Σημεία αντιφώνησης του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Προκόπιου Παυλόπουλου κατά την ανακήρυξή του σε Επίτιμο Δημότη του Δήμου Σοφάδων


Κύριε Δήμαρχε,
Σας ευχαριστώ θερμώς για την εξαιρετική τιμή που μου περιποιείτε, ανακηρύσσοντάς με Επίτιμο Δημότη σας. Οφείλω να επισημάνω, για πολλοστή φορά, αφενός ότι η τιμή αυτή δεν αφορά το πρόσωπό μου αλλά τον θεσμό τον οποίο εκπροσωπώ, ήτοι εκείνον του Προέδρου της Δημοκρατίας. Και, αφετέρου και συνακόλουθα, ότι η ως άνω τιμή συνεπάγεται, αυτοθρόως, το χρέος του εκ μέρους μου ειλικρινούς σεβασμού της Ιστορίας των Σοφάδων και της διαχρονικής υπεράσπισης των διδαγμάτων της.
Σήμερα εορτάζουμε, με την πρέπουσα λαμπρότητα και τον προσήκοντα σεβασμό στην ιερή μνήμη των Ελλήνων ηρώων που υπήρξαν οι πρωταγωνιστές της, την Επέτειο της τελευταίας μάχης της Θεσσαλικής Επανάστασης κατά του οθωμανικού ζυγού, η οποία έλαβε χώρα στα μέρη σας την 21η Μαρτίου του 1878. Επιτρέψατέ μου, λοιπόν, στο σημείο αυτό, μια σύντομη αναδρομή στα τότε γεγονότα.
Ι. Την 21η Ιανουαρίου 1878 τμήμα του Ελληνικού Στρατού, που έδρευε στην Λαμία με δύναμη 23.500 ανδρών, εισέρχεται στην Θεσσαλία υπό την ηγεσία του υποστρατήγου Σκαρλάτου Σούτσου. Ο Ελληνικός Στρατός εισήλθε στο έδαφος της Θεσσαλίας από τρείς διόδους: Της Δερβέν Φούρκας, της Σούρπης και της Γιανιτσούς. Την επομένη όμως, μετά από μερικές αψιμαχίες κοντά στον Δομοκό, ο Ελληνικός Στρατός επανέρχεται στην Λαμία.
Α. Το γεγονός αυτό προκάλεσε την απογοήτευση των κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν, με αποτέλεσμα 175 στρατιώτες με αρχηγούς τον ανθυπολοχαγό Ε. Μαυροδήμο και τον επιλοχία Δ. Τερτίπη ν’ αντιδράσουν και να δηλώσουν ότι αρνούνται να εγκαταλείψουν τους κατοίκους και ότι θα παραμείνουν στην Θεσσαλία. Στην πορεία ενώθηκαν με τα σώματα του Ν. Σούτσου, του Ι. Βούλγαρη και του Σ. Καληώρα. Επίσης, ο επιλοχίας Γ. Λάϊος κινητοποίησε 96 άνδρες και υπαξιωματικούς και ξεκίνησε νύχτα για να συναντήσει το σώμα Τερτίπη.
Β. Τα σώματα Λάϊου και Τερτίπη ενώθηκαν και με την συνδρομή εθελοντών έφτασαν τους 330 άνδρες. Στην συνέχεια, συμπτύχθηκαν με τα υπό τον Κωνσταντίνο Ισχόμαχο επαναστατικά σώματα των Αγράφων. Οι Έλληνες έδωσαν νικηφόρες μάχες κατά των τουρκικών δυνάμεων στο Καλλίθηρο και πέτυχαν την παράδοση της φρουράς του Μουζακίου. Η Επανάσταση έβαινε καλώς γιατί οι αρχηγοί εφάρμοζαν τακτική ανταρτοπολέμου και απέφευγαν την κατά μέτωπο σύγκρουση σε ανοιχτό πεδίο, με εχθρό οργανωμένο, καλά εξοπλισμένο και πολλαπλάσιο σε αριθμητική δύναμη. Στις 21 Μαρτίου, όμως, για πρώτη φορά επιδίωξαν μετωπική σύγκρουση με τον οθωμανικό στρατό στην πεδινή ζώνη.
Γ. Η μάχη επικεντρώθηκε σε τρία σημεία: α) Στη Ματαράγκα, όπου 80 επαναστάτες αντιμετώπιζαν 2000 πεζούς, 300 ιππείς και 2 τηλεβόλα. β) Στην γέφυρα Αμπάζ Αγά, όπου μαχόταν ο Δ. Τερτίπης με 18 στρατιώτες. Και γ) Στην Πετρομαγούλα, όπου ο Γ. Λάϊος και άλλοι, με 60 περίπου άνδρες, αντιμετώπιζαν τον κύριο όγκο του τουρκικού στρατού. Οι επαναστάτες, πολεμώντας σώμα με σώμα και μέχρις εξαντλήσεως των πολεμοφοδίων, αναγκάζονται να υποχωρήσουν από την γέφυρα. Η Ματαράγκα φλέγεται και ο Λάϊος πέφτει, ηρωικά μαχόμενος, στον λόφο της Πετρομαγούλας. Η ηρωική άμυνα των Ελλήνων αναγκάζει τους Τούρκους να σταματήσουν τις προσπάθειες υπερφαλάγγισης των επαναστατικών δυνάμεων και τους περιορίζει σε κατά μέτωπον επιθέσεις. Βαθμηδόν, οι συγκρούσεις εστιάζονται στην Πετρομαγούλα του Κιερίου. Εκεί τραυματίζεται και ο Δ. Σούτσος, ενώ ηρωικά αμύνονται τα σώματα των Ι. Καλαμάρα και Ε. Ραχιώτη στην γέφυρα του Οργοζίνου καθώς και το σώμα του Ι. Σισμάνη στο Μοσχολούρι.
Δ. Στην κρίσιμη εκείνη καμπή της μάχης, ο Δ. Τερτίπης διατάσσει αντεπίθεση, αφού πρώτα διαπίστωσε ότι ένα σώμα εκατό ανδρών έσπευδε προς βοήθειά του. Ύστερα από σκληρή μάχη, αφανίζεται μέχρις ενός σώμα 50 επίλεκτων Τούρκων και οι υπόλοιποι υποχωρούν. Γύρω στις 6μ.μ. μια νέα ενίσχυση από 60 περίπου ντόπιους πολεμιστές δίνει την αποφασιστική τροπή στη μάχη. Η αριστερή πλευρά των επαναστατών υπερφαλαγγίζει το δεξιό πλευρό των Τούρκων και τρέπει το ιππικό σε άτακτη φυγή. Οι Τούρκοι υποχωρούν οργανωμένα και οι Έλληνες επαναστάτες αποσύρθηκαν στα ριζά των Αγράφων. Είχαν κερδίσει μια περιφανή νίκη. Είχαν αποδειχθεί, κατά Θουκυδίδη, «και παρά δύναμιν τολμηταί και παρά γνώμην κινδυνευταί και εν τοις δεινοίς ευέλπιδες» και πέτυχαν τον σκοπό τους. Την γενναιότητα και τον πατριωτισμό των επαναστατών στην μάχη της Ματαράγκας και της Πετρομαγούλας, όπως και τον ηρωικό θάνατο του Γ. Λάιου, ύμνησε η λαϊκή μούσα με πολλά δημοτικά τραγούδια.
ΙΙ. Και τούτο δικαίως, αφού η σημασία της μάχης στη Ματαράγκα και την Πετρομαγούλα είναι μεγάλη για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας: Διατήρησε το νικηφόρο πνεύμα των επαναστατών ακμαίο και κράτησε ζωντανό το επαναστατικό κίνημα για έναν ακόμη, κρίσιμο, χρόνο. Τα γεγονότα αυτά υπήρξαν η αιτία που οι Άγγλοι πρόξενοι στην Αθήνα και στην Θεσσαλονίκη ήλθαν στη Θεσσαλία για να ζητήσουν από τους επαναστάτες να σταματήσουν την δραστηριότητά τους, με την υπόσχεση ότι τα αιτήματα τους θα δικαιωθούν με την φροντίδα της Μεγάλης Βρετανίας. Με αυτό τον τρόπο έγινε δυνατή η αποτελεσματικότερη παρουσίαση των ελληνικών αιτημάτων στο Συνέδριο του Βερολίνου, και ακολούθησε η απελευθέρωση της Θεσσαλίας, όπως και του νοτίου τμήματος της Ηπείρου που αποτέλεσε το νομό Άρτας, με τους όρους της Συνθήκης της Κωνσταντινουπόλεως.
ΙΙΙ. Το δίδαγμα που οφείλουμε να αντλήσουμε όλοι μας, Λαός και Πολιτική Ηγεσία, από τα ηρωικά γεγονότα που μόλις εν συντομία εξιστόρησα, είναι ότι όταν είμαστε ενωμένοι και αποφασισμένοι εμείς, οι Έλληνες, μπορούμε να πετύχουμε τους ιστορικούς μας στόχους. Τον κυριότερο εχθρό μας, όπως αποδεικνύεται από την μακραίωνη Ιστορία μας, αποτελεί η διχόνοια, που είναι πραγματικά εθνοκτόνος. Ενωμένοι λοιπόν οφείλουμε να βγούμε, το συντομότερο δυνατό, από την βαθιά κρίση που μαστίζει τον Τόπο και τον Λαό μας και να διεκδικήσουμε το μέλλον που μας αναλογεί. Προς αυτή την κατεύθυνση επισημαίνω, για μιάν ακόμη φορά, τα εξής:
Α. Η Ελλάδα έχει αποφασίσει να ανήκει οριστικά και αμετάκλητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και μάλιστα στον σκληρό πυρήνα της, την Ευρωζώνη. Η Ελλάδα δεν νοείται εκτός Ευρώπης αλλά και η Ευρώπη δεν μπορεί να είναι αυτό για το οποίο ιδρύθηκε χωρίς την Ελλάδα στους κόλπους της. Έτσι πορευόμαστε –με την συντριπτική πλειοψηφία των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων ενωμένη προς την κατεύθυνση αυτή- τον ευρωπαϊκό μας δρόμο χωρίς αμφιβολία ή σκεπτικισμό, πρωτοστατώντας και στον κοινό αγώνα για να ξαναβρεί η Ευρωπαϊκή Ένωση τις ρίζες, πάνω στις οποίες μπορεί να στηριχθεί κατά τον προορισμό της.
Β. Η Ελλάδα, όπως το έχει αποδείξει εμπράκτως, είναι Χώρα της Ειρήνης, της Δημοκρατίας και της Κοινωνικής Δικαιοσύνης και τείνει χείρα φιλίας και συνεργασίας σε όλους τους γειτονικούς λαούς. Διαμηνύουμε όμως προς κάθε κατεύθυνση ότι εμείς, οι Έλληνες, είμαστε αποφασισμένοι και έτοιμοι, με βάση το σύνολο του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, να υπερασπισθούμε στο ακέραιο και αποτελεσματικά την κυριαρχία μας, την εδαφική μας ακεραιότητα και τα σύνορά μας, άρα την κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, θέλω να τονίσω προς την φίλη και γείτονα Τουρκία, ότι εμείς πάντοτε επιθυμούμε τη φιλία και την καλή γειτονία και την συνεργασία για ν’ αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες προκλήσεις του μέλλοντος. Γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά και τους το διαμηνύουμε, ότι αυτά που μας ενώνουν είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν.
Θέλω να τονίσω, όμως, ότι αυτή η φιλία περνάει πάνω από μια αυτονόητη προϋπόθεση. Κι αυτή η αυτονόητη προϋπόθεση είναι ο σεβασμός του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου στο σύνολό τους. Δεν νοείται φιλία και καλή γειτονία όταν κάποιος δεν σέβεται το Διεθνές Δίκαιο. Κάθε φιλία, κάθε καλή γειτονία μεταξύ των Λαών, στους σημερινούς ταραγμένους καιρούς ιδίως, στηρίζεται πάνω στον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου.
Τονίζω, λοιπόν, ότι αναπόσπαστο τμήμα του Διεθνούς Δικαίου είναι η Συνθήκη της Λωζάννης, η οποία π πρέπει να γίνεται απολύτως σεβαστή.
Δεν είναι νοητή η αμφισβήτησή της ούτε ευθέως ούτε βεβαίως εκ πλαγίου. Κάθε υπονόμευση της Συνθήκης συνεπάγεται υπονόμευση του Διεθνούς Δικαίου. Και εμείς όσο είμαστε αποφασισμένοι να τηρήσουμε τους όρους φιλίας και καλής γειτονίας, άλλο τόσο είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπισθούμε την εφαρμογή της Συνθήκης της Λωζάννης. Και αυτό θα το πράξουμε ενωμένοι και αποφασισμένοι. Και έχουμε αποδείξει ιστορικά ότι μπορούμε να υπερασπιζόμαστε τον τόπο μας και μπορούμε να επιβάλλουμε την εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου. Πολλώ μάλλον σήμερα που σ΄ αυτή την προσπάθεια δεν είμαστε μόνοι μας. Γιατί όπως έχω πει η Συνθήκη της Λωζάννης είναι μια Συνθήκη η οποία αφορά το Διεθνές Δίκαιο, και μαζί μας είναι η διεθνής κοινότητα. Η Συνθήκη της Λωζάννης είναι η συνθήκη εκείνη που καθορίζει τα σύνορα της Ελλάδος αλλά και τα σύνορα της Ευρώπης. Άρα σ΄ αυτό το αγώνα για την εφαρμογή της Συνθήκης της Λωζάννης, είναι μαζί μας και η μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια.
Επαναλαμβάνω λοιπόν, εδώ είμαστε για να ζήσουμε ειρηνικά και φιλικά με την γείτονα Τουρκία, για να αντιμετωπίσουμε από κοινού τις μεγάλες προκλήσεις. Αλλά είμαστε εδώ για να επιβάλλουμε την εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου. Και ξέρουμε ότι όταν το κάνουμε, το κάνουμε όχι μόνο για την Ελλάδα, το κάνουμε για την Ευρώπη, το κάνουμε για τον κόσμο ολόκληρο. Γιατί πρέπει να μάθουμε ότι το μόνο στήριγμα το οποίο έχουμε για να επιβάλλουμε την ειρήνη σε ολόκληρη την ανθρωπότητα αυτούς τους καιρούς που η ειρήνη δοκιμάζεται, είναι το Διεθνές Δίκαιο που είναι η βάση της ειρηνικής συνύπαρξης.
Κύριε Δήμαρχε,
Φεύγω από τον Ιστορικό Δήμο σας με αισθήματα ευγνωμοσύνης για την εξαιρετική φιλοξενία που μου επιφυλάξατε. Και σας διαβεβαιώνω ότι θα πράξω, τόσο κατά τη διάρκεια της θητείας μου όσο και μετά από αυτήν, ό,τι μου αναλογεί, προκειμένου ν’ ανταποκριθώ στην εξαιρετική τιμή που μου επιδαψιλεύσατε με την αναγόρευσή μου σε Επίτιμο Δημότη σας. Σας ευχαριστώ θερμώς.

 

Φωτογραφία: ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΧΑΣΙΑΛΗΣ ΒΑΪΟΣ