Σημεία ομιλίας του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας και Επίτιμου Καθηγητή της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Προκοπίου Παυλοπούλου, κατά την διαδικτυακή συζήτηση, που οργάνωσε ο φορέας «Ελληνικό Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών» («ΕΛΙΣΜΕ»), με θέμα: “Η μετάβαση από την «Βιομηχανική» στην «Τεχνολογική Επανάσταση» και η ραγδαία επιδείνωση της «Τεχνολογικής Ανεργίας»”.

Πρόλογος

Η σχέση του σύγχρονου Ανθρώπου με την Τεχνολογία και τα επιτεύγματά της, κατεξοχήν δε τα τελευταία χρόνια, είναι γεμάτη αντιφάσεις.  Όχι αντιθέσεις, που θα μπορούσε να τις συμβιβάσει η διαλεκτική σύνθεσή τους, αλλά πραγματικές αντιφάσεις, που τις δημιουργούν από την μια πλευρά η, καθ’ όλα δικαιολογημένη, «υπερηφάνεια» του δημιουργού απέναντι στα δημιουργήματά του, απόρροια του «φαουστικού» χαρακτήρα του Δυτικοευρωπαϊκού Πολιτισμού, ο οποίος εκφράζεται και με τον πόθο για το άπειρο. Και, από την άλλη πλευρά, το δέος και ο συνακόλουθος φόβος απέναντι στα δημιουργήματα αυτά.  Ένας φόβος που τον υποδαυλίζει, σχεδόν υποσυνείδητα, εκείνο το συναισθηματικό κράμα, το οποίο προκύπτει από την «μείξη» του παράδοξου και του παράλογου, σε τελική δε ανάλυση την «μείξη» του δέους που αισθάνεται ο δημιουργός, όταν τα δημιουργήματά του αρχίζουν να κινούνται πέραν των σχεδιασμών του και των προσδοκιών του, ακόμη δε περισσότερο όταν αυτός νομίζει ότι, εντέλει, θα τον ξεπεράσουν ή και θα τον υποκαταστήσουν.

Ι. Ένα «νόμισμα» με δύο όψεις.

Οι ίδιες ως άνω αντιφάσεις, οι εκφάνσεις τους και οι αιτίες τους εξηγούν και το πώς και γιατί ο σύγχρονος Άνθρωπος δεν καταφέρνει πάντοτε να «ισορροπήσει» κατά την στάθμιση των επιπτώσεων της τεχνολογικής προόδου -αποτελέσματος των εντυπωσιακών της επιδόσεων- ειδικότερα δε κατά την στάθμιση των θετικών και των αρνητικών της πλευρών.  Και όμως, όταν η σκέψη και η έρευνα περί την Τεχνολογία κινούνται μέσα σ’ ένα ορθολογικώς οργανωμένο πλαίσιο επιστημονικής θεώρησης και δεοντολογίας, η πραγματικότητα ανοίγεται μπροστά μας αρκετά απλή:

Α. Μια διαφορετική προσέγγιση των εννοιών της «Βιομηχανικής Επανάστασης» και της «Τεχνολογικής Επανάστασης».

Πριν απ’ όλα, και για την ανίχνευση της ως άνω πραγματικότητας με βάση και τα συγκεκριμένα δεδομένα της τεχνολογικής εξέλιξης,  είναι ανάγκη να διευκρινισθεί ότι  λόγοι στοιχειώδους επιστημονικής συνέπειας επιβάλλουν την αναθεώρηση της γενικώς παραδεδεγμένης διαίρεσης της Βιομηχανικής Επανάστασης σε τέσσερις περιόδους. 

1. Από την Βιομηχανική Επανάσταση …

Ειδικότερα δε είναι ορθότερο να κάνουμε λόγο για δύο, ευρύτερες, περιόδους στην ιστορία της λεγόμενης γενικώς «Βιομηχανικής Επανάστασης».  

α) Εξ αυτών, η πρώτη περιλαμβάνει την 1η και την 2η Βιομηχανική Επανάσταση, δηλαδή δύο φάσεις στην εξέλιξη της παραγωγής.  Ενώ η δεύτερη περίοδος περικλείει την 3η και την 4η «Βιομηχανική Επανάσταση», δοθέντος ότι αυτή η μορφή «Βιομηχανικής Επανάστασης», ήτοι η μορφή της δεύτερης περιόδου «Βιομηχανικής Επανάστασης», εμφανίζει πολύ διαφορετικά ειδοποιά χαρακτηριστικά, σε σχέση με την πρώτη. 

β) Και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε αν θέλουμε ν’ ακριβολογήσουμε ακόμη περισσότερο -αποτυπώνοντας έτσι, πλήρως, την σύγχρονη επιστημονική και τεχνολογική πραγματικότητα- η μεν πρώτη περίοδος, με βάση την σχέση μεταξύ Τεχνολογίας και ανθρώπινης δραστηριότητας, ορθώς αποδίδεται με τον όρο «Βιομηχανική Επανάσταση», εντός της οποίας διακρίνονται οι δύο προμνημονευόμενες φάσεις, ήτοι η 1η και η 2η Βιομηχανική Επανάσταση.  

2. … στην Τεχνολογική Επανάσταση.

Κάπως έτσι, η κατά τ’ ανωτέρω δεύτερη περίοδος -και πάλι με βάση την σύγχρονη σχέση μεταξύ Τεχνολογίας και ανθρώπινης δραστηριότητας- πρέπει, ορθότερα, ν’ αποδοθεί με τον όρο περίοδος «Τεχνολογικής Επανάστασης».  Τούτο εξηγείται ευχερώς από τ’ ακόλουθα:

α) Η 1η και η 2η Βιομηχανική Επανάσταση έχουν κοινό σημείο τον πλήρη έλεγχο της Τεχνολογίας -συγκεκριμένα δε της «μηχανής»- από τον Άνθρωπο, προκειμένου:

α1) Αρχικώς να βελτιώσει- μέσω της «εκμηχάνισης»- τις συνθήκες παραγωγής.

α2) Και, ύστερα, να τονώσει δραστικά -μέσω της «μεγιστοποίησης»- την παραγωγή.

β) Η «εισβολή» της ηλεκτρονικής τεχνολογίας, επομένως της, lato sensu, «Πληροφορικής», σηματοδοτεί μιαν άλλης φύσης «Βιομηχανική Επανάσταση». Και τούτο διότι:

β1)  Η έννοια της «πληροφορίας» και το περιεχόμενό της είναι τόσο κεντρική στην λεγόμενη 3η και την 4η «Βιομηχανική Επανάσταση», όσο η έννοια της «μηχανής» στην 1η και την 2η Βιομηχανική Επανάσταση. Θα μπορούσαμε, μάλιστα, να κάνουμε λόγο και  για lato sensu «Πληροφορική Επανάσταση», σε αντίστιξη προς την «Βιομηχανική», η οποία έτσι θα περιοριζόταν, κατ’ ακρίβεια, μόνο στις δύο πρώτες περιόδους της.

β2) Υπό τα ως άνω δεδομένα, κατά την διάρκεια της λεγόμενης 3ης και 4ης «Βιομηχανικής Επανάστασης» περνάμε σε μιαν εντελώς νέα πραγματικότητα:  Από τον πλήρη έλεγχο της Τεχνολογίας -της «μηχανής»- εκ μέρους του Ανθρώπου, στην δυνατότητα χρησιμοποίησης της Τεχνολογίας προκειμένου να υποκαταστήσει -φυσικά εν μέρει- τον Άνθρωπο στο πεδίο της όλης δημιουργίας του.  Με άλλα λόγια της, lato μάλιστα sensu, οικονομικής και κοινωνικής δημιουργίας.

β3) Επιπλέον, το φαινόμενο αυτό εντείνεται κατά την περίοδο της λεγόμενης 4ης «Βιομηχανικής Επανάστασης», όπου η «σύζευξη» Πληροφορικής και Τεχνητής Νοημοσύνης αυξάνει, γεωμετρικώς, την προαναφερόμενη δυνατότητα μερικής υποκατάστασης του Ανθρώπου, με άγνωστα ακόμη όρια.  Συνεπώς, όπως προκύπτει από τις, άγνωστες ακόμη, δυνατότητες του κβαντικού υπολογιστή,  βρισκόμαστε στην πρώτη φάση της λεγόμενης 4ης «Βιομηχανικής Επανάστασης». Φάση η οποία, θα μπορούσε πιο δόκιμα να θεωρηθεί ως η πρώτη περίοδος της 2ης «Τεχνολογικής Επανάστασης» -με 1η «Τεχνολογική Επανάσταση» εκείνη της «Πληροφορικής Επανάστασης» κατά τ’ ανωτέρω- όπου η «ξυνωρίς» Πληροφορικής και Τεχνητής Νοημοσύνης μας οδηγεί σ’ ένα οιονεί «παράλληλο διάστημα» ανθρώπινης δημιουργίας. Σε αυτό, ο Άνθρωπος καλείται όχι μόνο να χρησιμοποιήσει την Τεχνολογία, αλλά και να την τιθασεύσει, προκειμένου αυτή να μην αυτονομηθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να οδηγήσει σ’ ένα εξαιρετικά αβέβαιο και ανασφαλές μέλλον γι’ αυτόν.  Ένα μέλλον που δεν θ’ απέκλειε και την εν τέλει καταστροφή του.

3. Το «τέλος των βεβαιοτήτων».

Μέσα σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο θεώρησης της Τεχνολογίας -ακριβέστερα δε της ουσίας της και της εξέλιξής της- εύκολα αναδεικνύονται και οι επιπτώσεις της στην όλη ψυχολογία του Ανθρώπου, καθώς ακολουθεί τον «σισύφειο» ανήφορο της δημιουργίας του.

α) Πραγματικά, όσο τα τεχνολογικά επιτεύγματα αυτού του είδους αναπτύσσουν τις πρωτεϊκές τους μεταβολές και τις αντίστοιχες οβιδιακές τους μεταμορφώσεις, το μέλλον του Ανθρώπου και της δημιουργίας του αφήνει πίσω του τις μνήμες της σιγουριάς, την οποία ανέδιδε η περίοδος της γνήσιας «Βιομηχανικής Επανάστασης».  Και μεσούσης, σχεδόν, της περιόδου της «Τεχνολογικής Επανάστασης», τουλάχιστον με τα τωρινά δεδομένα της, το σκάφος της ανθρώπινης δημιουργίας ανοίγεται σ’ έναν ωκεανό, με «νερά» αχαρτογράφητα και «καιρούς» εν πολλοίς μη προβλέψιμους.

β) Δεν φαίνεται, λοιπόν, ν’ απέχει πολύ από την πραγματικότητα το συμπέρασμα, σύμφωνα με το οποίο έχουμε, περίπου εδώ και μισό αιώνα πια, αφήσει πίσω μας την εποχή της «σποράς των βεβαιοτήτων» της «Βιομηχανικής Περιόδου», έχοντας εισέλθει, για τα καλά, στην εποχή του «θερισμού των αμφιβολιών», αναφορικά με το πού θα κατευθυνθούν τα βήματα της δημιουργίας μας για ν’ αποφύγουμε το «ναυάγιο».  Δεν θα ήταν, κατά τούτο, αυθαίρετο, αναλογιζόμενοι τις διαφορετικές -οπωσδήποτε όμως συγκλίνουσες ως προς την ουσία τους- αβεβαιότητες των καιρών μας, να προστεθεί σε αυτές και η προαναφερόμενη αβεβαιότητα, η «τεχνολογική αβεβαιότητα».

γ) Επιπλέον, μια τέτοια θεώρηση δεν απομακρύνεται και από τις ευρύτερες, επιστημονικές, αναζητήσεις και τ’ αντιστοίχως προκύπτοντα συναισθήματα ως προς το πόσο αβέβαιος είναι γενικότερα ο Κόσμος μας, και πιο συγκεκριμένα ο Πλανήτης μας και το μέλλον του, όταν τον τοποθετούμε -όπως, άλλωστε, είναι το ορθό- εκεί που ανήκει, ήτοι στο αχανές Σύμπαν.

γ1) Υπ’ αυτό το πρίσμα, είναι ανάγκη να έχουμε κατά νου την αβεβαιότητα, η οποία χαρακτηρίζει την όλη πορεία του Σύμπαντος -άρα και του Πλανήτη μας- κατά την αέναη «διαδρομή» της εξελικτικής δημιουργίας του, από την στιγμή της, κατ’ επιστημονική υπόθεση φυσικά, γέννησής του.  Και προς αυτή την κατεύθυνση, είναι χρήσιμη η συνειδητοποίηση του ότι έχουμε αφήσει πίσω μας ιδίως τις βεβαιότητες της νευτώνειας επιστημονικής κοσμοθεωρίας.  Με άλλα λόγια ισχύει στο ακέραιο, αυτό που επισημάνθηκε αμέσως προηγουμένως: Σήμερα ο Κόσμος μας ταξιδεύει σ’ έναν «ωκεανό» αβεβαιότητας, και μάλιστα «αχαρτογράφητου» κατά το μεγαλύτερο μέρος του.

γ2) Αυτή την, κατά κάποιο τρόπο «φυσική», αβεβαιότητα του Κόσμου που μας περιβάλλει, και η οποία, αυτονοήτως, ασκεί ευθεία επιρροή στον ανθρώπινο ψυχισμό, έχει περιγράψει, ίσως με τον πιο κατανοητό τρόπο και δίχως επιστημονικές «εκπτώσεις», ο κάτοχος του Nobel Χημείας Ilya Prigogine, ιδίως στο έργο του με τον εύγλωττο τίτλο «La fin des certitudes»  -«Το τέλος των βεβαιοτήτων»- το 1996[1].  Κατά τον Prigogine, ο Κόσμος μας είναι, από τις καταβολές του, σε διαρκή εξέλιξη και εξίσου εν διαρκή «κατασκευή».  Τούτο οφείλεται στο ότι το Σύμπαν είναι ένα αχανές θερμοδυναμικό σύστημα, στο πλαίσιο του οποίου τίποτα δεν παραμένει σταθερό.  Πιο συγκεκριμένα, το σύστημα αυτό διακρίνεται για την εγγενή αστάθειά του και τις εντεύθεν διασπάσεις του.  Υπ’ αυτή την έννοια, ουδεμία πτυχή του μέλλοντος του Σύμπαντος -άρα του μέλλοντος του Κόσμου μας- είναι δεδομένη.  Κάπως έτσι ζούμε, κατά τον Prigogine -και παρά τις έντονες αμφισβητήσεις ορισμένων θέσεών του κατά τούτο- «το τέλος των βεβαιοτήτων».  Είναι, άραγε, μια τέτοια, επιστημονικώς τεκμηριωμένη, παραδοχή ένα είδος «ήττας» του Ανθρώπου και του Πνεύματός του;  Κατά τον Prigogine όχι, όσο το Πνεύμα αυτό έχει την δύναμη και τα εφόδια, ακόμη και μέσω της επιλάθευσης και των πιθανοτήτων, να ερευνά το μέλλον και, κατά συνέπεια, την πορεία του Σύμπαντος- και, επέκεινα, του Κόσμου μας- όχι για να κατακτήσει την επ’ αυτού βεβαιότητα αλλά για να περιορίσει, κατά το δυνατόν, τα όρια της αβεβαιότητας.  Μια τέτοια στάση συμβαδίζει, άλλωστε, με την κοινώς παραδεδεγμένη αντίληψη ότι η ανθρώπινη δημιουργία είναι, ως θεμελιώδες μέγεθος, per se οριακή.

Β. Η θετική πλευρά της Τεχνολογίας.

Με βάση τα όσα προεκτέθηκαν, η βασική και στοιχειώδης παραδοχή πρέπει να κατατείνει στο ότι η Τεχνολογία αποτελεί ένα από τα «ευγενέστερα» επιτεύγματα του Πνεύματος, μέσα στην αδιάλειπτη πορεία του, την οποία χαράζει, κατά τον προορισμό του, η ορθολογική μετατροπή της Πληροφορίας σε Γνώση και της Γνώσης σ’ Επιστήμη, σε «Σοφία». 

1. Η Τεχνολογία στην υπηρεσία του Ανθρώπου.

Αψευδής μάρτυρας της αλήθειας ότι η Τεχνολογία μπορεί ν’ αποδειχθεί «ευλογία» για τον Άνθρωπο,  είναι το γεγονός ότι, χάρη στην Τεχνολογία και τις εφαρμογές της, η ζωή μας έχει αλλάξει επί τα βελτίω σε τέτοιο βαθμό, ώστε κάθε σύγκριση με το παρελθόν -ακόμη και το πρόσφατο- να γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη, αφού το αντίστοιχο επιστημονικό «χάσμα» είναι σχεδόν αδύνατο να καλυφθεί, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα.   Και η ως άνω βελτίωση επηρεάζει κάθε τμήμα του βίου μας, από το προσδόκιμό του, τις συνθήκες διαβίωσής μας, τον τρόπο ανάπτυξης της προσωπικότητάς μας μέσ’ από την συμμετοχή μας στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή, ως την ίδια την επιστημονική δημιουργία.

2. Θετικές και Ανθρωπιστικές Επιστήμες.

Πραγματικά, σε κάθε επιστημονικό πεδίο οι δυνατότητές μας γίνονται ολοένα και πιο «παραγωγικές», βεβαίως με «κολοφώνα» τις Θετικές Επιστήμες, δίχως όμως να υπολείπεται το πεδίο των, lato sensu, Ανθρωπιστικών Επιστημών.  Και αν η πρόοδος στις τελευταίες δεν είναι η αναμενόμενη, τούτο δεν οφείλεται στα μέσα, με τα οποία μας εφοδιάζει η τεχνολογική πρόοδος, αλλά, όλως αντιθέτως, στις δικές μας προτεραιότητες, όπως τις διαμορφώνουν οι επιμέρους αντιλήψεις μας και επιλογές μας.  Προτεραιότητες, τις οποίες οφείλουμε ν’ αναθεωρήσουμε εν μέρει, αν θέλουμε να τονώσουμε την ανθρωπιστική διάσταση της δημιουργίας μας, κάτι εντελώς απαραίτητο μέσα στην κρισιμότητα των καιρών μας.

Γ. Η αρνητική πλευρά της Τεχνολογίας.

Οπωσδήποτε, αυτή η θετική όψη της τεχνολογικής προόδου δεν μπορεί -και δεν πρέπει άλλωστε- να κρύψει τις «σκοτεινές» πλευρές της. 

1. Η «σκοτεινή» πλευρά της Τεχνολογίας.

«Σκοτεινές», με την έννοια ότι δημιουργούν παρενέργειες σε ό,τι αφορά την ανθρώπινη δημιουργία εν συνόλω, κατά τον φυσικό προορισμό του Ανθρώπου.  Και εδώ όμως πρέπει να επισημανθεί ότι αυτές οι παρενέργειες -όταν δεν είναι προϊόν παρερμηνειών, παρεξηγήσεων ή και ευτελών φαντασιώσεων ως προς την επιρροή των τεχνολογικών επιδόσεων- δεν οφείλονται τόσο στην «φυσιογνωμία» της Τεχνολογίας, κατά την επιστημονική της καταγωγή και προοπτική. Οφείλονται πολύ περισσότερο στον τρόπο, με τον οποίο ο ίδιος ο Άνθρωπος προσεγγίζει και χρησιμοποιεί την Τεχνολογία, είτε υπερτιμώντας τα αποτελέσματά της είτε υποτιμώντας την «δοσολογία» εμπλοκής της στην καθημερινή ζωή.

2. Το φαινόμενο της «Τεχνολογικής Ανεργίας».

Μια από αυτές τις αρνητικές πλευρές της εξέλιξης της Τεχνολογίας στην εποχή μας είναι και εκείνη που αφορά την λεγόμενη «Τεχνολογική Ανεργία».  Πρόκειται για την ιδιόμορφη -και άκρως επικίνδυνη, για τους λόγους που εκτίθενται στην συνέχεια- ανεργία, η οποία οφείλεται κυρίως στην, πρωτίστως και ιδίως εξαιτίας της αυτοματοποίησης του εργασιακού χώρου, συρρίκνωση των θέσεων εργασίας, με όλες τις εντεύθεν συνέπειες, τόσο γι’ αυτούς που χάνουν την εργασία τους στην κορύφωση, πολλές φορές, της σταδιοδρομίας τους.  Όσο και -κατεξοχήν μάλιστα- για τους νέους, των οποίων η εκπαιδευτική διαμόρφωση έχει συντελεσθεί με βάση παρωχημένα εργασιακά πρότυπα και οι οποίοι όταν αναζητούν πλέον εργασία, έχοντας ως και εξαιρετικά επιστημονικά εφόδια, αντιμετωπίζουν τον «εφιάλτη» της αδυναμίας πρόσληψής τους, είτε στον δημόσιο είτε και στον ιδιωτικό τομέα.  Στο φαινόμενο της κατά τ’ ανωτέρω «Τεχνολογικής Ανεργίας» είναι αφιερωμένες οι σκέψεις που ακολουθούν.

ΙΙ. Η έννοια της «Τεχνολογικής Ανεργίας».

Το φαινόμενο της «Τεχνολογικής Ανεργίας» δεν είναι τόσο νέο, όσο το προσλαμβάνουμε σήμερα, σίγουρα «αιφνιδιασμένοι» από τις διαστάσεις που έχει πάρει και από τις επώδυνες συνέπειες των επιπτώσεών του.  Ήδη από το 1930, σε μιαν άκρως οξυδερκή μελέτη του στο περιοδικό «The Nation» -το «μακροβιότερο» εβδομαδιαίο περιοδικό στις ΗΠΑ, με χρόνο έκδοσης το 1865-  υπό τον τίτλο «Economic Possibilities for our Grandchildren», ο John Maynard Keynes παρατηρούσε: «Ταλαιπωρούμεθα από μια νέα ασθένεια, της οποίας πολλοί δεν έχουν ακούσει καν το όνομα, αλλά για την οποία θ’ ακούσουν πάρα πολλά στα χρόνια που έρχονται: Την «Τεχνολογική Ανεργία»!» Ογδόντα χρόνια μετά, πριν λίγους μήνες, ο διεθνούς φήμης οικονομικός αναλυτής Brian Merchant, στον ιστότοπο «One Zero», μιλώντας για τις συγκλονιστικές τεχνολογικές αλλαγές που συντελούνται στον χώρο  του εμπορίου μέσω του «ηλεκτρονικού εμπορίου» και, ιδίως, για την απώλεια θέσεων εργασίας στις εκατοντάδες εκατομμυρίων επιχειρήσεις, οι οποίες ενεργοποιούνται σε αυτό το οικονομικό πεδίο, μιλάει για «Αμαζονοποίηση» (“Αmazonification”).  Αφορμή των διαπιστώσεών του  είναι η γιγάντωση της παγκόσμιας πλατφόρμας εμπορίου του επιχειρηματικού κολοσσού «Amazon».

Α. Η Τεχνολογία στην υπηρεσία της εργασίας.

    Ουδείς μπορεί ν’ αμφισβητήσει το γεγονός, ότι η σύγχρονη τεχνολογική πρόοδος έχει σαφώς ευεργετικές επιπτώσεις όσον αφορά το πεδίο της ανθρώπινης εργασίας.

1. Οι θετικές επιπτώσεις.

Επιπτώσεις, οι οποίες σχετίζονται, π.χ., τόσο με το γενικότερο εργασιακό περιβάλλον -το οποίο γίνεται, τουλάχιστον κατά κανόνα, μεταξύ άλλων ασφαλέστερο και πιο υγιεινό- όσο και, κυρίως, με την φύση και την ποιότητα των θέσεων εργασίας. Kαι εδώ πρέπει να τονισθεί ότι η ίδια η τεχνολογική πρόοδος μπορεί να παράσχει τα μέσα για ν’ αντιμετωπισθεί το φαινόμενο της «Τεχνολογικής Ανεργίας», κατά τα κατωτέρω εκτιθέμενα.

2. Οι διαστάσεις των θετικών επιπτώσεων.

Πραγματικά, δημιουργούνται καθημερινά νέες θέσεις εργασίας πολύ υψηλού επιπέδου, κατεξοχήν σε ό,τι αφορά το μορφωτικό επίπεδο των εργαζομένων.  Θέσεις που οδηγούν σε μια πρωτόγνωρη και συνάμα ευεργετική αρμονική συνύπαρξη των προϋποθέσεων ανάπτυξης της προσωπικότητας του Ανθρώπου και της διαρκώς διευρυνόμενης χρήσης της Επιστήμης και της Τεχνολογίας και των εφαρμογών τους στην καθημερινή πράξη και ζωή.  Με άλλες λέξεις, και όπως ήδη επισημάνθηκε,  η ίδια η Τεχνολογία μπορεί, εφόσον αξιοποιηθεί καταλλήλως, να μας δείξει τον δρόμο αναπλήρωσης των θέσεων εργασίας, οι οποίες χάνονται ιδίως λόγω αυτοματοποίησης της εν γένει οργάνωσης του εργασιακού χώρου.

Β. Η «άλλη όψη του νομίσματος».

Όμως, είναι εξίσου αλήθεια ότι αυτή η πρόοδος ως προς τα τρέχοντα  εργασιακά δεδομένα έχει και την άλλη όψη της, της οποίας τα δυσμενή αποτελέσματα επίσης ουδείς μπορεί να παραγνωρίσει και, πολύ περισσότερο, να υποτιμήσει.

1. Η απώλεια θέσεων εργασίας.

Και τούτο διότι η ως άνω πρόοδος συνεπάγεται, εκ των πραγμάτων, σημαντική απώλεια θέσεων εργασίας, αφού πολλές τέτοιες θέσεις χάνουν την παραγωγική τους χρησιμότητα δοθέντος ότι, λόγω των εξελίξεων της Πληροφορικής και κυρίως της Τεχνητής Νοημοσύνης, ο ανθρώπινος παράγοντας στα πεδία των θέσεων αυτών τίθεται σ’ ένα είδος «περιθωρίου».  Και όσο η τεχνολογική πρόοδος καλπάζει, δεν είναι μόνο το αρνητικό κόστος της απώλειας θέσεων χειρωνακτικών ή γραμματειακών εργασιών που αυξάνει, και μάλιστα γεωμετρικώς.  Το κόστος αυτό εκτείνεται ακόμη και σε θέσεις εργασίας που ως χθες εμφανίζονταν εξειδικευμένες, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της εργασιακής ιεραρχίας.  Άρα, θέσεις εργασίας που κατείχαν -ή και κατέχουν ακόμη- εργαζόμενοι με μορφωτικό και επιστημονικό επίπεδο άνω του σύγχρονου μέσου όρου.

2. Οι επιπτώσεις για τους εργαζόμενους.

Εργαζόμενοι οι οποίοι, υπό τις συνθήκες αυτές, είχαν επενδύσει πολύ χρόνο, κόπο και οικονομικά μέσα για την κατοχύρωση της εργασιακής τους σταθερότητας και, ακόμη περισσότερο, είχαν «οικοδομήσει» έναν τρόπο κοινωνικής και οικονομικής ζωής, ο οποίος, σχεδόν από την μια στιγμή στην άλλη, καταρρέει, οδηγώντας τους σ’ ένα πραγματικά εφιαλτικό αδιέξοδο.  Στο ίδιο ανθρώπινο δυναμικό πρέπει να συνυπολογισθούν και νέοι άνθρωποι, οι οποίοι μπορεί να μην έχουν μπει ακόμη «στην παραγωγή», όμως έχουν, με πολύ μεγάλο κόστος γι’ αυτούς, οργανώσει τις σπουδές τους και το μέλλον τους με βάση τα δεδομένα συγκεκριμένων θέσεων εργασίας που εμφανίζονταν, στην αρχή του επαγγελματικού τους προσανατολισμού και προγραμματισμού, να εξασφαλίζουν ένα πολλά υποσχόμενο κοινωνικό και οικονομικό cursus honorum.

Γ. Οι δυσοίωνες προοπτικές.

Υπό τα δεδομένα αυτά, αποκτά εξαιρετική επικαιρότητα η διαπίστωση του Yuval Noah Harari, στο τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «21 Lessons for the 21st Century»[2], σύμφωνα με την οποία στην σύγχρονη Φιλελεύθερη Δημοκρατία -πάντοτε με την μορφή της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, που σίγουρα είναι το πιο συμβατό με την φύση του Ανθρώπου σύστημα διακυβέρνησης- ο μεγάλος κίνδυνος δεν είναι, βεβαίως, η κατά κυριολεξία εκμετάλλευση του Ανθρώπου από τον Άνθρωπο, όπως είχε φαντασθεί ο Karl Marx. Σήμερα πια, και με τα κατά τ’ ανωτέρω τεχνολογικά και οικονομικά δεδομένα, ο μεγάλος κίνδυνος είναι η περιθωριοποίηση του Ανθρώπου, ως παράγοντα της κοινωνικής και οικονομικής δημιουργίας και παραγωγής. Στην οποία τον εξωθεί, κατά κύριο λόγο, η δια της οδού της άκριτης τεχνολογικής εξέλιξης αναγκαστική έξοδος από την «αγορά εργασίας» και, συνακόλουθα, από το πεδίο της, δια της προσωπικής του δημιουργίας, υπεράσπισης της αξίας του και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του.

1. Η περιθωριοποίηση του Ανθρώπου.

Βεβαίως, η γενικευμένη πλήρης αυτοματοποίηση στο πεδίο της παραγωγής φαίνεται ακόμη πολύ μακρινή, ενώ ο κίνδυνος πλήρους υποκατάστασης του Ανθρώπου από τα δημιουργήματα της Τεχνολογίας -και ιδίως του συνδυασμού Πληροφορικής και Τεχνητής Νοημοσύνης- είναι, μάλλον, ουτοπικός. 

α) Παρ’ όλα αυτά η αλήθεια είναι πως η απώλεια θέσεων εργασίας παγκοσμίως, και δη θέσεων υψηλού μορφωτικού επιπέδου, βαίνει με γεωμετρική πρόοδο.  Μέσα σε αυτό το δυσοίωνο κοινωνικό και οικονομικό τοπίο, ο μέσος Άνθρωπος αρχίζει να αισθάνεται κατά κάποιο τρόπο «άχρηστος», μπαίνοντας σ’ ένα είδος κοινωνικού και οικονομικού «περιθωρίου» και αντίστοιχης «απομόνωσης». 

β) Διότι δεν πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός ότι, με τα συγκεκριμένα δεδομένα της Τεχνολογίας και της Επιστήμης, είναι εντελώς ανεύθυνο να πιστέψουμε πως ο Άνθρωπος μπορεί να υπερασπισθεί την αξία του και να αισθανθεί πως αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του, αν απλώς του διασφαλισθούν -ίσως και με την πρόοδο του Κοινωνικού Κράτους, πράγμα άκρως αμφίβολο με βάση τα τωρινά δεδομένα της κυρίαρχης οικονομικής αντίληψης διεθνώς- τα προς το ζην, δίχως όμως ενεργό συμμετοχή στο οικονομικό και κοινωνικό γίγνεσθαι και με εντελώς αβέβαιες  προοπτικές ανέλιξης στην οικονομική και κοινωνική ιεραρχία.  Μάλλον, λοιπόν, πρέπει να ξαναθυμηθούμε την αξία της ρήσης του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου[3]: «Ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται Άνθρωπος».

2. Από την μελαγχολία στην κατάθλιψη.

Η ανάλυση που προηγήθηκε πρέπει να προβληματίσει ακόμη περισσότερο, αν αναλογισθούμε ότι αυτές οι επιπτώσεις της κατά τ’ ανωτέρω «Τεχνολογικής Ανεργίας» μπορούν να εξηγήσουν εύγλωττα την ατμόσφαιρα μελαγχολίας ή και κατάθλιψης, η οποία αρχίζει να κυριαρχεί σ’ ευρύτερες, δυστυχώς, κοινωνικές ομάδες σε πολλά σημεία του Πλανήτη. 

α)  Ιδίως δε σε κοινωνικές ομάδες νέων, με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και, αντίστοιχα, με ικανότητες επιστημονικής, οικονομικής και κοινωνικής προσφοράς πάνω από τον μέσο όρο. 

α1) Το ζοφερό αυτό κλίμα εξωθεί, εκ των πραγμάτων, τον πληττόμενο από αυτές τις συνθήκες ζωής Άνθρωπο σε νοοτροπίες και συμπεριφορές άκρως υπονομευτικής, κοινωνικώς, ριζοσπαστικοποίησης.  Και είναι προφανές ότι τέτοιες νοοτροπίες και συμπεριφορές οδηγούν, κυρίως τους νέους, π.χ. σε τάσεις είτε αμφισβήτησης κάθε μορφής πολιτικής εξουσίας, ακόμη και της πιο νομιμοποιημένης δημοκρατικώς, λόγω της ανικανότητάς της να εγγυηθεί στοιχειώδεις συνθήκες αξιοκρατικής συνοχής του κοινωνικού συνόλου. 

α2) Είτε προσήλωσης σε, «νεότευκτα» διεθνώς, αυταρχικά πρότυπα ηγεσίας, τα οποία -πολλές φορές μάλιστα με την «λεοντή» του φιλελεύθερου δημοκρατικού προτύπου- εμφανίζονται, δήθεν, να «κήδονται», με συγκεκριμένες πολιτικές «οικονομικού προστατευτισμού» intra muros και ανάλογες τακτικές σχεδόν ρατσιστικής μεταχείρισης ορισμένων κοινωνικών ομάδων, των συμφερόντων και του μέλλοντος του ανθρώπινου δυναμικού, που αισθάνεται θύμα της «Τεχνολογικής Ανεργίας», υπό την προμνημονευόμενη μορφή και με τις εντεύθεν επώδυνες κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις.

α3) Αυτή την εικόνα «μετάβασης» από την μελαγχολία στην κατάθλιψη, καθώς και το συνακόλουθο φαινόμενο της ριζοσπαστικοποίησης των ανθρώπων, λόγω της απώλειας της εργασίας τους ως συνέπειας της «Τεχνολογικής Ανεργίας», έχει περιγράψει, με γλαφυρό τρόπο, ο James D. Vance, στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του «Το τραγούδι του Χαλιμπίλη»[4]: Ένας εξαιρετικά επιτυχημένος δικηγόρος στις Η.Π.Α., ο ίδιος ο James D. Vance, απόφοιτος του Πανεπιστημίου του Yale, καταγράφει την πορεία του από την απόλυτη φτώχεια των παιδικών του χρόνων- αρχικώς σε μια πόλη του Οχάϊο στην «Ζώνη της Σκουριάς», και ύστερα στο Τζάκσον του Κεντάκι, της περιοχής των Απαλαχίων- ως την σημερινή του καταξίωση που, όμως, θεωρεί απλή σύμπτωση. Διότι οι «Χαλιμπίλιδες» -«λευκά σκουπίδια»- των Μεσοδυτικών Πολιτειών των Η.Π.Α. ζουν, κατά κανόνα, λόγω της αποβιομηχάνισης και της εντεύθεν «Τεχνολογικής Ανεργίας», υπό  συνθήκες αφόρητης ανέχειας. Ανέχειας, η οποία τους οδηγεί, πολλές φορές στην  παραίτηση και στην εγκατάλειψη που καταλήγει, συνήθως, σε θυμό ή και σε οργή. Και η πρόσφατη προεκλογική περίοδος στις Η.Π.Α., με τον τρόπο που εξελίχθηκε -ιδίως δε με την πρωτόγνωρη αντιπαράθεση των οπαδών των δύο υποψηφίων Προέδρων και, κυρίως, με την συμπεριφορά πολλών ομάδων ψηφοφόρων του Ντόναλντ Τραμπ- «βεβαιώνει του λόγου το ασφαλές».

β) Είναι επίσης προφανές ότι για την αντιμετώπιση αυτής της καταθλιπτικής πορείας των πληττόμενων από την «Τεχνολογική Ανεργία» κοινωνικών συνόλων πρέπει να γίνουν αμέσως σταθερά βήματα αναπλήρωσης των χαμένων θέσεων εργασίας.  Πιο  συγκεκριμένα, οι τομές που πρέπει να γίνουν ώστε η αναπλήρωση των θέσεων εργασίας να καταστεί πράξη αφορούν δύο, κατά βάση, πεδία. 

β1) Πρώτον, το πεδίο της εκπαίδευσης, δηλαδή το πεδίο που διαμορφώνει τις γνώσεις, τις οποίες πρέπει να έχουν οι νέοι που θ’ αναζητήσουν την πρώτη τους, ουσιαστικά, εργασία.  Εκπαίδευσης, η οποία σχετίζεται όχι μόνο με την επιστημονική αλλά και με την εν γένει εργασιακή προετοιμασία.  Σε αυτό το πεδίο -στο οποίο, δυστυχώς, οι καθυστερήσεις είναι δραματικές όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση γενικότερα- η εκπαίδευση πρέπει να κατατείνει, κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της, στην μόρφωση των νέων με γνώμονα την εξ αρχής προετοιμασία τους για τις νέες θέσεις εργασίας, που αντιστοιχούν στα δεδομένα της εν διαρκή εξελίξει «Τεχνολογικής Επανάστασης». 

β2) Και, δεύτερον, το πεδίο της επανεκπαίδευσης. Δηλαδή το πεδίο διαμόρφωσης των γνώσεων, τις οποίες πρέπει ν’ αποκτήσουν, το ταχύτερο δυνατό, όσοι χάνουν την εργασία τους λόγω της εξέλιξης της «Τεχνολογικής Επανάστασης», ιδίως δε λόγω της «αυτοματοποίησης» του πρώην εργασιακού τους περιβάλλοντος.  Τούτο προϋποθέτει μακροπρόθεσμης εμβέλειας προγράμματα επανεκπαίδευσης, όσο το δυνατόν βραχύτερης διάρκειας, με παράλληλη ουσιαστική χρηματοδότηση του εκπαιδευόμενου καθ’ όλη την διάρκεια της νέας αυτής «μαθητείας» του.  Και δεν είναι υπερβολικό να υποστηρίξει κανείς ότι από τις επιδόσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα κατά τ’ ανωτέρω δύο πεδία θα κριθεί, εν πολλοίς, ο σεβασμός της αξίας και η διασφάλιση της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του Ευρωπαίου Πολίτη, άρα του ίδιου του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος.

Επίλογος

Η «Τεχνολογική Ανεργία» δεν συνιστά μοιραία -με άλλα λόγια νομοτελειακή- παρενέργεια της τεχνολογικής προόδου.  Είναι μεν γεγονός ότι η πρόοδος αυτή προκαλεί και σημαντική -και ραγδαίως, δυστυχώς, εξελισσόμενη- απώλεια θέσεων εργασίας σε πολλούς τομείς απασχόλησης, οι οποίοι μας είναι εξαιρετικά οικείοι από το παρελθόν.  Ταυτοχρόνως δε -και συνακόλουθα- διαμορφώνει ένα βαρύ κλίμα αβεβαιότητας και περιθωριοποίησης των μελών κάθε κοινωνικού συνόλου, τα οποία είναι τα θύματα της ως άνω συγκλονιστικής κοινωνικής και οικονομικής αλλαγής.  Και τούτο διότι τίποτα δεν μας εμποδίζει να χρησιμοποιήσουμε τα νέα μέσα της τεχνολογικής προόδου, προκειμένου οι θέσεις εργασίας που χάνονται ν’ αντικατασταθούν, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, με νέες.  Έτσι ώστε ο καθένας, σύμφωνα με τις συμφυείς και αλληλοσυμπληρούμενες αρχές της Ισότητας και της Αριστείας, να προσφέρει αυτό που του αναλογεί στο κοινωνικό σύνολο, στο οποίο ανήκει, και να υπερασπίζεται, αξιοπρεπώς και κατά τον προορισμό του, την αξία του και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του.  Ας μην ξεχνάμε ότι οι θεσμικές και πολιτικές αντηρίδες της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας και των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχουν, ευτυχώς, τις αντίστοιχες «αντοχές», ώστε να υπερασπισθούν τον Άνθρωπο ακόμη και έναντι των ενδεχόμενων παρεκβάσεων της Τεχνολογίας, και όχι μόνο.


[1] Χρησιμοποιείται εδώ η γαλλική έκδοση, εκδ. Odile Jacob, 1996, ιδίως σελ. 9 επ. και 217 επ. Πρβλ. την ελληνική έκδοση: «Το τέλος της βεβαιότητας – Χρόνος, χάος και οι νόμοι της φύσης», μετάφραση Σταύρος Μαρουλάκος, εκδ. Κάτοπτρο, Αθήνα, 2003.

[2] Εκδόσεις Jonathan Cape, London, 2018, ιδίως σελ. ΧΙΙ, εκδόθηκε στα ελληνικά με τίτλο, «21 Μαθήματα για τον 21ο Αιώνα», σε μετάφραση Μιχάλη Λαλιώτη και επιμέλεια Βασίλη Μαλισιόβα, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2018.

[3] δ4.

[4] Ελλ. έκδ. Δώμα, 2018.

Στην συνέχεια μπορείτε να παρακολουθήσετε την ομιλία του κ. Παυλόπουλου καθώς και την συζήτηση που ακολούθησε.