Εισαγωγή
Το νομικό καθεστώς των δημόσιων συμβάσεων, οι οποίες αφορούν την, lato sensu, ανάθεση και εκτέλεση δημόσιων έργων εξελίσσεται με ραγδαίους ρυθμούς, τόσο στην Χώρα μας όσο και διεθνώς, κατ’ εξοχήν δε στο πλαίσιο της Έννομης Τάξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Α. Και η εξέλιξη αυτή οφείλεται, τουλάχιστον κατά βάση, στην αντίστοιχη εξέλιξη των μορφών, υπό τις οποίες συνάπτεται μια δημόσια σύμβαση που σχετίζεται με την ανάθεση και εκτέλεση δημόσιων έργων, δεδομένης, φυσικά, κυρίως της πολυπλοκότητας του συστήματος μελέτης και εκτέλεσης των σύγχρονων δημόσιων έργων, πολλά από τα οποία, πέραν των τεράστιων διαστάσεών τους, απαιτούν, συνακόλουθα, ολοένα και πιο προηγμένες τεχνικές συμβατικών -και όχι μόνο- προδιαγραφών. Χαρακτηριστικό θεσμικό παράδειγμα εκπροσωπεί, στο πεδίο της Ελληνικής Έννομης Τάξης, ο ν. 4413/2016, όπως ισχύει σήμερα, αναφορικά με την ανάθεση και εκτέλεση δημόσιων συμβάσεων παραχώρησης δημόσιων έργων αλλά και υπηρεσιών. Ας σημειωθεί, ότι ο ως άνω νόμος θεσπίσθηκε, ουσιαστικώς, για την προσαρμογή της νομοθεσίας της Ελλάδας στις ρυθμίσεις της Οδηγίας 2014/23ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 26.2.2014, η οποία καθορίζει το κανονιστικό πλαίσιο του παράγωγου Ευρωπαϊκού Δικαίου ως προς την ανάθεση και εκτέλεση δημόσιων συμβάσεων παραχώρησης δημόσιων έργων και υπηρεσιών, εντός του πλαισίου των Έννομων Τάξεων των Κρατών-Μελών.
Β. «Έκπληξη», λοιπόν, προκαλεί το νομικό καθεστώς αντίστοιχων -φυσικά τηρουμένων των σχετικών αναλογιών- δημόσιων συμβάσεων παραχώρησης, πρωτίστως για την εκτέλεση δημόσιων έργων, στην Αρχαία Ελλάδα, οι οποίες, όπως προκύπτει από τα υπάρχοντα, ιδίως επιγραφικά, στοιχεία, διακρίνονται και σήμερα από εξαιρετική επικαιρότητα, λόγω της πρωτοποριακής σύλληψης και κατάρτισής τους. Το προαναφερόμενο νομικό καθεστώς ίσχυσε βεβαίως σε Πόλεις-Κράτη της Αρχαίας Ελλάδας με έντονη δημοκρατική υποδομή, στο πλαίσιο της Άμεσης Δημοκρατίας, αφού όπου επικρατούσε τυραννικό ή μοναρχικό σύστημα διακυβέρνησης -τουλάχιστον κατά κανόνα- όχι μόνο σπάνιζαν τα σημαντικά δημόσια έργα, αλλά και την εκτέλεσή τους αναλάμβαναν συνήθως τα ίδια τα όργανα της Πόλης-Κράτους. Επιπλέον, από το κατά τ’ ανωτέρω νομικό καθεστώς εκτέλεσης δημόσιων έργων προκύπτει ότι ναι μεν είναι αλήθεια ότι στην Αρχαία Ελλάδα δεν δημιουργήθηκε ολοκληρωμένη Νομική Επιστήμη, κάτι το οποίο ανήκει, αναμφισβητήτως, στην Αρχαία Ρώμη των μεγάλων νομομαθών (π.χ. Κικέρων) και προεχόντως των μεγάλων Juris Prudentes (π.χ. Gaius, Papinianus, Paulus, Ulpianus). Πλην όμως, όπως σαφώς συνάγεται από πολλά «σπαράγματα» Αρχαίων Ελληνικών Δικαίων -πάντοτε Πόλεων-Κρατών με σύστημα διακυβέρνησης στηριζόμενο στους θεσμούς της Άμεσης Δημοκρατίας- η νομοθεσία και η επέκεινα νομική πρακτική στην Αρχαία Ελλάδα ήταν εξαιρετικά εξελιγμένη. Άλλωστε δεν πρέπει να υποτιμάται το γεγονός ότι, κατά την κρατούσα άποψη, διατάξεις του «γεννήτορα» της νομοθεσίας της Αρχαίας Ρώμης, του «Δωδεκάδελτου Νόμου», έλκουν την καταγωγή τους από την νομοθεσία της Αρχαίας Ελλάδας, και συγκεκριμένα εκείνης της Αρχαίας Αθήνας (βλ., αντί άλλης παραπομπής, Π. Παυλόπουλου, «Η διαχρονική “οφειλή” της Ευρώπης στην Ελλάδα. Το “δάνειο-δωρεά” του Ελληνικού Πολιτισμού», εκδ. Gutenberg, Αθήνα, 2022, ιδίως σελ. 114 επ.). Ένα τέτοιο, ιδιαιτέρως αντιπροσωπευτικό, παράδειγμα μιας εντυπωσιακώς πρωτοποριακής, κυριολεκτικώς, για τα δεδομένα της εποχής της σύμβασης παραχώρησης δημόσιου έργου στην Αρχαία Ελλάδα συνιστά εκείνη, η οποία -μάλλον περί το 320 π.Χ.- είχε συναφθεί, με αντικείμενο την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών, μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και ενός περιώνυμου εργολάβου της εποχής, του Χαιρεφάνους. Σίγουρα η σύμβαση αυτή δεν είναι και η μοναδική, πλην όμως ως προς αυτήν έχουν, ευτυχώς, διασωθεί ως τις μέρες μας επαρκή στοιχεία τεκμηρίωσης του ως άνω ισχυρισμού, όπως καταδεικνύουν οι σκέψεις που ακολουθούν.
Ι. Τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του νομικού καθεστώτος των σύγχρονων δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων
Όπως προεκτέθηκε, στην Ελληνική Έννομη Τάξη το νομικό καθεστώς των δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων- και υπηρεσιών βεβαίως, πλην όμως η προκείμενη ανάλυση περιορίζεται, λόγω της ιδιοσυστασίας του περιεχομένου της προαναφερόμενης σύμβασης μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους για την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών, στο νομικό καθεστώς των δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων- διέπεται από τις διατάξεις του ν. 4413/2016 «Ανάθεση και εκτέλεση συμβάσεων παραχώρησης. Εναρμόνιση με την Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 26/2/2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94/28.3.2014) και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει σήμερα. Από τον τίτλο του νόμου τούτου και όπως προαναφέρθηκε, συνάγεται ότι θεσπίσθηκε προκειμένου να προσαρμοσθεί η Ελληνική Έννομη Τάξη στις ρυθμίσεις της Οδηγίας 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 26.2.2014, η οποία τέθηκε σ’ εφαρμογή στις 28.3.2014.
Α. Η νομική ιδιοσυστασία των δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων
Από τον συνδυασμό των προμνημονευόμενων διατάξεων του ν. 4413/2016 και της Οδηγίας 2014/23/ΕΕ συνάγεται ότι η νομική ιδιοσυστασία των δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων συνίσταται, σε γενικές γραμμές, κυρίως στα εξής:
- Η δημόσια σύμβαση ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων είναι, κατά τα βασικά της χαρακτηριστικά, μια δημόσια σύμβαση ανάθεσης και εκτέλεσης δημόσιων έργων εν γένει, εντός του πλαισίου όμως της οποίας το εργολαβικό αντάλλαγμα συνίσταται είτε αποκλειστικώς στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου είτε στον συνδυασμό των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης με την υποχρέωση καταβολής πληρωμής. Με άλλες λέξεις, η «κλασική» δημόσια σύμβαση ανάθεσης και εκτέλεσης δημόσιου έργου περιορίζεται -έστω και αν δεν πρόκειται για την μόνη αντιπαροχή- στην αντιπαροχή, την οποία καταβάλλει, απευθείας, η αναθέτουσα δημόσια αρχή στον εργολήπτη, ενώ στην δημόσια σύμβαση ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων η αντίστοιχη αντιπαροχή διαμορφώνεται από έναν συνδυασμό με δύο σκέλη: Κατά το πρώτο, η αντιπαροχή μπορεί να συνίσταται στο διάστημα εκμετάλλευσης του μέλλοντος να προκύψει έργου. Και κατά το δεύτερο, η αντιπαροχή μπορεί να συνίσταται στον συνδυασμό της άσκησης του δικαιώματος εκμετάλλευσης, κατά τ’ ανωτέρω, και της υποχρέωσης καταβολής πληρωμής (πρβλ. ΔΕΕ, 10.3.2011, C-274/09, EΣ, 301/2015).
- Περαιτέρω, εκτός από το προαναφερόμενο κριτήριο του τρόπου αντιπαροχής αναφορικά με την νομική ιδιοσυστασία των δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων κρίσιμο ρόλο διαδραματίζει και το ότι στις συμβάσεις αυτές:
α) Ο προκύπτων νομικός δεσμός μεταξύ των αντισυμβαλλόμενων μερών προϋποθέτει την ανάληψη, εκ μέρους του παραχωρησιούχου, του κινδύνου που ενδεχομένως απορρέει από την μελλοντική εκμετάλλευση του εκτελεστέου έργου (ΔΕΕ, 11.6.2009, C-300/07).
β) E contrario, αν δεν υφίσταται μια τέτοια ανάληψη κινδύνου εκ μέρους του παραχωρησιούχου, τούτο συνιστά ουσιώδη ένδειξη ότι στην περίπτωση αυτή δεν πρόκειται για δημόσια σύμβαση ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων (ΔΕΕ, 8.9.2011, C-225/2015).
γ) Εν κατακλείδι, το θεμελιώδες χαρακτηριστικό των δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων εντοπίζεται στην ανάληψη, εκ μέρους του παραχωρησιούχου, του «λειτουργικού κινδύνου» σχετικά με την εκμετάλλευση του μέλλοντος να προκύψει έργου (βλ. π.χ. ΣτΕ, 880/2016), όπως άλλωστε αναφέρεται, ρητώς, στην αιτιολογική σκέψη no 20 της ως άνω Οδηγίας 2014/23/ΕΕ: «Ο λειτουργικός κίνδυνος πρέπει να είναι αποτέλεσμα παραγόντων εκτός του ελέγχου των μερών. Ο κίνδυνος που συνδέεται με κακή διαχείριση, με μη εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων από τον οικονομικό φορέα ή με γεγονότα ανωτέρας βίας δεν είναι αποφασιστικής σημασίας για τον σκοπό της ταξινόμησης ως παραχώρησης, δεδομένου ότι οι κίνδυνοι αυτοί είναι εγγενείς σε κάθε σύμβαση, είτε πρόκειται για δημόσια σύμβαση είτε για σύμβαση παραχώρησης. Ως λειτουργικός κίνδυνος ορίζεται ο κίνδυνος έκθεσης στις αστάθμητες συνθήκες της αγοράς, ο οποίος μπορεί να συνίσταται είτε σε κίνδυνο σχετιζόμενο με τη ζήτηση ή με την προσφορά, ή και με την προσφορά και με τη ζήτηση. Ως κίνδυνος που σχετίζεται με την προσφορά νοείται ο κίνδυνος που αφορά την παροχή έργων ή των υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο της σύμβασης και ειδικότερα ο κίνδυνος να μην ανταποκρίνεται στη ζήτηση η παροχή των υπηρεσιών. Για την αξιολόγηση του λειτουργικού κινδύνου θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η καθαρή παρούσα αξία του συνόλου των επενδύσεων, των δαπανών και των εσόδων του παραχωρησιούχου κατά τρόπο συνεπή και ενιαίο».
Β. Μορφές δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων
Η Διεθνής και η Ευρωπαϊκή πρακτική, κατ’ επέκταση δε και η Ελληνική πρακτική, έχουν ήδη αναδείξει πλειάδα μορφών δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης κυρίως δημόσιων έργων, οι οποίες μάλιστα προσαρμόζονται διαρκώς στην αδήριτη ανάγκη μελέτης και κατασκευής ολοένα και πιο σύνθετων και πολύπλοκων δημόσιων έργων, πολλώ μάλλον όταν κάποια από αυτά προσλαμβάνουν οιονεί «φαραωνικές» διαστάσεις.
- Ήδη και στο πλαίσιο της Ελληνικής Έννομης Τάξης, η οποία βεβαίως, κατά τα προεκτεθέντα, επηρεάζεται ευθέως από την Ευρωπαϊκή Έννομη Τάξη ιδίως σ’ επίπεδο παράγωγου Ευρωπαϊκού Δικαίου, έχουν εμφανισθεί τουλάχιστον δεκαέξι μορφές δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης, μεταξύ των οποίων δεσπόζουσα θέση κατέχουν εκείνες που αφορούν παραχώρηση δημόσιων έργων. Τέτοιες μορφές δημόσιων συμβάσεων, οι οποίες διαφοροποιούνται στην πράξη κατ’ εξοχήν αφενός από κατά την κατανομή των επιμέρους αντικειμένων και των αντίστοιχων κινδύνων της συνεργασίας μεταξύ των αντισυμβαλλόμενων μερών και, αφετέρου, από το ποιος διατηρεί την κυριότητα των παγίων, συνιστούν κυρίως οι ακόλουθες:
α) Β.Ο.Τ. (Built – Operate – Transfer) και Β.Ο.Ο.Τ. (Built – Own– Operate – Transfer), όπου ο ανάδοχος κατασκευάζει, συντηρεί και λειτουργεί, σύµφωνα µε τις συµβατικές προδιαγραφές, το έργο που είτε ανήκει κατά κυριότητα στο ∆ηµόσιο (περίπτωση B.O.T.) ή στον ίδιο (περίπτωση B.O.O.T.) για ένα χρονικό διάστημα. Μετά την λήξη του οποίου -ήτοι της «παραχώρησης»– είτε μεταβιβάζει την λειτουργία του (Β.Ο.Τ.) είτε την κυριότητά του (Β.Ο.Ο.Τ) στο Δημόσιο.
β) B.T.O. (Built – Tranfer – Operate), όπου ο ανάδοχος σχεδιάζει, χρηµατοδοτεί και κατασκευάζει το έργο.
γ) Β.O.O. (Built – Own – Operate), όπου το ∆ηµόσιο απευθύνεται στον ιδιωτικό τοµέα για την κατασκευή ενός κοινωφελούς έργου.
δ) B.B.O. (Buy – Built – Operate), όπου το ∆ηµόσιο πωλεί υπάρχουσες εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας σε ιδιώτες, για να προσελκύσει επιχειρηµατικά κεφάλαια και πρόσθετες επενδύσεις (π.χ. ανακαίνιση-επέκταση) σε αυτές.
ε) L.R.O. (Lease – Rehabilitate – Operate), όπου το ∆ηµόσιο ενοικιάζει υπάρχουσες εγκαταστάσεις σε ιδιώτη, ο οποίος επενδύει οικονοµικώς για τον εκσυγχρονισµό τους ή την επέκτασή τους και αναλαµβάνει την λειτουργία και εκµετάλλευσή τους για ορισµένο χρόνο, στο πλαίσιο σύµβασης µε το ∆ηµόσιο, που παραµένει κύριος του έργου.
στ) B.O.L.T. (Built – Own – Lease – Transfer), όπου ο ανάδοχος χρηµατοδοτεί και κατασκευάζει το έργο, το οποίο ενοικιάζει µε την μέθοδο leasing στο ∆ηµόσιο, που καταβάλλει περιοδικώς πληρωµές στον ιδιώτη.
ζ) D.B.F.O. (Design – Build – Finance – Operate), όπου ο ανάδοχος σχεδιάζει, κατασκευάζει, λειτουργεί και χρηµατοδοτεί το πάγιο και επανακτά την αξία των επενδεδυµένων κεφαλαίων από τις πληρωµές, που καταβάλλει το ∆ηµόσιο για τις υπηρεσίες, οι οποίες παρέχονται κατά την διάρκεια της σύµβασης.
η) D.B.O. (Design – Build – Operate), όπου ο ανάδοχος ιδιωτικός φορέας αναλαµβάνει τον σχεδιασµό και την κατασκευή του παγίου, το οποίο ωστόσο πρέπει να πληροί συγκεκριµένες προδιαγραφές που τίθενται από το ∆ηµόσιο.
θ) D.B.G.O. (Design – Built – Guarantee – Operate), όπου ακολουθούνται οι προδιαγραφές του ∆ηµοσίου για τον σχεδιασµό και την κατασκευή και ο ανάδοχος ιδιωτικός φορέας αναλαµβάνει την λειτουργία και την συντήρηση του παγίου για ορισµένο χρόνο, μετά το πέρας του οποίου το πάγιο επιστρέφει στο ∆ηµόσιο.
2. Από τις ως άνω μορφές δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων ιδιαίτερη σημασία, και αναφορικά με την πρακτική στην Ελλάδα -δοθέντος ότι συνήφθησαν και εκτελέσθηκαν για την κατασκευή μεγάλων έργων, όπως π.χ. το Αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος», η Ελευθέρα Λεωφόρος Σπάτων-Ελευσίνας, η Δυτική Περιφερειακή Λεωφόρος Υμηττού και η ζεύξη Ρίου – Αντιρρίου- αλλά και για το εξεταζόμενο εδώ θέμα της νομικής φύσης της σύμβασης αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους, έχουν οι εξής δύο, για τις οποίες εκτός από τα προαναφερθέντα προστίθενται και τα εξής:
α) Β.Ο.Τ. (Built – Operate – Transefer). Πρόκειται για δημόσια σύμβαση, στο πλαίσιο της οποίας ο ανάδοχος κατασκευάζει, συντηρεί και λειτουργεί, σύμφωνα με τις συμβατικές προδιαγραφές, το έργο που ανήκει κατά κυριότητα στο Δημόσιο. Και τούτο για ένα χρονικό διάστημα -την «περίοδο παραχώρησης»– μετά την λήξη του οποίου μεταβιβάζει μόνο την λειτουργία του στο Δημόσιο. Ο ιδιώτης ανάδοχος, κατά την εκτέλεση της ως άνω δημόσιας σύμβασης, αναλαμβάνει μέρος ή και το σύνολο της χρηματοδότησης του έργου.
β) B.O.O.T. (Built – Own – Operate – Transfer). Πρόκειται για δημόσια σύμβαση, στο πλαίσιο της οποίας ο ανάδοχος κατασκευάζει, συντηρεί και λειτουργεί, σύμφωνα με τις συμβατικές προδιαγραφές, το έργο που ανήκει κατά κυριότητα στον ίδιο. Και τούτο για ένα χρονικό διάστημα -την «περίοδο παραχώρησης»– μετά την λήξη του οποίου μεταβιβάζει την ιδιοκτησία του στο Δημόσιο. Και στην προκείμενη περίπτωση ο ιδιώτης ανάδοχος, κατά την εκτέλεση της ως άνω δημόσιας σύμβασης, αναλαμβάνει μέρος ή και το σύνολο της χρηματοδότησης του έργου.
ΙΙ. Τα ιδιαίτερα νομικά χαρακτηριστικά της σύμβασης μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους για την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών
Η ιστορική έρευνα έχει αναδείξει πλειάδα παραδειγμάτων (βλ., αντί άλλης παραπομπής, R.K. Pitt, Inscribing Construction: The Financing and Administration of Public Building in Greek Sanctuaries, in M. Miles (ed.), A Companion to Greek Architecture, Wiley-Blackwell, 2016, σελ. 194-205) που τεκμηριώνουν την διαπίστωση, ότι στην Αρχαία Ελλάδα, κυρίως από τον 5οαιώνα π.Χ. και μετέπειτα, παρατηρείται η πρακτική εξαιρετικά εξελιγμένων συμβατικών πρακτικών, οι οποίες εμφανίζουν εντυπωσιακές ομοιότητες με τις σύγχρονες δημόσιες συμβάσεις ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων. Και μάλιστα, πρωτίστως μεταξύ 4ου και 2ου αιώνα π.Χ., οι ως άνω συμβατικές πρακτικές για δημόσια έργα κατασκευής ιδίως ναών, υδραγωγείων και τειχών είχαν πάρει μια πρώιμη μορφή συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), που βρισκόταν αρκετά κοντά στην σύγχρονη μορφή τέτοιων συμβάσεων. Με άλλες λέξεις, στην Αρχαία Ελλάδα ήταν σχεδόν κοινός τόπος η ύπαρξη συμβατικών κανόνων δικαίου για την ανάθεση και εκτέλεση δημόσιων συμβάσεων παραχώρησης δημόσιων έργων, και δη κανόνων δικαίου αναφορικά με την διαδικασία προκήρυξης, ανάθεσης, παρακολούθησης της εκτέλεσης και παραλαβής των δημόσιων έργων, με «κολοφώνα» τους κανόνες δικαίου ελέγχου της ενδεχόμενης παραβατικότητας του εργολάβου και της επιβολής εις βάρος του σχετικών κυρώσεων. Ας σημειωθεί ότι, όπως ήδη τονίσθηκε εισαγωγικώς, οι κατά τ’ ανωτέρω συμβατικές πρακτικές δημόσιων έργων αφορούσαν, σχεδόν αποκλειστικώς, Πόλεις-Κράτη που υιοθετούσαν στοιχειωδώς το σύστημα της Άμεσης Δημοκρατίας, αφού σε αυταρχικά καθεστώτα η εκτέλεση δημόσιων έργων ήταν έργο της ίδιας της Πόλης-Κράτους και των οργάνων τους, με απάνθρωπη πολλές φορές εκμετάλλευση δούλων, αφού το καθεστώς της δουλείας «ανθούσε» σε αυτές. Πέραν δε τούτου μόνο σε Πόλεις-Κράτη με την ως άνω, έστω και στοιχειώδη, δημοκρατική υποδομή ήταν νοητός ο προμνημονευόμενος έλεγχος μετά κυρώσεων εις βάρος των παραβατών εργολάβων, κατά το πρότυπο του θεσμού της «εύθυνα» στην Αρχαία Αθήνα. Θεσμού, κατά τον οποίο η άσκηση δημόσιας λειτουργίας συνεπαγόταν, κατά την λήξη της, τον απολογισμό άσκησής της από τον φορέα της σε οικονομικό, και όχι μόνο, πλαίσιο καθώς και την επέκεινα εκκίνηση, όταν τούτο κρινόταν αναγκαίο, των θεσμικώς καθορισμένων κυρωτικών μηχανισμών (βλ. Π. Παυλόπουλου, Η Αστική Ευθύνη του Δημοσίου, Ι, Γενική Θεώρηση, εκδ. Α. Σάκκουλα, Αθήνα, 1986, σελ. 60 επ., με περαιτέρω εκτενείς παραπομπές στην βιβλιογραφία).
Α. Το ιστορικό της σύναψης και εκτέλεσης της σύμβασης μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους για την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών
Ο βασικός λόγος για τον οποίο η έρευνα, ως προς την σύγχρονη επικαιρότητα των δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων στην Αρχαία Ελλάδα, εντοπίζεται, κατά κανόνα, στην σύναψη και εκτέλεση της σύμβασης μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους για την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών οφείλεται, πρωτίστως, στα άφθονα γραπτά τεκμήρια που διαθέτουμε σήμερα ως προς το πλήρες ιστορικό της σύναψής της, ιδίως δε ως προς το κανονιστικό της περιεχόμενο, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των δύο αντισυμβαλλόμενων μερών. Πρέπει, κατά συνέπεια, να παρατηρηθεί ότι πέραν της σύμβασης αυτής διασώζονται, έστω και ελλιπή, επιγραφικά στοιχεία για μεγάλα δημόσια έργα στην Αρχαία Ελλάδα, π.χ. στην Αθήνα, στον Πειραιά, στην Βραυρώνα, στην Ελευσίνα, στους Δελφούς, στην Δήλο και στην Επίδαυρο. Έτσι π.χ. είναι άκρως ενδιαφέρον το επιγραφικό στοιχείο, το οποίο αφορά την μελέτη του κτιρίου της «Σκευοθήκης του Φίλωνος» στον Πειραιά, και το οποίο σώζεται χαραγμένο σε σχετική στήλη του Επιγραφικού Μουσείου Αθηνών (ΕΜ,1,2538).
- Πολλά οφείλουμε εν προκειμένω στο γεγονός, ότι οι δημοκρατικές θεσμικές υποδομές Πόλεων-Κρατών στην Αρχαία Ελλάδα εφάρμοζαν, κυρίως για λόγους διαφάνειας και λογοδοσίας, την πρακτική της χάραξης των βασικών κανόνων των δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιων έργων σε λίθινες ή και, σπανιότερα, σε μαρμάρινες στήλες, οι οποίες έχουν φθάσει ως εμάς και φυλάσσονται σε διάφορα Μουσεία της Χώρας, κατά τ’ ανωτέρω. Κατά κύριο δε λόγο οι πληρωμές προς τον εργολάβο καταγράφονταν σε ειδικές στήλες οιονεί «οικονομικής διαχείρισης», έτσι ώστε να καθίσταται «κοινό κτήμα» για τους πολίτες ο απολογιστικός έλεγχός τους εκ μέρους των αρμόδιων οργάνων της Πόλης-Κράτους (π.χ. εκ μέρους των «λογιστών», στην περίπτωση της Αρχαίας Αθήνας). Στην περίπτωση της σύμβασης μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους για την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών, αυτή έχει διασωθεί, κατά το μεγάλο μέρος του περιεχομένου της, σε στήλη με διαστάσεις ύψους 0,8 μ., πλάτους 0,47 μ. και πάχους 0,09μ., η οποία βρέθηκε στην Χαλκίδα, το 1860, και φυλάσσεται στο Επιγραφικό Μουσείο Αθηνών (ΕΜ,1,1553).
- Επιστρέφοντας στα δεδομένα της εποχής εκείνης ξεκινάμε από τον Χαιρεφάνη ο οποίος, κατά τα υπάρχοντα ιστορικά δεδομένα, μάλλον -διότι υπάρχουν και αντίθετες απόψεις- ήταν μέλος του σώματος των εξαιρετικά μορφωμένων και επιδέξιων μηχανικών που ακολούθησαν την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ασία και, μετά το τέλος της, επέστρεψαν για να εργασθούν, έναντι πολύ μεγάλων αμοιβών, σε δημόσια έργα των Πόλεων-Κρατών ιδίως στον τότε ευρύτερο Ελλαδικό χώρο. Συγκεκριμένα, ο Χαιρεφάνης κλήθηκε από τον Δήμο Ερετριέων -είναι χαρακτηριστικό ότι την ίδια εποχή, πάντα κατά τα υπάρχοντα ιστορικά στοιχεία, ο «συνάδελφος» του Χαιρεφάνους στο σώμα μηχανικών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Ολύνθιος Κράτης, είχε αναλάβει, με την σειρά του, το έργο αποστράγγισης της λίμνης Κωπαΐδας, για το οποίο όμως δεν διασώθηκαν άλλα στοιχεία- προκειμένου να φέρει σε πέρας ένα μείζον έργο για την περιοχή, εκείνο της αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών, που κατά μια άποψη ταυτίζεται με την λίμνη Δύστου, περίπου 65 χλμ νοτίως της Χαλκίδας. Η λίμνη των Πτεχών βρισκόταν εντός των ορίων του Δήμου Ερετριέων και η αποστράγγισή της ήταν αναγκαία και για λόγους εκμετάλλευσης της γης, που θα προέκυπτε μετά την αποστράγγιση, αλλά και για λόγους υγιεινής, αφού το ελώδες του βιοτόπου της εγκυμονούσε σημαντικούς κινδύνους πρόκλησης και εξάπλωσης ασθενειών στους γύρω κατοίκους. Το συμβόλαιο της σύμβασης με τον Χαιρεφάνη είχε συνυπογραφεί από τον Δήμο Ερετριέων, ως εκπρόσωπο τριάντα ενός Δήμων της Εύβοιας. Για την ιστορική ακρίβεια, πάνω από εκατόν πενήντα «πληρεξούσιοι» των ως άνω Δήμων υπέγραψαν την σύμβαση αυτή ως «αντισυμβαλλόμενοι μάρτυρες».
Β. Το κανονιστικό περιεχόμενο της σύμβασης μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους για την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών
Ως προς την «δομή» της ως άνω σύμβασης, που συντίθεται από εξήντα έξι στίχους, το πρώτο μέρος, συντεταγμένο σε τριάντα πέντε στίχους, συνιστά το βασικό μέρος του συμβολαίου εκτέλεσης του έργου της αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών. Ακολουθούν δύο ψηφίσματα, της Βουλής και του Δήμου Ερετριέων, εκ των οποίων το μεν πρώτο, μεταξύ των στίχων 36-42, καθιερώνει καθεστώς μερικής ασυλίας στον Χαιρεφάνη και τους συνεργάτες του, καθ’ όλη την διάρκεια εκτέλεσης του έργου. Το δε δεύτερο, μεταξύ των στίχων 42-60, είναι αφιερωμένο στους όρκους των αντισυμβαλλόμενων μερών, για την τήρηση των συμπεφωνημένων, προς τον Απόλλωνα και την Αρτέμιδα, με την προσθήκη κυρωτικών ρητρών στην περίπτωση αθέτησης των συμβατικών όρων, όπως π.χ. η κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων του Χαιρεφάνους και των υπεργολάβων-συνεργατών του.
- Η ανάθεση του έργου αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών στον εργολάβο Χαιρεφάνη από τον Δήμο Ερετριέων δεν ήταν, κάθε άλλο, τυχαία. Και τούτο διότι ιδίως από στοιχεία που μας έχει διασώσει ο Στράβων («Γεωγραφικά», ΙΧ C. 406 επ., τ. ΙV), ο Χαιρεφάνης είχε ειδικευθεί, σε υψηλότατο βαθμό, ως μηχανικός του Μεγάλου Αλεξάνδρου κατά τ’ ανωτέρω, στην κατασκευή σηράγγων και διαύλων, ενώ του αποδίδεται και ένα, μη σωζόμενο όμως, συγγραφικό έργο, με αντικείμενο την σχεδίαση και την κατασκευή υδραυλικών έργων.
α) Ένα καίριο απόσπασμα, όπως παρατίθεται κατωτέρω, της μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους σύμβασης για την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών, μας προδιαθέτει ή και μας πληροφορεί επαρκώς σε ό,τι αφορά τα βασικά ζητήματα της νομικής της ιδιοσυστασίας: «Κατὰ τάδε Χαιρεφάνης ἐπαγγέλλεται Ἐρετριεῦσιν… ἐξάξειν καὶ ξηρὰν ποιήσειν τὴν λίμνην τὴν ἐν Πτέχαις αὐτὸς τὰ ἀναλώματα παρέχων εἰς τὴν ἐξαγωγήν… Ἐπειδὰν δὲ ἐξαγάγει τὴν λίμνην, καρπιζέσθω τὴν γῆν τῆς λίμνης τριάκοντα ταλάντων μισθωθεῖσαν δέκα ἔτη ὑποτελέων τῆ πόλει τὸ μίσθωμα … Καὶ ἐξέστω δὲ Χαιρεφάνει καὶ ἐν τοῖς ἰδι̣ωτικοῖς χωρίοις φρεατίας ποεῖν τῶ ὑπονόμω, ἀλλὰ ταύτας μὴ ποείτω πλὴν διὰ τοῦ χωρίου οὗπερ καὶ πρότερον τὴν τιμὴν δῷ». («Σύμφωνα με αυτά ο Χαιρεφάνης αναλαμβάνει τις εξής υποχρεώσεις έναντι του Δήμου Ερετριέων: Ν’ αποστραγγίσει την λίμνη από το νερό και να την αποξηράνει με δικές του, αποκλειστικώς, δαπάνες. Όταν δε την αποξηράνει να έχει, με μίσθωση δεκαετούς διάρκειας, την συνολική και πλήρη επικαρπία της γης που θα δημιουργηθεί μετά την αποστράγγισή της, καταβάλλοντας, κατά τα προβλεπόμενα στην ανωτέρω σύμβαση, μίσθωμα ύψους τριάντα ταλάντων στον Δήμο Ερετριέων. Επιτρέπεται δε στον Χαιρεφάνη να καταλαμβάνει και γη ιδιωτών, προκειμένου να κατασκευάσει τ’ αναγκαία φρεάτια για την ολοκλήρωση του αποχετευτικού αγωγού, πλην όμως τούτο θα μπορεί να το πράξει μόνον ως προς εκείνες τις εκτάσεις, για τις οποίες έχει προηγουμένως καταβάλει πλήρη αποζημίωση.»)
β) Σύμφωνα λοιπόν με την ως άνω σύμβαση ο Χαιρεφάνης ανέλαβε την υποχρέωση, κατά τις προδιαγραφές της σχετικής σύμβασης παραχώρησης δημόσιου έργου, έναντι του Δήμου Ερετριέων ν’ αποστραγγίσει την λίμνη των Πτεχών κατασκευάζοντας μια υπόγεια σήραγγα, η οποία θα ξεκινούσε από το βορειοανατολικό άκρο της λίμνης και θα κατέληγε, ακολουθώντας βορειοανατολική κατεύθυνση, στον Ευβοϊκό Κόλπο. Επρόκειτο για υπόγεια σήραγγα μήκους 2,5 χλμ., ύψους 1,8 μ. και πλάτους 1,5 μ., η οποία, κατά τις κατασκευαστικές προδιαγραφές, θα διέθετε πρόσθετη, σε σχέση με τις υφιστάμενες καταβόθρες, χωρητικότητα, προκειμένου να επιτευχθεί η όλη διαδικασία της αποστράγγισης στον λιγότερο δυνατό χρόνο. Είναι εξαιρετικά αξιοσημείωτο, από τεχνικής πλευράς, το γεγονός ότι, πάντα κατά τις κατασκευαστικές συμβατικές προδιαγραφές, η σήραγγα αποστράγγισης έπρεπε να διαθέτει δέκα έξη φρεάτια βάθους ως εξήντα μέτρα, σχεδιασμένα έτσι ώστε να διασφαλίζεται επαρκής φωτισμός για να μπορούν τα συνεργεία να εργάζονται αποτελεσματικά, τόσο κατά την κατασκευή όσο και μετά το τέλος κατασκευής για τον έλεγχο της συντήρησης της σήραγγας, με τρόπο που καθιστά την αποστράγγιση πλήρη, διαρκή και αποδοτική.
γ) Πέραν τούτων, ο Χαιρεφάνης και οι συνεργάτες του όφειλαν να κατασκευάσουν και συμπληρωματικά έργα, όπως ιδίως φρεάτια, αποστραγγιστικές διώρυγες, υπονόμους και προστατευτικά, ξύλινα αλλά και μεταλλικά, κιγκλιδώματα. Ουσιώδης δε όρος της σύμβασης αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών ήταν η κατασκευή υδατοδεξαμενής μήκους τριακοσίων εξήντα μέτρων, εφοδιασμένης με τους κατάλληλους αγωγούς -ακόμη δε και κινητές θυρίδες- για την άρδευση του εδάφους, το οποίο επρόκειτο να προκύψει μετά το τέλος της αποστράγγισης.
2. Ως προς τα κατά την σύμβαση μεταξύ αυτού και του Δήμου Ερετριέων δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του Χαιρεφάνους επισημαίνονται, ενδεικτικώς, τα εξής:
α) Ξεκινώντας, αντιστρόφως, από τις υποχρεώσεις ο Χαιρεφάνης:
α1) Όφειλε να περατώσει το έργο της αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών εντός μιας τετραετίας, η οποία μπορούσε να παραταθεί, σε περίπτωση πολέμου, ισοχρόνως. Κάτι που παραπέμπει, εντόνως, στις σύγχρονες συμβατικές ρήτρες περί δημόσιων έργων αναφορικά με την συνδρομή συνθηκών ανωτέρας βίας.
α2) Όφειλε ν’ αποφύγει, όσο αυτό ήταν δυνατό με τα τεχνικά δεδομένα της εποχής, την λόγω των εργασιών αποστράγγισης καταστροφή καλλιεργήσιμων εκτάσεων εκτός της λίμνης, εκμεταλλευόμενος, ιδίως για τα εργοτάξια, γειτονικούς χώρους γης δίχως καλλιεργητική χρησιμότητα.
α3) Υποχρεωνόταν στην καταβολή δίκαιων αποζημιώσεων προς εκείνους του ιδιοκτήτες γης περί την λίμνη των Πτεχών, που τμήμα της ιδιοκτησίας τους επιβαρυνόταν από συμπληρωματικά κατασκευαστικά έργα, με μέτρο αποζημίωσής τους μια δραχμή ανά «τετραγωνικό πόδα». Από αυτή την συγκεκριμένη συμβατική ρήτρα μπορεί βασίμως να συναχθεί ότι κατά το νομικό σύστημα του Δήμου Ερετριέων υπήρχε άκρως προηγμένο καθεστώς προστασίας της ακίνητης ατομικής ιδιοκτησίας. Καθεστώς, το οποίο εμφανίζει ορισμένες, διόλου αμελητέες, ομοιότητες π.χ. με την κατά τις διατάξεις του άρθρου 17 του ισχύοντος Συντάγματός μας ρύθμιση περί των όρων και των προϋποθέσεων αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Πραγματικά, όπως συνάγεται από το περιεχόμενο της σύμβασης μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους στην προκείμενη περίπτωση, οι ιδιοκτήτες της περί την λίμνη των Πτεχών γης δεν ήταν νομικώς δυνατό ν’ «αποξενωθούν», καθ’ οιονδήποτε τρόπο, από την κυριότητά τους υπέρ του Χαιρεφάνους και των συνεργατών του – υπεργολάβων, παρά μόνον ύστερα από την προηγούμενη καταβολή αντίστοιχης πλήρους αποζημίωσης.
α4) Υποχρεωνόταν να συντηρεί σε καλή λειτουργική κατάσταση το υδραυλικό έργο καθ’ όλη την διάρκεια εκμετάλλευσής του από τον ίδιο και να το παραδώσει, μετά το τέλος της εκμετάλλευσης, σε επίσης καλή λειτουργική κατάσταση.
α5) Επιβαρυνόταν με όλα τα έξοδα αμοιβών του κάθε είδους προσωπικού που θα χρησιμοποιούσε κατά την διάρκεια της κατασκευής των αποστραγγιστικών έργων.
α6) Υποχρεωνόταν να καταβάλλει:
- Ποσό τριάντα ταλάντων ως εγγύηση καλής εκτέλεσης του έργου, με την πρόσθετη υποχρέωση ανάθεσης της επιγραφής που περιείχε την σύμβαση στον ναό του Απόλλωνος στην Ερέτρια, και δημιουργίας δύο αντιγράφων της ανατεθειμένων στα Μέγαρα και στην Άνδρο, απ’ όπου μάλλον κατάγονταν οι γονείς του αντιστοίχως. Το ποσό αυτό έπρεπε να επιστραφεί στον Χαιρεφάνη με την επίσημη τελική διαπίστωση της καλής εκτέλεσης του έργου.
- Ποσό επίσης τριάντα ταλάντων, σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις (4 Χ 12), καταβλητέο ως την ολοκλήρωση του έργου αποστράγγισης, που είχε την μορφή ενός είδους προκαταβολής ενοικίου για την μετά το τέλος της αποστράγγισης δεκαετή εκμετάλλευση, εκ μέρους του, της προς χρήση γης που θα είχε προκύψει.
α7) Σε περίπτωση θανάτου του, οι κληρονόμοι του και οι συνεργάτες του υπεισέρχονταν στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του, ως αντισυμβαλλόμενοι, ως την ολοκλήρωση της εκτέλεσης της σύμβασης.
α8) Αποδεχόταν να υποστεί αυσττηρές ποινές, τόσο αυτός όσο και κάθε τρίτος εργαζόμενός του, αν επιχειρούσαν αυθαιρέτως ακύρωση της ως άνω σύμβασης καθ’ όλη την διάρκεια της ισχύος της.
β) Από πλευράς δικαιωμάτων, στον Χαιρεφάνη είχαν παραχωρηθεί, μεταξύ άλλων, και τα εξής, κυρίως, δικαιώματα:
β1) Δικαίωμα πλήρους εκμετάλλευσης της γης, η οποία θα προέκυπτε από την αποστράγγιση, για χρονικό διάστημα δέκα ετών, με δυνατότητα, κατά την κρίση του, ισόχρονης παράτασης σε περίπτωση πολέμου. Άρα, κατά τ’ ανωτέρω, σε περίπτωση συνδρομής περιστάσεων ανωτέρας βίας.
β2) Δικαίωμα εισαγωγής ελευθέρως, και χωρίς κανένα άμεσο ή έμμεσο δασμό, όλων, ανεξαιρέτως, των απαραίτητων για τα έργα αποστράγγισης υλικών, προεχόντως δε υλικών ξυλείας και μετάλλου.
γ) Διασαφηνίζεται, τέλος, ότι δεν διαθέτουμε επαρκή στοιχεία ως προς το αν ολοκληρώθηκε, στο ακέραιο, η εκτέλεση της σύμβασης για την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών. Ορισμένες αμφιβολίες παραμένουν ως προς τούτο επειδή ιδίως σε ό,τι αφορά την κατασκευή του συστήματος των σηράγγων το έργο, πάντα κατά τα συμβατικά του δεδομένα, ήταν εξαιρετικά «φιλόδοξο» από τεχνική άποψη, έτσι ώστε να συντηρείται ένας σκεπτικισμός αναφορικά με το κατά πόσον η σύμβαση εκτελέσθηκε lege artis μέχρι και την τελευταία της λεπτομέρεια. Πέραν τούτων, η φύση του εδάφους και η αμέσως συνδεδεμένη με αυτή ιδιομορφία του έργου δεν έχουν αφήσει περιθώρια διαπίστωσης ικανών τεκμηρίων in situ, για να «κατασιγάσει» η αρχαιολογική σκαπάνη τις προαναφερόμενες αμφιβολίες. Από την άλλη όμως πλευρά, ουδείς μπορεί ν’ αποκλείσει το ενδεχόμενο, αν διαθέταμε περισσότερα αρχαιολογικά στοιχεία, η πραγματικότητα της εποχής εκείνης να μας είχε «εκπλήξει», για μια ακόμη φορά, ως προς την in concreto τεχνολογική εξέλιξη στην Αρχαία Ελλάδα.
Γ. Oι εντυπωσιακές ομοιότητες της σύμβασης αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους με τις σύγχρονες συμβάσεις Β.Ο.Τ. (Built – Operate – Transfer) και Β.Ο.Ο.Τ. (Built – Own – Operate – Transfer)
Από τα όσα ήδη εκτέθηκαν προκύπτει ότι, με βάση τις συνθήκες ανάθεσης και εκτέλεσής της, και κυρίως με βάση τους κανόνες εκτέλεσης του έργου, η σύμβαση αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους είναι, μάλλον, η πρώτη στην ιστορία σύμβαση, η οποία εμφανίζει εντυπωσιακές ομοιότητες με τις προμνημονευόμενες, εξαιρετικά εξελιγμένες και σύνθετες, σύγχρονες συμβάσεις παραχώρησης δημόσιων έργων, με την μορφή ιδίως Β.Ο.Τ. (Built – Operate – Transfer) ή Β.Ο.Ο.Τ (Built – Own – Operate – Transfer), όπως συνάγεται, συνοπτικώς, από τα εξής:
- Ειδικότερα, κατά τα προαναφερόμενα ο αντισυμβαλλόμενος εργολάβος Χαιρεφάνης ανέλαβε, έναντι του Δήμου Ερετριέων, την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών. Με άλλες λέξεις, και με αναφορά στην σύγχρονη τεχνογνωσία και ορολογία των δημόσιων συμβάσεων δημόσιων έργων, ο Χαιρεφάνης ανέλαβε, έναντι του Δήμου Ερετριέων, την «μελέτη και κατασκευή» του έργου της αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών. Ο ίδιος δεν θα ελάμβανε κάποια αμοιβή γι’ αυτή την «μελέτη και κατασκευή» , αλλά θα εκτελούσε το έργο με δικά του έξοδα -άρα με το σύστημα, και πάλι της σύγχρονης τεχνογνωσίας και ορολογίας των δημόσιων συμβάσεων δημόσιων έργων, μιας οιονεί «αυτοχρηματοδότησής» του- ενώ όφειλε να καταθέσει υπέρ του Δήμου Ερετριέων εγγύηση τριάντα ταλάντων, καθ’ όλη την τετραετή διάρκεια εκτέλεσης του έργου της αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών, ακριβώς για την καλή εκτέλεση του έργου και, επιπλέον, τριάντα τάλαντα ως προκαταβολή ενοικίων για την μελλοντική δεκαετή εκμετάλλευση του έργου εκ μέρους του μετά την ολοκλήρωσή του, με καταβολή σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις (12 Χ 4). Η αντιπαροχή -άρα η αποζημίωση- υπέρ του αντισυμβαλλόμενου Χαιρεφάνους συνίστατο στην εκ μέρους του δεκαετή πλήρη εκμετάλλευση της γης, η οποία θα προέκυπτε ως καλλιεργήσιμη μετά την ολοκλήρωση του έργου της αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών, με όλους όμως τους κινδύνους ως προς το τελικό αποτέλεσμα της έκτασης και της ποιότητας της καλλιεργήσιμης γης να βαρύνουν τον εργολάβο. Τέλος, κατά τα δεδομένα της σύμβασης, η κυριότητα της κατά τ’ ανωτέρω καλλιεργήσιμης γης, η οποία θα προέκυπτε μετά την ολοκλήρωση της αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών, θα περιερχόταν στον αντισυμβαλλόμενο Δήμο Ερετριέων.
- Διευκρινίσθηκε πιο πάνω ποια είναι η ιδιοσυστασία των δημόσιων συμβάσεων παραχώρησης δημόσιων έργων, με την μορφή είτε Β.Ο.Τ. (Built – Operate – Transefer) -όπου ο ανάδοχος κατασκευάζει, συντηρεί και λειτουργεί, σύμφωνα με τις συμβατικές προδιαγραφές, το έργο που ανήκει κατά κυριότητα στο Δημόσιο για ένα χρονικό διάστημα, και μετά τη λήξη της περιόδου εκμετάλλευσης, δηλαδή της παραχώρησης, μεταβιβάζει στο Δημόσιο την λειτουργία του έργου- είτε B.O.O.T. (Built – Own – Operate – Transfer)- όπου ο ανάδοχος και πάλι κατασκευάζει, συντηρεί και λειτουργεί, σύμφωνα πάντα με τις συμβατικές προδιαγραφές, το έργο που ανήκει κατά κυριότητα στον ίδιο για ένα χρονικό διάστημα και μετά την λήξη της περιόδου εκμετάλλευσης, δηλαδή της παραχώρησης, μεταβιβάζει στο Δημόσιο την ιδιοκτησία του έργου- και έτσι καθίστανται ευδιάκριτες οι μεταξύ τούτων διαφορές. Με δεδομένο, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, ότι ο εργολάβος Χαιρεφάνης, κατά τους όρους της σύμβασης με τον Δήμο Ερετριέων, ανέλαβε το έργο της αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών μέσα σε τέσσερα χρόνια και δικαιούτο ως αντιπαροχή την δεκαετή εκμετάλλευσή της, κατά κυριότητα της μέλλουσας να προκύψει καλλιεργήσιμης γης, και υποχρεωνόταν, μετά την λήξη της περιόδου εκμετάλλευσης, σε μεταβίβαση της κυριότητας στον Δήμο Ερετριέων, η προαναφερόμενη σύμβαση έχει όλα τα χαρακτηριστικά της παραχώρησης δημόσιου έργου κατά το ως άνω σύστημα Β.Ο.Ο.Τ. και σαφώς λιγότερο κατά το επίσης ως άνω σύστημα Β.Ο.Τ. Κατόπιν τούτου, δεν συνιστά υπερβολή η διαπίστωση ότι η σύμβαση μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους για την αποστράγγιση της λίμνης των Πτεχών συνιστά -με αναφορά στα σύγχρονα συμβατικά δεδομένα μεγάλων έργων- μια πρωτοποριακή, κατά πάντα, δημόσια σύμβαση ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης δημόσιου έργου στην Αρχαία Ελλάδα.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας την σύντομη περιγραφή και ανάλυση της νομικής, κατά βάση, ιδιοσυστασίας της σύμβασης αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών, η οποία είχε συναφθεί, περί το 320 π.Χ., μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους και της ανάλογης επικαιρότητάς της, σύμφωνα με τα σύγχρονα δεδομένα των δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης μεγάλων δημόσιων έργων, επικεντρώνομαι, καταληκτικώς, στην εν προκειμένω αναγκαία σύγκριση των Έννομων Τάξεων των Πόλεων-Κρατών στην Αρχαία Ελλάδα -άρα, κατ’ ουσία, και των Αρχαίων Ελληνικών Δικαίων- και της Έννομης Τάξης της Αρχαίας Ρώμης.
Α. Η προαναφερόμενη σύμβαση αποστράγγισης της λίμνης Πτεχών μεταξύ του Δήμου Ερετριέων και του εργολάβου Χαιρεφάνους αποδεικνύει, με οιονεί αμάχητα τεκμήρια, ότι μπορεί, όπως ήδη επισημάνθηκε, στην Αρχαία Ελλάδα να μην τέθηκαν οι πρώιμες βάσεις της Νομικής Επιστήμης, κάτι που ανήκει, δίχως αμφιβολία, στην Αρχαία Ρώμη. Πλην όμως από την μια πλευρά η υψηλή ποιότητα των σχετικών κανόνων δικαίου εντός του πλαισίου ορισμένων Αρχαίων Ελληνικών Δικαίων και, από την άλλη, η λόγω της «δοξαστικής» πορείας του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος και της αντίστοιχης «επιστημονικής» εξέλιξης διαμόρφωση κατάλληλων συνθηκών ιδίως κατασκευής μεγάλων δημόσιων έργων, δημιούργησαν «εύφορο πεδίο» για την εμφάνιση νομικών πρακτικών σύναψης και εκτέλεσης δημόσιων συμβάσεων με αντικείμενο τέτοια έργα, που «εκπλήσσουν» πάντα και για τις «πρωτοποριακές» θεσμικές τους διαστάσεις. Είναι δε ιδιαιτέρως αξιοσημείωτο -όπως και, περίπου, αναμενόμενο- το γεγονός ότι οι προμνημονευόμενες νομικές συμβατικές πρακτικές για την κατασκευή μεγάλων δημόσιων έργων αφορά, σχεδόν αποκλειστικώς, Πόλεις-Κράτη με την απαιτούμενη οικονομική «ευρωστία» αλλά και με την απαιτούμενη δημοκρατική υποδομή, κατά το πρότυπο της Άμεσης Δημοκρατίας. Και τούτο διότι μόνον οι δημοκρατικές αυτές συνθήκες μπορούσαν να επιτρέψουν αρκούντως ελεύθερες πρωτοβουλίες της Πόλης-Κράτους, οι οποίες ήταν δυνατό να φθάσουν ως την ανάπτυξη συμβατικών σχέσεων για την κατασκευή μεγάλων δημόσιων έργων κατά το σύγχρονο σύστημα δημόσιων έργων και κατά το επίσης σύγχρονο σύστημα των συμπράξεων μεταξύ Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ). Και μάλιστα συμβατικών σχέσεων οι οποίες ήταν δεκτικές ελέγχου, εκ μέρους των αρμόδιων οργάνων της Πόλης-Κράτους, ως προς την διαφάνεια και την νομιμότητα της εκτέλεσης της αντίστοιχης σύμβασης παραχώρησης μεγάλων δημόσιων έργων.
Β. Όλως αντιθέτως, η Αρχαία Ρώμη του «Νόμου» και της «Res Publica», στην οποία ο κοινός μας Ευρωπαϊκός Πολιτισμός οφείλει τον δεύτερο -θα λέγαμε τον «θεσμικό»– πυλώνα του, ναι μεν έθεσε τις βάσεις της Νομικής Επιστήμης με τους μεγάλους Νομομαθείς και Juris Prudentes, πλην όμως δεν μας άφησε κανονιστικά δείγματα προηγμένων νομικώς συμβατικών θεσμών ανάθεσης και εκτέλεσης δημόσιων συμβάσεων παραχώρησης μεγάλων δημόσιων έργων. Και τούτο δεν οφείλεται, βεβαίως, στην έλλειψη ιστορικών τεκμηρίων. Κάθε άλλο. Οφείλεται, και μάλιστα κατ’ εξοχήν, στο ότι η πολιτική δομή της Αρχαίας Ρώμης, εντός της οποίας τα θεσμικά και πολιτικά «ίχνη» της Άμεσης Δημοκρατίας ήταν από ισχνά έως ανύπαρκτα, δεν ευνοούσε την ανάθεση σε φορείς του τότε Ιδιωτικού Τομέα -δηλαδή σε ιδιώτες εργολάβους- την κατασκευή των μεγάλων δημόσιων έργων και, συνακόλουθα, την εμφάνιση αντίστοιχων δημόσιων συμβάσεων ανάθεσης και εκτέλεσης παραχώρησης των έργων αυτών. Για την ακρίβεια, στην Αρχαία Ρώμη, και σε όλη την έκταση της τότε «αχανούς» Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, κατασκευάσθηκαν πολύ μεγάλα έργα, πολλά από τα οποία «επιβιώνουν» ακόμη ως θαυμαστά κατάλοιπα μιας ένδοξης εποχής- ακόμη και στην Ελληνική Επικράτεια, αν αναλογισθούμε ιδίως την «κληρονομιά» του Αυτοκράτορα Αδριανού- τα οποία όμως ήταν δημιούργημα του ίδιου του Ρωμαϊκού Κράτους. Ενός εξαιρετικά «στιβαρού», τουλάχιστον για μεγάλα χρονικά διαστήματα, Κράτους, που άφησε πίσω του τεράστια έργα π.χ. ναών, οδών, υδραγωγείων και υδραυλικών συστημάτων. Έργα, τα οποία εκτελούσε το ίδιο το Κράτος, χρησιμοποιώντας δικούς του μηχανικούς και κυρίως ανεξάντλητο εργατικό δυναμικό, προερχόμενο από τον στρατό του και ιδίως από δούλους, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι οποίοι μάλιστα υποχρεώνονταν να συμμετάσχουν στην κατασκευή των μεγάλων αυτών έργων υπό άθλιες, το λιγότερο, εργασιακές συνθήκες. Όλα τα παραπάνω όχι μόνο αναδεικνύουν αλλά και τονίζουν, ακόμη περισσότερο, την πολυπρισματική, θεσμική και τεχνική, σχεδόν μοναδικότητα δημόσιων συμβάσεων στην Αρχαία Ελλάδα, όπως εκείνη της αποστράγγισης της λίμνης των Πτεχών, την οποία ο Δήμος Ερετριέων είχε αναθέσει στον «διάσημο» εργολάβο της εποχής Χαιρεφάνη.
* Δημοσιεύθηκε στην “Εφημερίδα Διοικητικού Δικαίου”, τ. Μάιος-Ιούνιος 2022, σελ. 328 επ.