Π.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ: Κυρία Καγκελάριε,
Με ιδιαίτερη χαρά σας υποδέχομαι στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ανταποδίδοντας έτσι, κατά κάποιον τρόπο, και την θερμή υποδοχή και φιλοξενία που μου επιφυλάξατε στο Βερολίνο, στις 18.1.2016. Συγκρατώ πάντα στην μνήμη μου την συνάντησή μας αυτή διότι, μεταξύ άλλων, επέτρεψε να αρθούν και ορισμένες παρανοήσεις ως προς την, ήδη από τότε βεβαίως, αμετάκλητη απόφαση της Ελλάδας να μείνει, δίχως καμία επιφύλαξη, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον σκληρό πυρήνα της, την Ευρωζώνη.
-
Έκτοτε εμείς, οι Έλληνες, αποδείξαμε, όπως όλοι σήμερα αναγνωρίζουν, πόσο συνειδητοποιημένοι Ευρωπαίοι είμαστε, αφού ακολουθούμε, αταλάντευτα, την δημιουργική μας πορεία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης, έχοντας μάλιστα καταβάλει βαρύ οικονομικό και κοινωνικό τίμημα, ακόμη και για λάθη που δεν θα μπορούσαν να μας αποδοθούν.
-
Στο σημείο αυτό οφείλω να επισημάνω ότι, μετά την άρση των παρανοήσεων στις οποίες ήδη αναφέρθηκα, εσείς, προσωπικώς, Κυρία Καγκελάριε, στηρίξατε πολλαπλώς την πορεία της Ελλάδας για την έξοδο από την επώδυνη περίοδο των μνημονίων. Με την στάση σας αυτή, εκτός από την διαχρονικώς εγνωσμένη φιλία σας προς την Ελλάδα, αναδείξατε ακόμη περισσότερο και την ευρωπαϊκή ηγετική σας φυσιογνωμία. Και τούτο διότι όλοι σήμερα αποδέχονται αφενός ότι η τότε υπεράσπιση της Ευρωπαϊκής πορείας της Ελλάδας ήταν και υπεράσπιση, γενικότερα, της συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Και, αφετέρου και συνακόλουθα, ότι βεβαίως η Ελλάδα δεν διανοείται την πορεία της προς το μέλλον εκτός της Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας, πλην όμως και η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα μπορούσε να διατηρήσει αλώβητη την ιστορική της φυσιογνωμία δίχως την Ελλάδα στην χορεία των κρατών-μελών της.
-
Κατόπιν των ανωτέρω είναι προφανές πως οι διμερείς μας σχέσεις είναι εξαιρετικές και μας επιτρέπουν έτσι να επικεντρώσουμε τις προσπάθειές μας και την συνεργασία μας στην υπεράσπιση της κοινής μας Ευρωπαϊκής Οικογένειας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Βεβαίως οφείλω εδώ να υπενθυμίσω την πάγια θέση μας, ότι οι απαιτήσεις της Ελλάδας για το κατοχικό δάνειο και τις αποζημιώσεις από τα εγκλήματα της απάνθρωπης ναζιστικής κατοχής είναι νομικώς ενεργές και δικαστικώς επιδιώξιμες, οφείλουμε δε να λύσουμε το σχετικό ζήτημα στο αρμόδιο Δικαιοδοτικό Forum και στην βάση του κοινού μας Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Νομικού Πολιτισμού.
-
Επανέρχομαι όμως στις σημερινές μας, κοινές, προτεραιότητες, ενόψει μάλιστα των εξαιρετικά κρίσιμων προσεχών Ευρωεκλογών, τονίζοντας τούτο: Έχουμε κοινό ιστορικό χρέος, με βάση την παράδοση που μας κληροδότησαν οι «Πατέρες» της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους λόγους, για τους οποίους αποφάσισαν την ίδρυσή της, να την υπερασπισθούμε σθεναρά και να συνεργασθούμε, με ειλικρίνεια και αποφασιστικότητα, για να εξουδετερώσουμε τα μορφώματα επικίνδυνου λαϊκισμού που ξεπήδησαν σε πολλά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επιβουλεύονται, ευθέως και απροκαλύπτως, το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα, την Ευρωπαϊκή Δημοκρατία και τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. Και κάθε συνειδητοποιημένος Ευρωπαίος οφείλει, ιδίως σήμερα, να γνωρίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και Ολοκλήρωση είναι αναγκαίες όχι μόνο για τους Λαούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και προκειμένου η Ευρώπη μας να διαδραματίσει τον πλανητικό ρόλο που της αναλογεί στον σύγχρονο Κόσμο, ιδίως όταν άλλες Δυνάμεις αδυνατούν ή δεν θέλουν να διαδραματίσουν τον ρόλο αυτό, καίτοι η ιστορική τους προοπτική το επιβάλλει: Αναφέρομαι στον ρόλο υπεράσπισης ιδίως των αρχών και των αξιών της Ειρήνης, του Ανθρωπισμού, της Αλληλεγγύης, της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης, κατ’ εξοχήν δε της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.
-
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο έχουμε χρέος, όλοι οι συνειδητοποιημένοι Ευρωπαίοι, ν’ αγωνισθούμε για την πραγμάτωση του κοινού μας Ευρωπαϊκού Οράματος, ήτοι την ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος. Ως προς τα μέσα και τις μεθόδους πραγμάτωσής του, πιστεύουμε ότι πρέπει να επικεντρωθούν περισσότερο στις κύριες προτεραιότητες, τις οποίες οφείλουμε να θέσουμε για την επίτευξη της τελικής Ευρωπαϊκής Ενοποίησης. Κάτω δε από τις σημερινές κρίσιμες, για την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και για την Ανθρωπότητα, συνθήκες, οι ως άνω προτεραιότητες είναι ανάγκη να κινηθούν, τουλάχιστον κατά βάση, πάνω στους εξής τρεις άξονες:
Α. Ο πρώτος άξονας αφορά την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ενόψει των συνεχώς εντεινόμενων παγκόσμιων προκλήσεων – δείγμα γραφής των οποίων αποτελούν τα τεκταινόμενα σήμερα στην Μέση Ανατολή και στην Βόρεια Αφρική – πρέπει αμέσως να ενεργοποιήσει τους μηχανισμούς διαμόρφωσης αποτελεσματικής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας. Εδώ εντάσσεται και η προτεραιότητα ενίσχυσης της πολιτικής πλήρους εφαρμογής των κανόνων του ευρωπαϊκού δικαίου περί Αλληλεγγύης κυρίως στον, υπαρξιακής σημασίας για την συνοχή του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, τομέα του Προσφυγικού και του Μεταναστευτικού ζητήματος, ως προς το οποίο έχετε, ιδίως εσείς και με μεγάλο προσωπικό κόστος, διαδραματίσει έναν κορυφαίο ρόλο. Με την πρόσθετη επισήμανση ότι όλοι οι Εταίροι έχουμε στοιχειώδες ευρωπαϊκό χρέος -το οποίο εμείς, οι Έλληνες, εκπληρώνουμε στο ακέραιο- σεβασμού του χρέους αυτού.
Β. Ο δεύτερος άξονας αφορά την ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Ευρωζώνη, η οποία πρέπει να καταστεί επαρκής και βιώσιμη. Τούτο προϋποθέτει, κατά προτεραιότητα, την ενεργοποίηση των θεσμικών πυλώνων, των σχετικών με την συλλογική λειτουργία του Eurogroup, την πλήρη αξιοποίηση του ρόλου του ESM ως Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου και, πρωτίστως, την θωράκιση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έτσι ώστε αυτή αφενός να εποπτεύει καταλλήλως το σύνολο του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και, αφετέρου, ν’ αντιμετωπίσει τα ζέοντα ζητήματα ρευστότητας και δημόσιου χρέους στο σύνολο της Ευρωζώνης.
Γ. Και ο τρίτος άξονας αφορά την υπεράσπιση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Κράτους Δικαίου. Έτσι ώστε ν’ αντιμετωπισθούν, στο πλαίσιο των Κρατών – μελών, η επικίνδυνη διεύρυνση των ανισοτήτων και οι κίνδυνοι ρήξης του κοινωνικού ιστού που, δυστυχώς, ευνοούν, όπως προανέφερα, την εμφάνιση λαϊκιστικών ή ακόμη και νεοναζιστικών μορφωμάτων, τα οποία έχουν ως στόχο την κατεδάφιση του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος.
Με τις σκέψεις αυτές σας καλωσορίζω εκ νέου και εύχομαι δύναμη και επιτυχία κατά την επιτέλεση της υψηλής αποστολής σας και κατά την άσκηση των εξίσου υψηλών καθηκόντων σας προς αυτή την κατεύθυνση.
A.MERKEL (από ανεπίσημη μετάφραση): Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε της Δημοκρατίας, θα μου επιτρέψετε να σας ευχαριστήσω γι’αυτή την τόσο ευχάριστη και εγκάρδια συνάντηση μετά από την συνάντηση που είχαμε στο Βερολίνο. Πρέπει να πω ότι έκτοτε στις ελληνογερμανικές σχέσεις έχουν εξελιχθεί πάρα πολύ τα πράγματα. Είναι μεγάλο το ενδιαφέρον μας η Ελλάδα όχι μόνο να μείνει και να είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά να είναι ένα ισχυρό μέλος της ΕΕ.
Τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι από την Γερμανία επισκέφθηκαν πέρυσι την Ελλάδα ως τουρίστες. Βλέπετε πόσο μεγάλο είναι το ενδιαφέρον μας και χαιρόμαστε που η Ελλάδα κατάφερε να ολοκληρώσει, να φέρει εις πέρας τα Ευρωπαϊκά Προγράμματα, οπότε ξεκινά μια νέα φάση στηριζόμενη στις ίδιες της τις δυνάμεις. Μια φάση την οποία θέλουμε να στηρίξουμε σε διμερές επίπεδο, δηλαδή με μία σειρά από συνεργασίες, από εταιρικές σχέσεις, είτε πρόκειται για συνεργασίες σε επίπεδο νεολαίας, έρευνας, πολιτισμό, αλλά και οικονομίας.
Έχουμε την μεγάλη ευκαιρία και τιμή να μας δίδεται η ευκαιρία να εκπροσωπήσουμε την Γερμανία, να είμαστε τιμώμενη χώρα στην Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης. Πιστεύω ότι η Ελλάδα είναι ένας πολύ σημαντικός τόπος επενδύσεων. Φυσικά, ο κόσμος πέρασε πολύ δύσκολες εποχές και ελπίζουμε ότι και η οικονομική ανάπτυξη, η οποία πραγματικά υπάρχει πλέον να έχει αντίκτυπο σε όλους τους πολίτες αυτής της χώρας. Αυτός είναι ουσιαστικά και ο ρόλος ύπαρξης της κοινωνικής οικονομίας της χώρας. Ελπίζω να μπορούμε να στηρίξουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Δεύτερον, έχουμε να αντιμετωπίσουμε πληθώρα προκλήσεων στην Ευρώπη. Και εδώ αυτές μπορούμε να τις αντιμετωπίσουμε μόνο από κοινού όσον αφορά τον ρόλο μας στον κόσμο. Γι’αυτό λοιπόν χρειαζόμαστε μια δυνατή και ενιαία Ευρώπη με κοινές απαντήσεις.
Δυστυχώς, δεν έχουμε φτάσει στο επίπεδο προόδου που θα επιθυμούσαμε. Και συμμερίζομαι την ελληνική θέση απολύτως, όσον αφορά το ζήτημα των προσφύγων, ότι εδώ πρόκειται για ένα θέμα το οποίο θίγει και αφορά όλους μας. Η Γερμανία ανέκαθεν τόνισε ότι δεν μπορούμε να αφήσουμε μόνη της την Ελλάδα, απλά λόγω της γεωγραφικής της θέσης που την αναγκάζει να δέχεται τόσους πολλούς ανθρώπους – γνωρίζουμε ότι ακόμα και σήμερα η κατάσταση σε αρκετά νησιά είναι πολύ τεταμένη – γι’αυτό από γερμανικής πλευράς θα στηρίξουμε μια κοινή προσφυγική πολιτική και πολιτική Ασύλου σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Γιατί πιστεύουμε ότι κάθε χώρα πρέπει να συμβάλει στην επίλυση αυτού του προβλήματος.
Επίσης, διαπιστώνουμε τις θαρραλέες προσπάθειες ενόψει και των γειτόνων στα Δυτικά Βαλκάνια από πλευράς Ελλάδας, την συμβολή της Ελλάδας εδώ ώστε να υπάρξει ένας κοινός παρονομαστής, μία συνοχή και αυτό έχει να κάνει με το ζήτημα της Βόρειας Μακεδονίας. Το αποτέλεσμα δεν θα είναι καλό μόνο για το μέλλον της γειτονικής σας χώρας αλλά, κατά την άποψή μου, είναι καλό και για την Ελλάδα και για μας όλους στην Ευρώπη να υπάρχει μία σημαντική εξέλιξη εδώ, αλλά αυτό προϋποθέτει μία πολύ θαρραλέα προσέγγιση.
Εν κατακλείδι, πρέπει να πω ότι αναλαμβάνουμε απόλυτη ευθύνη, για την ιστορική υποχρέωση και ευθύνη που έχουμε. Ξέρουμε για τα εγκλήματα που διεπράχθησαν από πλευράς εθνικοσοσιαλιστών στην Ελλάδα. Γι’αυτό είναι υπόθεση ‘καρδιάς’ να στηρίξουμε την Ελλάδα προς όφελος και των δύο κρατών, της Ελλάδας και της Γερμανίας. Σας ευχαριστώ.
Φωτογραφία: ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΛΑΧΟΣ