Σημεία αντιφώνησης του Προέδρου της Δημοκρατίας κ.Προκόπη Παυλόπουλου κατά την επίσκεψή του στην έδρα της Περιφέρειας Ηπείρου

Σας ευχαριστώ για την φιλοξενία, με την «σφραγίδα» της γνωστής στον καθένα ηπειρώτικης λεβεντιάς και θέρμης. Η επίσκεψή μου στην έδρα της Περιφέρειας Ηπείρου, με την ευκαιρία του εορτασμού της 103ης Επετείου της Απελευθέρωσης των Ιωαννίνων την 21η Φεβρουαρίου 1913, αποτελεί ένα οφειλόμενο «προσκύνημα» σ’ αυτόν τον Τόπο, από τον οποίον αναβλύζει ένα πραγματικό ποτάμι ιστορίας. Η αυτονόητη αυτή διαπίστωση συνάγεται από το ότι η ιστορία της Ηπείρου σχηματίζει μια μεγάλη αλυσίδα αιώνων, αναπόσπαστο τμήμα της όλης ιστορίας του Έθνους μας, του Έθνους των Ελλήνων. Θάταν μάταιο, αλλά κι ανώφελο μαζί, να επιχειρήσω σήμερα μιαν, έστω και συνοπτική, αποτίμηση της ιστορίας αυτής. Για το λόγο αυτόν, και προκειμένου ν’ αντλήσουμε χρήσιμα διδάγματα, ενόψει και των χαλεπών καιρών που ζούμε, επιτρέψατέ μου να επισημάνω τρεις, πραγματικώς εθνικές, ιδιαιτερότητες της Ηπείρου και των Ανθρώπων της, από την Μεταβυζαντινή περίοδο και ύστερα, οι οποίες εκπέμπουν στο διηνεκές αντίστοιχα, άκρως διδακτικά για τον Λαό μας και το Έθνος μας, μηνύματα:

I. Επειδή το επιβάλλει η σημερινή Επέτειος, κάνοντας ένα χρονικό άλμα ξεκινώ από το μήνυμα της Απελευθέρωσης της Πρωτεύουσας της Ηπείρου, το μήνυμα της ομοψυχίας. Η Απελευθέρωση των Ιωαννίνων, την 21η Φεβρουαρίου 1913, και οι γενικότερες επιχειρήσεις στο Μπιζάνι, οι οποίες είχαν ως συνέχεια και την απελευθέρωση της Βόρειας Ηπείρου, αποτελούν μιαν από τις πιο σημαντικές πτυχές της σύγχρονης ιστορίας μας, δοθέντος ότι οδήγησαν, ουσιαστικώς, στην ένδοξη για την Ελλάδα λήξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, τουλάχιστον στο στρατιωτικό πεδίο. Ταυτοχρόνως, και με βάση την πικρή εμπειρία όσων επακολούθησαν υπό όρους εθνικού διχασμού, μας διδάσκουν, ιδίως κατά την κρίσιμη σημερινή συγκυρία, την αξία του ύψιστου αγαθού της ενότητας και της συνεννόησης ως προς την επίτευξη των μεγάλων εθνικών μας στόχων.

II. Το δεύτερο μήνυμα της Ηπείρου μας έρχεται από την περίοδο του 16ου αιώνα και μετέπειτα, ιδίως δε την περίοδο του 17ου και 18ου αιώνα. Και σηματοδοτεί, κατ’ αμάχητο μάλιστα τεκμήριο, το ότι η Ήπειρος, εκφράζοντας γνησίως το Ελληνικό Πνεύμα γενικώς, υπήρξε κορυφαίο πνευματικό λίκνο, μεσ’ στο οποίο ανατράφηκαν κορυφαίοι εκπρόσωποι του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Αυτή την Ήπειρο του Πνεύματος καλλιέργησαν, μ’ έξοχα τελικώς αποτελέσματα, οι Σχολές των Ιωαννίνων, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν, κατά το όνομα των ιδρυτών τους, η Επιφανείου (1647), η Μπαλάνειος (1676), η Μαρούτσειος (1742), η Καπλάνειος (1805) και η Ζωσιμαία (1828). Στις οποίες δίδαξαν σημαντικές πνευματικές προσωπικότητες όπως, απλώς ενδεικτικώς, ο Μεθόδιος Ανθρακίτης, ο Κοσμάς Βαλάνος, ο Ιωάννης Βηλαράς, ο Αθανάσιος Ψαλίδας.

III. Και το τρίτο μήνυμα της Ηπείρου είναι εκείνο που μας κληροδότησαν οι εξ αυτής καταγόμενοι Μεγάλοι Ευεργέτες μας, οι οποίοι αφιέρωσαν την περιουσία τους για την ανόρθωση της καθημαγμένης Ελλάδας πλάθοντας, επιπλέον, λαμπρές ψηφίδες της όλης Εθνικής Πολιτισμικής μας Κληρονομιάς, και όχι μόνον. Για λόγους ιστορικής δικαιοσύνης, και δίχως ν’ αφαιρώ οτιδήποτε από την εξίσου μεγάλη προσφορά άλλων, αναφέρω, ενδεικτικώς, τον Γεώργιο Αβέρωφ, τον Απόστολο Αρσάκη, τον Ιωάννη Δομπόλη, τον Κωνσταντίνο Ζάππα, τον Χρηστάκη Ζωγράφο, τους Ζωσιμάδες, τον Ζώη Καπλάνη. τον Μάνθο Ριζάρη, τους Γεώργιο και Σίμο Σίνα, τον Γεώργιο Σταύρου, τον Νικόλαο Στουρνάρα, τον Μιχαήλ Τοσίτσα, τον Γεώργιο Χατζηκώστα. Σ’ όλο αυτόν τον αστερισμό Εθνικών Ευεργετών οφείλω να προσθέσω τον πλέον σύγχρονο, τον Ευάγγελο Αβέρωφ-Τοσίτσα, ο οποίος εκφράζει την Ήπειρο έργω αλλά και λόγω. Οι Μεγάλοι Ευεργέτες της Ηπείρου, μαζί μ’ όλους τους λοιπούς Μεγάλους Ευεργέτες, μας διδάσκουν, κυρίως σήμερα, το νόημα της προσφοράς και της αλληλεγγύης, προκειμένου να διατηρήσουμε αλώβητο τον κοινωνικό ιστό και, επέκεινα, την κοινωνική συνοχή, μέσα σ’ ένα πρωτόγνωρο, εν καιρώ ειρήνης, κλίμα ανθρωπιστικής κρίσης.
Αυτές οι ιστορικές και πνευματικές παρακαταθήκες της Ηπείρου και των Ιωαννίνων ήταν, είναι και θα είναι για μένα, καθ’ όλη την διάρκεια της θητείας μου -αλλά και πέραν αυτής- πηγές από τις οποίες απορρέουν τα θεσμικά και πολιτικά νάματα που πρέπει να καθορίζουν την άσκηση των κατά το Σύνταγμα αρμοδιοτήτων μου.-