Με ιδιαίτερη ικανοποίηση χαιρετίζω και το φετινό -αυτή τη φορά «διά ζώσης»- Συνέδριό σας, του οποίου η θεματική είναι τόσο περισσότερο ενδιαφέρουσα και επίκαιρη, όσο θίγει ένα ζήτημα που πρέπει ν’ απασχολεί στη Χώρα μας τον Δημόσιο Τομέα, κατ’ εξοχήν στο πλαίσιο της τρέχουσας κρίσιμης οικονομικής συγκυρίας. Πρόκειται για το ζήτημα της μεταφοράς, κατά κάποιο τρόπο, lato sensu «τεχνογνωσίας» από τον Ιδιωτικό Τομέα στον Δημόσιο, προκειμένου ο τελευταίος να λειτουργεί με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα. Και στο πλαίσιο αυτό ας μου επιτραπεί να επικεντρώσω τον χαιρετισμό μου στο πώς η ως άνω «μεταφορά τεχνογνωσίας» από τον Ιδιωτικό στον Δημόσιο Τομέα μπορεί να συμβάλλει θετικά στην επίτευξη ενός καίριου, για την όλη πορεία της Οικονομίας μας, στόχου, ήτοι του στόχου της Ανάπτυξης.
-
Ξεκινώ από μια θεμελιώδη προϋπόθεση ως προς την επίτευξη του στόχου της Ανάπτυξης, και συγκεκριμένα από την προϋπόθεση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στον Δημόσιο Τομέα, ειδικότερα δε στην Δημόσια Διοίκηση. Και εξηγώ αμέσως γιατί και πώς οι μεταρρυθμίσεις αυτές μπορούν να ευνοήσουν, πολλαπλώς, τον αναπτυξιακό προσανατολισμό της Οικονομίας μας:
Α. Πρώτον, οι μεταρρυθμίσεις στην Δημόσια Διοίκηση, εφόσον βεβαίως συντελούνται με τον κατάλληλο σχεδιασμό και προγραμματισμό, μπορούν να οδηγήσουν σε δραστική μείωση του κόστους λειτουργίας της κρατικής μηχανής, δίχως μάλιστα να θίγεται η αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία της.
Β. Δεύτερον, οι μεταρρυθμίσεις στην Δημόσια Διοίκηση –πάντοτε υπό τους προαναφερόμενους όρους- συνιστούν το πιο πρόσφορο θεσμικό και πολιτικό μέσο καταπολέμησης της γραφειοκρατίας, υφ’ οιανδήποτε εκδοχή της. Και δεν πρέπει να υποτιμάται το γεγονός ότι η γραφειοκρατία είναι, για την Δημόσια Διοίκηση, ο κυριότερος υπαίτιος παράγων και για την επιδείνωση του κόστους λειτουργίας της αλλά και για το διαχρονικό, βαρύ, κλίμα –στο πλαίσιο πάντοτε της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης- μεταξύ των στελεχών των κάθε είδους δημόσιων υπηρεσιών και των διοικουμένων, φυσικών ή νομικών προσώπων.
Γ. Τρίτον, οι μεταρρυθμίσεις στην Δημόσια Διοίκηση –πρωτίστως λόγω του ότι, όπως προαναφέρθηκε, μπορούν να καταπολεμήσουν την γραφειοκρατία- συνιστούν επίσης πρόσφορο θεσμικό και πολιτικό μέσο καταπολέμησης και της «δίδυμης αδελφής» της, ήτοι της διαφθοράς. Στο σημείο δε τούτο είναι ανάγκη να γίνει, μ’ εργαλείο φυσικά τις μεταρρυθμίσεις στην Δημόσια Διοίκηση, ευθεία σύνδεση της εκστρατείας καταπολέμησης της μάστιγας της διαφθοράς με την προμνημονευόμενη εκστρατεία δραστικής μείωσης του κόστους λειτουργίας της κρατικής μηχανής. Διότι αποτελεί κοινό τόπο, στο πλαίσιο της Οικονομικής και της Διοικητικής Επιστήμης, ότι το δημοσιονομικό κόστος της διαφθοράς, κυρίως στη Χώρα μας, είναι εξαιρετικά υψηλό, ενώ, παραλλήλως, λειτουργεί ανασταλτικώς, και δη με πολύ μεγάλο συντελεστή, στην όλη διαδικασία Ανάπτυξης, αφού πλήττει καιρίως, στον ίδιο τον πυρήνα της, την κάθε μορφής αναπτυξιακή προοπτική της Οικονομίας.
Δ. Τέταρτον, τέλος, οι μεταρρυθμίσεις στην Δημόσια Διοίκηση –όταν μάλιστα, κατά τα προαναφερόμενα, συντελούν αποφασιστικώς προς την κατεύθυνση της πάταξης της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς- μπορούν να επενεργήσουν ευεργετικώς ως προς την εμπέδωση ενός κλίματος «φιλικότητας» μεταξύ των στελεχών των δημόσιων υπηρεσιών και των διοικουμένων, φυσικών ή νομικών προσώπων. Κλίμα, το οποίο είναι απαραίτητο αφενός για την αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία της κρατικής μηχανής και, αφετέρου, για την άκρως απαραίτητη, σ’ ένα πραγματικό Κράτος Δικαίου, ουσιαστική δημοκρατική νομιμοποίησή της.
-
Είναι προφανές ότι ο διάλογος και η ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών μεταξύ ανώτατων στελεχών του Δημόσιου Τομέα -και κυρίως της Δημόσιας Διοίκησης- και του Ιδιωτικού Τομέα καθιστά ευχερέστερο τον σχεδιασμό και την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων στον Δημόσιο Τομέα, στις οποίες ήδη αναφέρθηκα. Τούτο οφείλεται ιδίως στην πολύτιμη εμπειρία, που έχουν προηγουμένως αποκτήσει επιτυχημένα στελέχη του Ιδιωτικού Τομέα και η οποία μπορεί να εξοπλίσει τα στελέχη του Δημόσιου Τομέα με τ’ αντίστοιχα σημαντικά διοικητικά εφόδια. Ειδικότερα:
Α. Η ανταλλαγή ιδεών και εμπειριών, ιδίως με την μορφή βέλτιστων πρακτικών, ωφελεί και τις δύο πλευρές, πρωτίστως δε την Δημόσια Διοίκηση, όπου για ποικίλους λόγους η υιοθέτηση καινοτομιών και προοδευτικών δράσεων επέρχεται με βραδύτητα, σε σχέση με την αμεσότητα δράσεων που παρουσιάζει ο Ιδιωτικός Τομέας. Και εδώ ο ρόλος των επιτελικών στελεχών της Δημόσιας Διοίκησης, όπως και ο ρόλος των managers του Ιδιωτικού Τομέα, είναι αποφασιστικός.
Β. Η παρουσίαση, συνεπώς, ιδεών και δοκιμασμένων βέλτιστων πρακτικών, κυρίως του Ιδιωτικού Τομέα, ανοίγει ελκυστικούς ορίζοντες δράσης των επιτελικών στελεχών της Δημόσιας Διοίκησης για αντίστοιχες εφαρμογές ή προσαρμογές που αναβαθμίζουν την λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης και βελτιώνουν την ποιότητα των παρεχόμενων από αυτήν υπηρεσιών σε πολίτες και επιχειρήσεις, καθώς και την αποτελεσματικότητά της. Έτσι, η ωφέλεια από αυτή την όσμωση μεταξύ Ιδιωτικού και Δημόσιου Τομέα ευνοεί και τους δύο τομείς και αυτή πρέπει να είναι και η τελική στόχευση της συνεργασίας.
Γ. Υπό τα δεδομένα αυτά, είμαι βέβαιος ότι τα θέματα που θα παρουσιασθούν στο Συνέδριο, τόσο από καθηγητές ΑΕΙ όσο και από επιτελικά στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης καθώς και από διακεκριμένους managers του Ιδιωτικού Τομέα, θα παρουσιάσουν πρακτικές εφαρμογής και θα καταδείξουν τις δυνατότητες και των δύο πλευρών για παραγωγική αλληλεπίδραση και, άρα, υιοθέτηση μιας πάγιας συνεργασίας. Θέματα, όπως η συνεισφορά της Διοικητικής Επιστήμης στην βελτίωση του Δημόσιου Τομέα, ιδίως όταν αποτιμά την εμπειρία από εφαρμογές ή αξιολογεί προτάσεις, είναι ιδιαίτερης σημασίας, διότι οριοθετούν την συμβατότητα της εφαρμογής με βασικές αρχές και παραδοχές της Διοικητικής Επιστήμης και δείχνει δρόμους και κατευθύνσεις των επιβεβλημένων εκάστοτε δράσεων και προσαρμογών.
Δ. Ομοίως, το θέμα της εφαρμογής των αρχών και κανόνων της καλής νομοθέτησης εμφανίζεται σήμερα εξαιρετικά επίκαιρο. Συγκεκριμένα, η βελτίωση της νομοθετικής παραγωγής, με την εφαρμογή αρχών και κανόνων της καλής νομοθέτησης, θα βελτιώσει την ποιότητα των κανονιστικών ρυθμίσεων, θα καταστήσει σαφές και κατανοητό το περιεχόμενό τους, θα προλάβει επικαλύψεις ή αντιφάσεις και θ’ αποτρέψει παρενέργειες που δεν έχουν γίνει αντιληπτές. Ενώ η ευχέρεια που παρέχουν οι κανόνες αυτοί αφενός για διαβούλευση και, αφετέρου, για σύγκριση κόστους/ωφέλειας -και όχι μόνο με οικονομικούς όρους- προσδίδει στην κανονιστική ρύθμιση αξιοπιστία και ευρύτερη αποδοχή. Άρα, και χρονικώς μεγαλύτερη θα είναι τόσο η βιωσιμότητά της, όσο και η σταθερότητα του όλου νομικού πλαισίου. Επίσης, η παρουσίαση εμπειριών από τις προσπάθειες βελτίωσης της παραγωγικότητας του Δημόσιου Τομέα θα δώσει σαφή εικόνα των δυνατοτήτων, των αδυναμιών αλλά και των προοπτικών εφαρμογής καινοτόμων ιδεών και επιτυχημένων πρακτικών του Ιδιωτικού Τομέα στην Δημόσια Διοίκηση με τις αναγκαίες, βεβαίως όπου απαιτηθεί, προσαρμογές.
Ε. Ακόμη, η συμβολή της ψηφιακής τεχνολογίας στην Δημόσια Διοίκηση δεν προσφέρει μόνο τα μέσα για αντιμετώπιση πρωτίστως της γραφειοκρατίας στην εξυπηρέτηση του Πολίτη, αλλά παρέχει και τεράστιο εύρος εφαρμογών σε ποικίλους τομείς της Δημόσιας Διοίκησης. Η ψηφιακή τεχνολογία -βεβαίως πάντοτε υπό τον όρο ότι γίνονται απολύτως σεβαστά τα κάθε είδους Θεμελιώδη Δικαιώματα του Ανθρώπου, τα οποία θα μπορούσαν, εν δυνάμει, να πληγούν από χρήσεις της τεχνολογικής εξέλιξης- αποτελεί σήμερα καταλύτη καινοτόμων εξελίξεων που αναβαθμίζουν την λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης, επιταχύνουν θεαματικά τους χρόνους δράσης, αντικειμενικοποιούν διαδικασίες με όλα τα εντεύθεν οφέλη για πολίτες και επιχειρήσεις, κυρίως δε αλλάζουν βαθμιαία την παραδοσιακή στάση και νοοτροπία των υπαλλήλων προς την ψηφιακή παιδεία του εγγύς μέλλοντος.
Καταλήγω, με την ακόλουθη επισήμανση, την οποία θεωρώ στοιχειωδώς αναγκαία ως προς τα όρια που έχει η προαναφερόμενη «μεταφορά τεχνογνωσίας» από τον Ιδιωτικό στον Δημόσιο τομέα, πρωτίστως δε στην Δημόσια Διοίκηση και στα στελέχη της. Οι μέθοδοι του Ιδιωτικού Τομέα μπορούν να «μπολιάσουν» τον Δημόσιο Τομέα μόνο στο μέτρο που δεν έρχονται σε αντίθεση μα τους κανόνες -οι κυριότεροι εκ των οποίων θεσμοθετούνται από το Σύνταγμα- του Κράτους Δικαίου και της Αρχής της Νομιμότητας. Και στο σημείο αυτό υπενθυμίζω την βασική διαφορά, η οποία υφίσταται μεταξύ της νομιμότητας των πράξεων και ενεργειών των στελεχών του Ιδιωτικού Τομέα, και της νομιμότητας των πράξεων και ενεργειών των στελεχών της Δημόσιας Διοίκησης: Τα στελέχη του Ιδιωτικού Τομέα μπορούν -τουλάχιστον κατά κανόνα- να δρουν ελευθέρως, εφόσον δεν παραβιάζουν τους κανόνες, τους οποίους καθιερώνει το Ιδιωτικό Δίκαιο ως προς την ρύθμιση των μεταξύ ιδιωτών, φυσικών ή νομικών προσώπων, σχέσεων. Όλως αντιθέτως, τα όργανα της Δημόσιας Διοίκησης, κατά το πνεύμα του Κράτους Δικαίου και της εξ αυτού απορρέουσας Αρχής της Νομιμότητας, μπορούν να ενεργούν, είτε κατά διακριτή ευχέρεια είτε κατά δέσμια αρμοδιότητα, μόνον εντός του κανονιστικού πλαισίου, το οποίο διαγράφουν οι κανόνες δικαίου που καθορίζουν την αντίστοιχη αρμοδιότητα των διοικητικών οργάνων.
Φωτογραφία: ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΠΕΛΤΕΣ