Σεβασμιώτατε, Κυρίες και Κύριοι,
Περιποιεί ιδιαίτερη τιμή στο πρόσωπό μου, υπό την ιδιότητά μου ως Προέδρου της Δημοκρατίας, το γεγονός ότι μου παρέχεται σήμερα η ευκαιρία να κηρύξω την έναρξη του Επιστημονικού Συνεδρίου με θέμα «Φράγκοι και Βενετοί στη Μεσσηνία. Διερευνώντας το δυτικό περιβάλλον της Πελοποννήσου», το οποίο με τόση φροντίδα και αρτιότητα έχει διοργανώσει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ.κ. Χρυσόστομος.
Ι. Το θέμα του παρόντος συνεδρίου είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, καθώς συνιστά αναμφισβήτητο ιστορικό γεγονός ότι Φράγκοι και Βενετοί πέρασαν από την Μεσσηνία και έχουν αφήσει σημαντικά δείγματα της εδώ ζωής και δράσης τους, όπως μαρτυρείται ιδίως από την παρουσία κάστρων και άλλων κτηρίων. Επίσης, ορισμένα ψήγματα του τρόπου ζωής τους –«δυτικός τρόπος ζωής»- επέδρασαν, κάπως, στην διαμόρφωση της νοοτροπίας των κατοίκων της. Παραταύτα, η Μεσσηνία -και λόγω γειτνίασης με τον Μυστρά- έμεινε πάντα στο Βυζάντιο, όπως μαρτυρούν, άλλωστε, οι πάμπολλες λαμπρές Εκκλησίες της εποχής εκείνης.
Α. Μια εμβληματική όψη της πολύπλευρης φυσιογνωμίας του Βυζαντίου υπήρξεν, αναμφισβήτητα, ο Μυστράς, η κοιτίδα της τελευταίας, λαμπρής, δυναστείας των Παλαιολόγων, λίκνο των Γραμμάτων και των Τεχνών κατά την λεγόμενη «Παλαιολόγεια Αναγέννηση», τόπος όπου έδρασε ο μεγάλος φιλόσοφος Γεώργιος Πλήθων Γεμιστός.
1. Ο Μυστράς, λοιπόν, είναι ο τόπος που κλείνει μέσα του τόσο την τελευταία, απέλπιδα δυστυχώς, προσπάθεια πνευματικής και θεσμικής ανάταξης του Βυζαντινού Κράτους και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όσο και το μεγαλόπνοο εγχείρημα μεταλαμπάδευσης του Βυζαντινού Πολιτισμού –και μέσω αυτού του Αρχαίου Ελληνικού και του Ρωμαϊκού Πολιτισμού, όπως θα εκθέσω, συντόμως, στην συνέχεια- στην Δύση, προκειμένου να χτισθεί, ανά τους αιώνες, το μεγαλόπρεπο και πολυπρισματικό οικοδόμημα του Ευρωπαϊκού και του Δυτικού εν γένει Πολιτισμού.
2. Στον Μυστρά ξεκίνησε, με άλλα λόγια, μία προσπάθεια διαφορετικής νοηματοδότησης και αποτίμησης της Αρχαίας Ελληνικής Κληρονομιάς. Ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο ο Μυστράς έγινε, κατά σχήμα πρόληψης, το εργαστήρι ζύμωσης και της Νεοελληνικής ταυτότητας. Ο Παπαδιαμάντης, κατανοώντας με τον δικό του ιδιόμορφο τρόπο το γεγονός αυτό, επικέντρωσε την δράση του μυθιστορήματός του, «Η Γυφτοπούλα», στον Μυστρά ως γεωγραφικό και πνευματικό χώρο.
Β. Τα όσα προανέφερα για τον Μυστρά ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, και για την γειτονική προς τον Μυστρά Μεσσηνία. Η Μεσσηνία ανήκε κυρίως στο Βυζάντιο, καθώς ο Πολιτισμός της απηχούσε, πρωτευόντως, τις αρχές και τις αξίες του Βυζαντινού Πολιτισμού, ο οποίος, με την σειρά του, δεν υπήρξε μέρος του Μεσαίωνα.
ΙΙ. Επιτρέψατέ μου, όμως, σε αυτό το σημείο να καταθέσω κάποιες ευρύτερες, από θεματικής απόψεως, σκέψεις μου, τις οποίες θέτω, παρά τον αποσπασματικό τους χαρακτήρα, υπό την κρίση σας.
Α. Οι μελετητές ανακαλύπτουν ολοένα και πιο συναρπαστικές πτυχές της πεμπτουσίας του Βυζαντινού Πολιτισμού, που συμβατικώς θεωρούμε ότι εγκαινιάσθηκε τον τέταρτο αιώνα και «έπεσε» το 1453. Λέω «συμβατικώς», διότι οι αυστηροί χρονικοί προσδιορισμοί δεν αρκούν, φυσικά, για να περιγραφεί η πολύπλευρη φυσιογνωμία του Βυζαντίου.
1. Μάλιστα, ο μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας, Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, στο έργο του «Πηγή Γνώσεως», γράφει ότι, πριν παρουσιάσει την Ορθόδοξη Δογματική Διδασκαλία, όπως αυτή παραδόθηκε από τους Θεοδίδακτους αλιείς και τους Θεοφόρους Ποιμένες και Διδασκάλους, θα παραθέσει τα «κάλλιστα τῶν παρ’ Ἕλλησι σοφῶν», γνωρίζοντας ότι καθετί αγαθό «παρὰ Θεοῦ τοῖς ἀνθρώποις δεδώρηται». Είναι μια από τις πιο εύγλωττες μαρτυρίες που περιγράφουν την φυσιογνωμία του Βυζαντίου: Τον σεβασμό προς το Αρχαίο Πνεύμα και την προσήλωση στην Ορθόδοξη Πίστη. Το Βυζάντιο ανακεφαλαίωσε και διέσωσε τον Αρχαίο Κόσμο, γονιμοποίησε και εμπλούτισε την κολοσσιαία Αρχαιοελληνική και Ελληνορωμαϊκή κληρονομιά, τις παραδόσεις των λαών που έζησαν και άκμασαν στην λεκάνη της Μεσογείου και, ταυτοχρόνως, φώτισε με την δική του κληρονομιά τους Μεταβυζαντινούς Χρόνους, τόσο στην Δύση όσο και στην Ανατολή.
2. Ο Βυζαντινός Πολιτισμός συνίσταται αφενός, σε μια τεραστίων διαστάσεων γραμματεία –τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά– αποτελούμενη από σπουδαία έργα που μαρτυρούν βαθύτατη φιλοσοφική παιδεία, αγωνιώδεις αναβάσεις στο δύσβατο όρος της θεογνωσίας, υπαρξιακές αναζητήσεις, αναλύσεις περί της ανθρώπινης ψυχής από τους νηπτικούς πατέρες, που ακόμη εκπλήσσουν τον μελετητή με την εμβρίθεια και την οξυδέρκειά τους, τέχνη υψηλού επιπέδου, οι επιρροές της οποίας ανιχνεύονται ακόμη και στους μοντερνιστές ζωγράφους του 20ού αιώνα, μουσική που δεν αποτελεί ένα συναυλιακό ακρόαμα αλλά διατηρεί την ζωντανή, λειτουργική της θέση στην Ορθόδοξη Λατρεία. Και, αφετέρου, σ’ ένα διοικητικό σύστημα και έναν Νομικό Πολιτισμό, που διέσωσε την Ελληνορωμαϊκή Παράδοση και διαδραμάτισε θεμελιώδη ρόλο στη δημιουργία των σύγχρονων Δημοκρατιών, προβάλλοντας τον σεβασμό στον Άνθρωπο, σύμφωνα με τη ρήση του αποστόλου Παύλου: «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3,28).
3. Οφείλουμε, λοιπόν, πολλά στο Βυζάντιο. Όχι μόνον εμείς, οι Έλληνες, αλλά και ο Δυτικός Κόσμος, στον οποίο το Βυζάντιο διέδωσε τις αξίες και τα πνευματικά επιτεύγματα της Αρχαίας Σκέψης. Το ίδιο και ο κόσμος των Σλάβων, ο οποίος χάρη στο έργο των Βυζαντινών Ιεραποστόλων φωτίσθηκε και οδηγήθηκε στην Ορθόδοξη Πίστη, γεγονός που, και σήμερα, αναγνωρίζουν οι Σλαβικοί λαοί. Σ’ έναν βαθμό, στο Βυζάντιο οφείλει και ο κόσμος των Αράβων και των Οθωμανών, οι οποίοι, αν και συγκρούσθηκαν με το Βυζάντιο, σίγουρα θα αδυνατούσαν να δημιουργήσουν μια στερεή κρατική δομή, εάν δεν είχαν ως υπόδειγμα την Βυζαντινή Διοίκηση.
4. Η Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ, στο βιβλίο της με τίτλο «Γιατί το Βυζάντιο», παραπέμποντας στον Paul Valery, γράφει ότι: «Ευρώπη είναι εκεί όπου το όνομα του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα, του Κικέρωνα και του Οράτιου, του Παύλου και του Μωυσή, έχουν βάρος και σημασία. Αυτά γράφει όχι κάποιος Έλληνας ή ελληνοκεντρικός μελετητής, αλλά ο Paul Valery προκειμένου να δώσει τον λειτουργικό και πολιτιστικό ορισμό της Ευρώπης. Η Ευρώπη πολιτιστικά, κατά τον Valery, στηρίζεται και τρέφεται από το αρχαιοελληνικό ορθολογιστικό επίτευγμα, από τη ρωμαϊκή οργανωτική και νομοθετική διευθέτηση και από την ιουδαιοχριστιανική πνευματικότητα». Αν θεωρήσουμε ορθές αυτές τις προϋποθέσεις, δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι το Βυζάντιο είναι η πρώτη, πραγματικά, Ευρωπαϊκή κρατική δομή.
ΙΙΙ. Ας μου επιτραπεί, στο πλαίσιο αυτής της σύντομης ομιλίας, να συμπυκνώσω τον πυρήνα της ως άνω συνεισφοράς:
Α. Οι ρίζες του Ευρωπαϊκού και του εν γένει Δυτικού Πολιτισμού φυτρώνουν πάντα στο απαράμιλλο, από πλευράς έμπνευσης και δημιουργίας, έδαφος του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού. Όμως, οφείλουμε ν’ αποδεχθούμε ότι δίχως την σημαντική συμβολή της Αρχαίας Ρώμης, της κρατικής της δομής και των πολιτισμικών της προεκτάσεων, ο Αρχαίος Ελληνικός Πολιτισμός και το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα δεν θα είχαν βρει το όχημα, πάνω στο οποίο ταξίδεψαν για πέντε, τουλάχιστον, αιώνες. Κι ακόμη περισσότερο, όλο αυτό το, μοναδικό στην ιστορία της Ανθρωπότητας, πολιτισμικό αμάλγαμα θα είχε σβήσει και θ’ αποτελούσε ένα, έστω και τεράστιας αξίας, απολίθωμα στην ιστορία του Παγκόσμιου Πολιτισμού, χωρίς την τελική σφραγίδα που του εναπέθεσε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και ο δικός της Πολιτισμός.
Β. Σφραγίδα, η οποία συντέθηκε από το τρίπτυχο του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος, των θεσμών και της έννομης τάξης της Αρχαίας Ρώμης και της Χριστιανικής Διδασκαλίας. Δηλαδή τους «κίονες», πάνω στους οποίους στηρίζεται και σήμερα το αέτωμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την προφητική ομολογία του Paul Valery αλλά και την άκρως ανθρωπιστική οξυδέρκεια των Ιδρυτών της. Το Ευρωπαϊκό Ιδεώδες υπηρετεί τις αρχές και τις αξίες του Ανθρωπισμού, της Αλληλεγγύης, της Ειρήνης και της Δικαιοσύνης, μ’ έμφαση στον άξονα της Κοινωνικής Δικαιοσύνης. Είναι δε ιδίως αυτές οι αρχές και αξίες, οι οποίες δίνουν στην Ευρωπαϊκή μας Οικογένεια, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα εφόδια για να διαδραματίσει τον πλανητικό ρόλο που της αναλογεί και που της αρμόζει, μέσα στους ταραγμένους καιρούς μας, όπου κρίνεται το μέλλον του Ανθρώπου και της Ανθρωπότητας εν γένει.
IV. Αυτό τον Πολιτισμό πρέπει να υπερασπισθούμε ιδίως σήμερα, στο πλαίσιο της Μεγάλης Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας, έναντι όσων επιβουλεύονται το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα και τις πολιτιστικές του καταβολές. Και με βάση τις παρακαταθήκες του Πολιτισμού αυτού πρέπει να στείλουμε, urbi et orbi, το μήνυμα ότι, εμείς οι Έλληνες, είμαστε κατ’ εξοχήν υπέρμαχοι της Ειρήνης και της Φιλίας μεταξύ των Λαών. Είμαστε όμως, όπως είναι αυτονόητο, εξίσου υπέρμαχοι αλλά και ανυποχώρητοι εγγυητές, έναντι πάντων, του πραγματικού θεμελίου της Ειρήνης, που δεν είναι άλλο από τον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό της Διεθνούς και της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας, στο σύνολό τους.
Τελειώνω την ομιλία μου ευχόμενος, ολόθερμα, καλή επιτυχία στο Συνέδριό σας, τα αποτελέσματα των εργασιών του οποίου αναμένω να πληροφορηθώ με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.