυλόπουλου και B.Pahor κατά την συνάντηση τους στο Προεδρικό Μέγαρο

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος (Δ) και ο Σλοβένος ομόλογός του Borut Pahor (Α) ανταλλάσσουν χειραψία μετά το πέρας των κοινών δηλώσών τους στο Προεδρικό Μέγαρο, στο ξεκίνημα της επίσημης επίσκεψης του Σλοβένου Προέδρου στην Αθήνα, Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2018 ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/Αλέξανδρος Μπελτές

Π.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, Αγαπητέ Φίλε Borut,

Με ιδιαίτερη χαρά σας υποδέχομαι στην Αθήνα και στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας της φίλης Σλοβενίας αλλά και ως μια ξεχωριστή προσωπικότητα εγνωσμένου ευρωπαϊκού κύρους.

  1. Οι διμερείς μας σχέσεις είναι διαχρονικώς εξαιρετικές, διότι εδράζονται στις παραδοσιακές φιλικές σχέσεις των Λαών μας. Σχέσεις, όμως, οι οποίες έχουν διαμορφωθεί πάνω στην στέρεη βάση κοινών αρχών και αξιών, που απορρέουν αφενός από την ιστορία των Λαών μας και, αφετέρου, από το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Και έχουμε εμπράκτως αποδείξει τον σεβασμό μας στο Διεθνές και στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο στο σύνολό τους, ιδίως στα πεδία εκείνα που αφορούν την εμπέδωση της Ειρήνης, τον σεβασμό των ιδεωδών της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας και την υπεράσπιση, δίχως καμία έκπτωση, των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Την κοινή μας αυτή στάση τεκμηριώνει, και μάλιστα αμαχήτως, η πορεία των Χωρών μας τόσο στο πλαίσιο της Μεγάλης μας Ευρωπαϊκής Οικογένειας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.

  2. Επιτρέψατέ μου όμως να μείνω περισσότερο στη συμπόρευσή μας στο πλαίσιο της κοινής μας Ευρωπαϊκής Εστίας, της Ευρωπαϊκής Οικογένειας. Οι Χώρες μας έχουν αποδείξει, εμπράκτως, την συνέπειά τους στις ευρωπαϊκές τους υποχρεώσεις και την αταλάντευτη προσήλωσή τους στο ιδεώδες της τελικής ολοκλήρωσης του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, ήτοι της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης. Μιας Ενοποίησης, η οποία πρέπει να γίνει στην βάση της ομοσπονδιακής της οργάνωσης, υπό όρους Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.

Α. Πριν απ’ όλα πρέπει να διακηρύξουμε ότι η ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος συνιστά θεμελιώδη στόχο, ο οποίος αφορά όχι μόνο τους Λαούς και τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά ολόκληρη την Ανθρωπότητα. Και τούτο διότι ουδείς μπορεί ν’ αγνοεί το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει να διαδραματίσει τον δικό της πλανητικό ρόλο, ο οποίος συνίσταται στην υπεράσπιση αρχών και αξιών παγκόσμιας εμβέλειας, όπως είναι ιδίως οι αρχές και οι αξίες της Ειρήνης, του Ανθρωπισμού, της Αλληλεγγύης, της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης, μ’ έμφαση στην πτυχή της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.

Β. Προς την κατεύθυνση αυτή ιδιαίτερη σημασία -και μάλιστα στο πλαίσιο της σημερινής κρίσιμης διεθνούς συγκυρίας– προσλαμβάνουν συγκεκριμένες προτεραιότητες, όπως, κυρίως, η ενίσχυση της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Ασφάλειας καθώς και η εφαρμογή της αρχής της Αλληλεγγύης. Ειδικώς ως προς την αρχή αυτή, η οποία κατοχυρώνεται θεσμικώς με πλειάδα διατάξεων του πρωτογενούς ευρωπαϊκού δικαίου, πρέπει να τονισθεί ότι η εφαρμογή της σήμερα, κατ’ εξοχήν στο πεδίο του υπαρξιακού, κυριολεκτικώς, για την ευρωπαϊκή συνοχή Προσφυγικού και Μεταναστευτικού ζητήματος, αποτελεί αυτονόητη υποχρέωση κάθε κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι δύο Χώρες μας έχουν αποδείξει, και πάλι εμπράκτως, τον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό αυτών των περί Αλληλεγγύης διατάξεων του ευρωπαϊκού δικαίου. Αξιώνουμε δε και από κάθε άλλο Εταίρο μας την ίδια συμπεριφορά, υπενθυμίζοντας ότι το αντίθετο συνιστά ωμή παραβίαση αυτού τούτου του αξιακού κώδικα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνεπάγεται τις προβλεπόμενες κυρώσεις.

Γ. Τέλος, οι Χώρες μας και οι Λαοί μας εργάζονται, από κοινού και με συνέπεια, για την επίτευξη ενός άλλου κορυφαίου στόχου, ιδίως ενόψει της κρίσιμης πρόκλησης των προσεχών Ευρωεκλογών. Ήτοι του στόχου της αποτελεσματικής και έγκαιρης αντιμετώπισης όλων εκείνων των μορφωμάτων λαϊκισμού -που αγγίζουν τα όρια του φασισμού και του νεοναζισμού- τα οποία επιβουλεύονται, ευθέως και απροκαλύπτως, αυτό τούτο το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα, αποβλέποντας στην κατεδάφισή του. Για να επιτευχθεί όμως αυτός ο στόχος οφείλουμε -και μάλιστα το συντομότερο δυνατό για να μην είναι αργά- ν’ αλλάξουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση τις πολιτικές εκείνες, που «δίνουν τροφή» στην γέννηση και στην γιγάντωση των μορφωμάτων αυτών. Πρόκειται, κατά κύριο λόγο, για οικονομικές πολιτικές ανώφελης και αδιέξοδης λιτότητας, οι οποίες διευρύνουν ραγδαίως τις κοινωνικές ανισότητες και πλήττουν ευθέως τον πυλώνα της Κοινωνικής Δικαιοσύνης και, επέκεινα, του Κοινωνικού Κράτους Δικαίου.

  1. Καταλήγω υπενθυμίζοντας -όπως το πράττω στο πλαίσιο κάθε συνάντησης με τους ομολόγους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση- ότι η Ελλάδα σέβεται σε τέτοιο βαθμό το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο στο σύνολό τους, ώστε ακόμη και τα Εθνικά της Θέματα τα εντάσσει, πλήρως, στο πλαίσιο του σεβασμού της διεθνούς και της ευρωπαϊκής νομιμότητας. Και έχει την πεποίθηση ότι έτσι υπερασπίζεται όχι μόνο τα δικά της συμφέροντα αλλά και εκείνα της Διεθνούς Κοινότητας καθώς και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και για να γίνω σαφέστερος:

Α. Ως προς το Κυπριακό -και με την αυτονόητη βεβαίως διευκρίνιση ότι αυτό αποτελεί διεθνές και, κυρίως, ευρωπαϊκό ζήτημα- επιδιώκουμε, το συντομότερο δυνατό, την δίκαιη και βιώσιμη λύση του. Όμως η Κυπριακή Δημοκρατία, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι νοητή με περιορισμένη κυριαρχία, την οποία θα προκαλούσαν στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων. Τούτο είναι αντίθετο προς κάθε έννοια Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου, ιδίως δε αντίθετο προς τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ήδη έχουν εφαρμοσθεί έναντι της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Επιπλέον δε, θα δημιουργούσε ένα επικίνδυνο ως και καταστροφικό προηγούμενο για την κυριαρχία κάθε κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Β. Ως προς τις Eλληνοτουρκικές σχέσεις, επαναλαμβάνω, για πολλοστή φορά, ότι επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Τούτο, όμως, προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας ειλικρινή σεβασμό του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου -αναπόσπαστο μέρος του οποίου είναι και το πρόγραμμα «NATURA 2000»- και του συνόλου του Διεθνούς Δικαίου. Άρα και οι διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947-οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και πλήρεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για γκρίζες ζώνες-πρέπει να γίνονται απ’ όλους πλήρως σεβαστές. Πολλώ μάλλον όταν η αμφισβήτησή τους οδηγεί σε αμφισβήτηση των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ιδίως ως προς την ΑΟΖ, η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας, όπως ισχύει με βάση την Συνθήκη του Montego Bay του 1982. Το οποίο την δεσμεύει, μολονότι δεν έχει προσχωρήσει σ’ αυτό, διότι, κατά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, παράγει πλέον γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.

Γ. Ως προς την ΠΓΔΜ, και εδώ είμαστε απολύτως σαφείς και απολύτως ειλικρινείς. Επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας, καλής γειτονίας και εμπράκτως αποδεικνύουμε ότι ευνοούμε την προοπτική της στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως προς αυτό, όμως, υπάρχει μια σημαντική προϋπόθεση: Η επίλυση του ζητήματος του ονόματος σύμφωνα με την Ιστορία και με το Διεθνές Δίκαιο. Για να γίνει αυτό – όπως καταστήσαμε σαφές και είναι θέση αποδεκτή και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από το ΝΑΤΟ– πρέπει η γειτονική μας χώρα να επιφέρει και τις αναγκαίες αλλαγές στην έννομη τάξη της, πρωτίστως δε στο σύνταγμά της. Και πράγματι, ανέλαβαν αυτή την υποχρέωση. Κατόπιν τούτου, περιμένουμε την εκπλήρωσή της. Μόνον όταν τελειώσει οριστικά όλη αυτή η διαδικασία και αφού διαπιστωθεί ότι η συνταγματική αναθεώρηση εμπεριέχει όλες τις εγγυήσεις, για τις οποίες μίλησα προηγουμένως, τότε είναι δυνατό να υπάρξει πρόσκληση για ένταξη στο ΝΑΤΟ καθώς και οιαδήποτε έναρξη συζητήσεων, σε ό,τι αφορά την ενταξιακή πορεία της ΠΓΔΜ προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης, μόνο τότε είναι δυνατό να οριστικοποιηθεί και το περιεχόμενο της Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ και να έρθει προς κύρωση στην Βουλή των Ελλήνων. Και εδώ θέλω να τονίσω το εξής, το οποίο είναι σαφές από την πλευρά μας, ιδίως ενόψει ορισμένων τελευταίων δηλώσεων, ακόμα και προχθεσινών από την πλευρά αξιωματούχων της ΠΓΔΜ: Δεν είμαστε διατεθειμένοι, ενόψει της οριστικοποίησης της Συμφωνίας αυτής και πριν από την κύρωσή της να αποδεχθούμε ερμηνείες της Συμφωνίας των Πρεσπών, οι οποίες είναι αυθαίρετες διότι τίποτα δεν έχει ακόμα τελειώσει. Αυτό είναι σαφές από την πλευρά μας γιατί – όπως το λέμε εμείς, οι Έλληνες – «οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους». Εμείς είμαστε εδώ, αλλά δεν πρόκειται, φυσικά, να κάνουμε εκπτώσεις σε τέτοια ζητήματα.

Επαναλαμβάνω ότι καθιστούμε σαφές πως, αν και όταν έλθει η ώρα της κύρωσης αυτής, δεν πρόκειται, κατ’ ουδένα τρόπο, να δεχθούμε αυθαίρετες -και πολύ περισσότερο αλυτρωτικές- ερμηνείες της Συνθήκης των Πρεσπών από την πλευρά της ΠΓΔΜ.

Σας καλωσορίζω και πάλι στην Αθήνα και στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Και είμαι βέβαιος ότι η επίσκεψή σας θ’ αποβεί καθοριστική για την περαιτέρω ενίσχυση των, ήδη εξαιρετικών όπως προανέφερα, σχέσεών μας. Και αυτό είναι εξαιρετικά ωφέλιμο όχι μόνο για τις Χώρες μας και τους Λαούς μας, αλλά και για την εν γένει συμβολή μας ως προς την ευόδωση των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ.

BORUT PAHOR (από ανεπίσημη μετάφραση): Κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ φίλε, είναι κάτι παραπάνω από χαρά το γεγονός ότι βρίσκομαι εδώ σήμερα. Συγκεκριμένα, μου περιποιείτε τιμή, χαίρομαι που βρίσκομαι στην Αθήνα μαζί με την υπόλοιπη αντιπροσωπεία φιλοξενούμενοι υμών για δύο ημέρες. Βρισκόμαστε εδώ για να συζητήσουμε διάφορα ζητήματα τα οποία είναι κοινού ενδιαφέροντος και ήρθα ως φίλος. Και θα φύγω ως ακόμα στενότερος φίλος όχι μόνον δικός σας, αλλά και της χώρας σας. Ήρθα φέροντας μήνυμα ειρήνης, φιλίας των δύο κρατών, φιλίας στο πλαίσιο των Δυτικών Βαλκανίων. Εμείς είμαστε στο ένα άκρο των Δυτ.Βαλκανίων και εσείς στο άλλο άκρο, στον νότο. Θα συζητήσουμε, νομίζω, και επ’αυτού του ζητήματος αργότερα.

Όμως, τώρα επιτρέψτε μου να ξεκινήσω εκφράζοντας τον θαυμασμό μου σχετικά με το δικό σας πετυχημένο εγχείρημα, το success story όσον αφορά την έξοδό σας από την κρίση. Πρόκειται πράγματι για μια ιστορία επιτυχίας. Και είμαι περήφανος για την δική σας περίπτωση, γιατί και η δική μου χώρα πίστευε σθεναρά και αναμφιβόλως ότι θα τα κατάφερνε η δική σας, όταν άρχισε η Ελλάδα να βυθίζεται στην κρίση το 2009, το 2010 και το 2011. Ξέρω τι σας λέω, ήμουν Πρωθυπουργός εκείνη την περίοδο, οπότε είχα επαφές με τον τότε Πρωθυπουργό και λοιπούς κυβερνητικούς αξιωματούχους και ομολόγους, συζητώντας πάντα το Ελληνικό ζήτημα. Πάντα πιστεύαμε, και στη δική μας Βουλή έγινε πολύ έντονη συζήτηση, πάντα όμως λέγαμε ότι θα τα καταφέρει η Ελλάδα να βγει από την κρίση. Και να που αποδεικνύεται ότι τα κατάφερε και γι’αυτό θα ήθελα να σας συγχαρώ, όπως και αργότερα θα εκφράσω τα συγχαρητήριά μου και στον Πρωθυπουργό της χώρας σας. Αυτό ήταν το πρώτο ζήτημα.

Δεύτερον, αγαπητέ κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ φίλε, ήδη είχαμε την ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις ατύπως για ένα πολύ σημαντικό ζήτημα: Το μέλλον της Ευρώπης. Και έχουμε τόσα πολλά κοινά. Πιστεύετε και εσείς στην Ενωμένη Ευρώπη και εγώ, περισσότερο από ποτέ, πιστεύω στην Ενωμένη Ευρώπη. Βρισκόμαστε όντως σε ένα σταυροδρόμι. Και εσείς έχετε ένα όραμα και εγώ έχω ένα όραμα. Νομίζω ότι και οι δυο μας έχουμε το όραμα μιας πιο Ομοσπονδιακής Ευρώπης. Και τώρα ίσως να μην στηρίξει μια τέτοια προσέγγιση η πλειοψηφία, όμως ίσως αν τυχόν ήμασταν αρκετά ισχυροί και μπορούσαμε με σθένος να προχωρήσουμε αυτό το όραμα, εν ευθέτω χρόνω ίσως και άλλοι πολίτες της Ευρώπης θα συμπαραταχθούν μαζί μας. Διότι πιστεύω βαθιά μέσα μου πως αυτό θα είναι το μέλλον της Ευρώπης. Μιας ενωμένης, ισχυρής Ευρώπης, περισσότερο Ομοσπονδιακής που θα επιτρέψει τις πολιτισμικές διαφορές και την ποικιλομορφία. Δεν μιλώ για ένα ‘χωνευτήρι’. Η Ευρώπη μπορεί να είναι πετυχημένη και να είναι πετυχημένη παγκοσμίως. Να έχει έναν πλανητικό ρόλο, όπως είπατε. Βεβαίως έτσι θα επιτρέψει στα μέλη της να αναπτύσσονται, να διατηρούν το καθένα την εθνική του ταυτότητα, αλλά να είναι όλα μαζί ισχυρά και να έχουν παγκόσμια παρουσία.

Τρίτο ζήτημα, κύριε Πρόεδρε: Καθώς εσείς ο ίδιος, η δική μου χώρα αντιστοίχως και εγώ είμαστε όλοι αφοσιωμένοι και δεσμευόμεθα απέναντι όπως και σεβόμεθα το Διεθνές Δίκαιο. Βλέπετε όλα αυτά είναι κοινά χαρακτηριστικά μας, έχουμε τόσα πολλά κοινά σε αυτό το ζήτημα. Όπως γνωρίζετε εξάλλου τώρα, αναμένουμε την λήψη της σχετικής απόφασης για την διαφορά που υπάρχει σχετικά με την Συμφωνία του Αrbitrage. Θα μιλήσω ειλικρινώς, γιατί εγώ νοιώθω πολύ καλά αναμένοντας την απόφαση. Ξέρετε, στο τέλος της ημέρας και οι δύο χώρες πιστεύω ότι θα καταλήξουν σε μία απόφαση η οποία δεν θα είναι απλώς αναγκαία νομικώς, αλλά θα είναι και σοφή για την εφαρμογή της Συμφωνίας. Νομίζω ότι δεν υπάρχει άλλη καλή εναλλακτική.

Ασχολούμαι ενεργά με την πολιτική επί μακρόν. Και έχοντας αυτήν την εμπειρία έχω εξάγει το συμπέρασμα ότι κάποιες φορές πρέπει να εμμένει στην θέση του κανείς και ταυτοχρόνως να είναι και υπομονετικός. Η υπομονή είναι πάρα πολύ σημαντική. Κάποιες φορές έχει σημασία επίσης να αναγνωρίσεις την θέση του άλλου, να την δεχθείς και, ως ένα βαθμό να προσπαθήσεις να την κατανοήσεις. Όχι οπωσδήποτε να την υποστηρίξεις, αλλά να προχωρήσεις δεχόμενος και την άποψη του άλλου, με την προοπτική πως στο τέλος της ημέρας, αν εσύ κινείσαι στο πλαίσιο του Νόμου και του Διεθνούς Δικαίου, η δική σου θέση θα επικρατήσει τελικώς.

Και επόμενο ζήτημα υπ’αριθ. 4 κύριε Πρόεδρε. Αναφέρθηκα νωρίτερα στα Δυτικά Βαλκάνια και την σχέση μας με αυτά. Ήρθα εδώ για να σας απευθύνω πρόσκληση και εκ μέρους της Προέδρου της Κροατίας κας Κολίντα Γκράμπαρ-Κιτάροβιτς. Και τι πρόσκληση. Εκείνη και εγώ σας την απευθύνουμε, προκειμένου εσείς να είσθε ένας από τους φιλοξενούμενους στην Διαδικασία Μπαρμπα-Μπρούνι. Πρόκειται για μια Διαδικασία στην οποία συμμετέχουν Βοσνία, Κροατία, Μαυροβούνιο, FYROM, Αλβανία, xώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Νομίζω ότι θα ήταν φυσικό, εσείς ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ενδεχομένως του χρόνου, να έλθετε και να παρακολουθήσετε τις εργασίες και να συμμετάσχετε στη συζήτηση. Είναι πολύ σημαντικό αυτό θεωρώ, και πιστεύω ότι αν υπάρχει κάποιος, εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κύριε Πρόεδρε, που έχει γνώση, εσείς το ξέρετε καλύτερα. Η Δυτική Βαλκανική, οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων είναι εδώ, επικρατεί ειρήνη στα Δυτ.Βαλκάνια αυτή την στιγμή και πιστεύω ότι μπορεί να υπάρχει ειρήνη και στο μέλλον. Αλλά αυτό είναι κάτι στο οποίο θα πρέπει να εργασθούμε. Θα πρέπει να δώσουμε προσοχή σ΄αυτό το ζήτημα. Θα πρέπει να είμαστε εκεί, στο πλευρό των φίλων μας για να τους βοηθήσουμε σε θέματα συμφιλίωσης και μεταρρυθμίσεων, νάμαστε εκεί για να διευκολύνουμε διμερείς λύσεις σε διμερή προβλήματα. Νομίζω ότι θα μπορούσαμε να είμαστε εξαιρετικοί Εταίροι στο πλαίσιο αυτό. Γι΄αυτό και σας προσκαλώ. Παρακαλώ εξετάστε αυτή την προοπτική, λάβετε υπ΄όψιν σας αυτή την πρόσκληση που σας απευθύνουμε από κοινού, και θα χαρούμε να σας δούμε σε μία από τις επόμενες Διασκέψεις μας. Διότι φρονώ πως μια ειρηνική διευθέτηση και λύση σε όλα τα προβλήματα της περιοχής, πάντοτε θα ήταν προτιμότερη. Και πιστεύω ότι μόνο τέτοιες λύσεις θα επικρατήσουν με αυτόν τον τρόπο.

Βεβαίως, θα μας δοθεί και η ευκαιρία να συζητήσουμε θέματα διμερών σχέσεων. Θα συζητήσουμε για τις διμερείς μας σχέσεις, της Ελλάδος και Σλοβενίας σήμερα εδώ, και εγώ εξάλλου δεσμεύομαι να καταβάλω κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να βελτιωθούν οι οικονομικές, οι πολιτικές, οι πολιτισμικές σχέσεις, να υπάρξουν ανταλλαγές αντιστοίχως σε αυτά τα επίπεδα, να παράξουμε περισσότερο έργο στην κατεύθυνση αυτή. Διότι φρονώ ότι έχει έρθει πλέον η στιγμή να εργασθούμε περισσότερο εντατικά. Εμείς, και εντός των κόλπων της Ευρωπαϊκής Οικογένειας.

Κλείνοντας, να τονίσω για άλλη μια φορά το πόσο σημαντικό είναι το ότι μας ενώνουν τόσα πολλά, ιδίως όσον αφορά την κοινή μας προσέγγιση στα θέματα του μέλλοντος της Ευρώπης. Και τούτο είναι πολύ σημαντικό και για τις διμερείς σχέσεις επαναλαμβάνω. Είναι σημαντικό το ότι εμπιστευόμαστε οι μεν τους δε, εσείς εμάς και εμείς εσάς. Και πιστεύω ότι η επίσκεψή μου η επίσημη εδώ ενδεχομένως θα σηματοδοτήσει ή θα κινήσει ένα νέο κεφάλαιο. Θα είναι η αρχή ενός νέου κεφαλαίου στις διμερείς σχέσεις μεταξύ του σπουδαίου Έθνους σας και της Σλοβενίας.

Απ΄ότι κατάλαβα θα ήταν σωστό να πω κάποιες λέξεις στα Σλοβενικά, κύριε Πρόεδρε. Θα ήθελα και στο τέλος στην ευγενή σλοβενική μας γλώσσα να σας ευχαριστήσω για την φιλοξενία σας. Θέλω άλλη μια φορά να τονίσω την υποστήριξη και των δύο χωρών της κοινής Ευρωπαϊκής Ιδέας. Δεν πρέπει να μην προσπαθούμε να δώσουμε μια νέα εκκίνηση στην Ιδέα αυτή. Και οι δύο υποστηρίζουμε τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και νομίζω ότι μόνο με τον τρόπο αυτό θα καταφέρουμε να υπάρξει ειρήνη σε όλη την Ευρώπη. Θέλω να σας δώσω συγχαρητήρια για το ότι καταφέρατε να λύσετε την πολύ δύσκολη οικονομική κρίση. Από την αρχή ήδη πίστευα ότι θα το καταφέρετε αυτό. Νομίζω ότι εσείς είχατε εκτεθεί πάρα πολύ σαν χώρα. Εμείς είχαμε πολλές συζητήσεις στο Κοινοβούλιό μας και τότε καταλάβαμε ότι θα τα καταφέρετε να βγείτε από την κρίση και σας ευχαριστούμε γι΄αυτό.

Στο τέλος, θέλω να πω ότι αν η Σλοβενία ευρίσκεται στον Βορρά, στα όρια των Βαλκανίων, για τον λόγο αυτό ακριβώς θέλω ως Πρόεδρος, και εσάς ως Πρόεδρο της Ελλάδας, να σας καλέσω να παραβρεθείτε στην Διάσκεψή μας για να αντιμετωπίσουμε μαζί τα ευρωπαϊκά προβλήματα και για το πώς θα διατηρήσουμε την ειρήνη στην Ευρώπη.

Κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ μου φίλε, σας ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δώσατε.-

Exit mobile version