Σημεία Αντιφώνησης του Προέδρου της Δημοκρατίας κατά την ανακήρυξή του σε Επίτιμο Δημότη του Δήμου Άνδρου

Κύριε Δήμαρχε,

Γιορτάζουμε σήμερα, από κοινού, την Σύναξη της Παναγίας της Θεοσκέπαστης, Προστάτιδας της Άνδρου, της οποίας η Ιερή Μνήμη τιμάται, κατά μακρά παράδοση και με πολλούς συμβολισμούς, την τελευταία Παρασκευή του Ακαθίστου Ύμνου.  Σας ευχαριστώ θερμώς και γιατί με καλέσατε να γιορτάσουμε στην Άνδρο αυτή την μεγάλη μέρα για το Νησί σας, αλλά και γιατί με αυτή την ευκαιρία μου επιδαψιλεύετε την ύψιστη τιμή ανακήρυξής μου σ’ Επίτιμο Δημότη σας.  Επειδή όμως αυτή η τιμή δεν αφορά το πρόσωπό μου, αφορά τον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας, επιτρέψατέ μου να συνοψίσω τα διδάγματα, τα οποία απορρέουν από την Ιστορία της Άνδρου και την Εορτή της Παναγίας της Θεοσκέπαστης, και τα οποία θα με ακολουθούν, ως δείκτης πορείας, κατά την άσκηση των καθηκόντων μου, και όχι μόνον.

  1. Ο περικαλλής Ναός της Παναγίας της Θεοσκέπαστης -που πήρε την σημερινή εμβληματική του μορφή ύστερα από πάμπολλες επισκευές και προσθήκες, αρχής γενομένης μάλλον από τον 11ο αιώνα- δεσπόζει ως πνευματική κορυφή στην Άνδρο, την «Υδρούσα». Κορυφή, η οποία φαίνεται να ηγείται μιας σεπτής πομπής από εκκλησιές και ξωκλήσια, που «ξεφυτρώνουν» σε κάθε γωνιά και κάθε βράχο του Νησιού και αναδεικνύουν τους άρρηκτους πνευματικούς δεσμούς της Ελληνικής Ναυτοσύνης με την Ελληνική Ορθόδοξη Πίστη.

Α. Διόλου τυχαίο, λοιπόν, το ότι ο Ναός της Παναγίας είχε πάρει το αρχικό όνομά του από την θαυματουργή εφέστια εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας, στοργικής οδηγού των ναυτικών του Νησιού της Άνδρου σε θάλασσες και ωκεανούς.  Άλλωστε, οι ντόπιοι δεν ξεχνούν την από στόμα σε στόμα διήγηση, κατά την οποία η πρώτη μικρή εικόνα της Παναγιάς έφθασε στην Άνδρο από την θάλασσα με τρόπο θαυματουργό, για να γλυτώσει από το μένος των εικονομάχων.

Β. Και ήταν ένα θαύμα, και πάλι από τη θάλασσα, που έκανε την Παναγία την Οδηγήτρια να γίνει και Θεοσκέπαστη.  Αξίζει, νομίζω, να θυμηθούμε την σχετική ιστορία, τουλάχιστον κατά την επικρατέστερη εκδοχή της: Αρχικώς, η σκεπή του Ναού της Παναγίας της Οδηγήτριας ήταν φτιαγμένη από πλάκες.  Για ν’ αποφύγουν την φθορά του χρόνου που επέτεινε η αλμύρα, οι κάτοικοι της Άνδρου αποφάσισαν, στα τέλη του 18ου αιώνα, να καλύψουν το Ναό με κεραμοσκεπή.  Τα ξύλα έφθασαν με καράβι στην Άνδρο, μα ο καπετάνιος ζήτησε υπέρογκο ποσό γι’ αυτά, το οποίο οι κάτοικοι δεν μπορούσαν να πληρώσουν.  Φόρτωσε πάλι τα ξύλα ο καπετάνιος στο καράβι και άνοιξε πανιά για την Τήνο, προκειμένου να τα πουλήσει εκεί.  Στ’ ανοιχτά βρήκε άγριο καιρό, και για να σώσει το σκαρί και το πλήρωμα πέταξε τα ξύλα στη θάλασσα.  Η Θεία Πρόνοια τα οδήγησε με τα κύματα να φθάσουν ξανά στην Άνδρο, στον κάβο-Σταρά, απέναντι από τη Χώρα.  Τα μάζεψαν οι κάτοικοι, έκαναν την κεραμοσκεπή, κι έκτοτε η Παναγία η Οδηγήτρια έγινε και Θεοσκέπαστη.

  1. Η Άνδρος, μεσ’ από την ιστορία των ναυτικών της, μοιάζει με κουκούλι που συμπυκνώνει -μαζί μ’ άλλους βέβαια νησιωτικούς τόπους μας, για να μην τους αδικούμε ιστορικώς- την σχέση των Ελλήνων με την θάλασσα. Με άλλες λέξεις, την Άνδρο θα την λέγαμε και «εγχειρίδιο» της Ελληνικής Ναυτοσύνης.  Ας μην λησμονάμε ότι η ναυτική παράδοση της Άνδρου πάει βαθειά στους αιώνες, αφού στην μακρινή αρχαιότητα έπαιξε καίριο ρόλο, ως κέντρο ναυτικού εμπορίου ανάμεσα στην ηπειρωτική Ελλάδα και την Κρήτη, μέσω Κυκλάδων.

Α. Αρχικώς, οι ναυτικοί της Άνδρου ξεκίνησαν με μικρά -και προϊόντος του χρόνου πολύ μεγαλύτερα- ιστιοφόρα.  Ηγετικές φυσιογνωμίες του στόλου αυτού, ως εφοπλιστές και καπεταναίοι, υπήρξαν οι οικογένειες Γουλανδρή και Εμπειρίκου.

Β. Κατά το πέρασμα από τα πανιά στον ατμό -δηλαδή από τα ιστιοφόρα στα βαπόρια- οι ναυτικοί της Άνδρου προσαρμόσθηκαν, αντίθετα από άλλες περιοχές της Ελλάδας, γρήγορα και αποτελεσματικά.  Γι’ αυτό και, σχεδόν αμέσως, «έχτισαν» μεγάλο στόλο βαποριών, και πάλι με μπροστάρηδες τις οικογένειες Γουλανδρή και Εμπειρίκου.  Η ανάπτυξη της Άνδρου και η ευμάρειά της ήταν τέτοια, ώστε τότε πήρε τ’ όνομα «Μικρά Αγγλία».  Πολλά οφείλομε για την υπενθύμιση της ιστορίας της περιόδου της οικονομικής ακμής της Άνδρου στην Ιωάννα Καρυστιάνη και στον Παντελή Βούλγαρη.

Γ. Αξίζει να επισημανθεί ότι στην τότε ανάπτυξη του στόλου των βαποριών της Άνδρου -αλλά και άλλων ναυτικών κέντρων στην Ελλάδα- συνέβαλε, με καθοριστικό τρόπο, η θεσμοθέτηση της ναυτικής υποθήκης.  Και τούτο διότι, μέσω της ναυτικής υποθήκης, η οποία με την μορφή της κατάλληλης εμπράγματης ασφάλειας μείωσε δραστικά το μεγάλο κόστος ναυπήγησης των βαποριών, οι κίνδυνοι των δανειστών ξεπεράσθηκαν και τα επιτόκια δανεισμού έμειναν σε μικρό, σχετικώς, ύψος.  Έτσι, οι εφοπλιστές της Άνδρου «πέρασαν τον κάβο» των ίδιων κεφαλαίων που απαιτούνταν για τη ναυπήγηση των βαποριών, και τα οποία άλλωστε δεν είχαν.  Είναι άξιο μνείας το ότι ο νόμος περί ναυτικής υποθήκης -που ξεκίνησε ως απλή, και αργότερα, ως προτιμώμενη, απέκτησε ακόμη μεγαλύτερα εχέγγυα για τον δανειστή, άρα εχέγγυα ακόμη μεγαλύτερης μείωσης των επιτοκίων δανεισμού- θεσπίσθηκε το 1908, όταν Υπουργός Ναυτιλίας ήταν ο βουλευτής Άνδρου, Επαμεινώνδας Εμπειρίκος.

  • Υπό τα δεδομένα αυτά, η σημερινή μεγάλη Γιορτή της Άνδρου μας διδάσκει -και ιδίως εμένα, όπως τόνισα ευθύς εξ αρχής- πολλαπλώς και με άκρως αντιπροσωπευτικούς συμβολισμούς. Από τα διδάγματα και τους συμβολισμούς αυτούς επιλέγω, μέσα στην σημερινή κρίσιμη για τον Τόπο μας και τον Λαό μας συγκυρία, τους εξής:

Α. Η ανυπέρβλητη ναυτική παράδοση των Ελλήνων όχι μόνο κρατάει πάντα την Ελλάδα στην κορυφή της Παγκόσμιας Ναυτιλίας, αλλά «ταξιδεύει» την Πατρίδα μας, δίχως σύνορα, μεσ’ από θάλασσες και ωκεανούς σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη του Πλανήτη.

  1. Έτσι η Ελλάδα πορεύεται διαρκώς όρθια και ζωντανή, ίδιο «αβύθιστο» καράβι, αψηφώντας τις προκλήσεις και τις δυσχέρειες, και με «αληγείς» γι’ αυτήν τους ανέμους της δημιουργίας. Γι’ αυτό και οι όποιες οπισθοδρομήσεις της είναι πρόσκαιρες και παροδικές, δίχως ν’ ανακόπτουν τη ρότα της προς την εκπλήρωση της αποστολής της παγκοσμίως, όπως ταιριάζει στην Ιστορία και την μεγάλη Κληρονομιά του Λαού μας και του Έθνους μας. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο βλέπουμε την θάλασσα ως ένα χώρο ειρήνης και ειρηνικής συνύπαρξης και συνδημιουργίας, με όλους τους Λαούς και ιδίως με τους γείτονές μας.  Και τους υπενθυμίζουμε ότι απαράβατος, από την φύση του, όρος αυτής της ειρηνικής συνύπαρξης και συνδημιουργίας είναι οι κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, οι οποίοι θεσπίσθηκαν, με βάση την πικρή και επώδυνη εμπειρία των καταστροφικών πολεμικών συρράξεων, για να εμπεδώσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις κάθε Κράτους.
  2. Αυτό είναι και το μήνυμα που στέλνουμε από την Άνδρο και στην φίλη και γείτονα Τουρκία: Βάση της φιλίας και της καλής γειτονίας, την οποία επιδιώκουμε ειλικρινώς, είναι το να κάνουμε τις θάλασσές μας, την Μεσόγειο και το Αιγαίο, γέφυρες που μας ενώνουν και μας εμπνέουν στον δρόμο της δημιουργίας. Και οι αντηρίδες, πάνω στις οποίες στηρίζονται αυτές οι γέφυρες, είναι οι διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου, στο σύνολό του, με κορωνίδα τις Συνθήκες που καθορίζουν τα σύνορά μας -ήτοι ιδίως τις Συνθήκες της Λωζάνης του 1923 και των Παρισίων του 1947- καθώς και την Συνθήκη του Montego Bay του 1980, αναφορικά με το Δίκαιο της Θάλασσας, σε ό,τι αφορά την ΑΟΖ.   Επαναλαμβάνω δε, για μιαν ακόμη φορά, ότι η τελευταία δεσμεύει και την Τουρκία -μολονότι δεν έχει προσχωρήσει σ’ αυτήν- μέσω των γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου που παράγει.  Όλο αυτό το πλέγμα κανόνων του Διεθνούς Δικαίου είναι πλήρες και σαφές, δίχως περιθώρια αμφισβητήσεων και, ιδίως, επινόησης γκρίζων ζωνών.  Υπ’ αυτό το πνεύμα ο Ελληνικός Λαός δίνει το χέρι προς την γείτονά μας Τουρκία.  Σ’ αυτήν ανήκει η ευθύνη να δώσει και το δικό της χέρι.  Διότι είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι, εν πάση περιπτώσει, εμείς, οι Έλληνες, όπως το έχουμε ιστορικώς αποδείξει με αμάχητα τεκμήρια, θα υπερασπισθούμε μέχρι κεραίας το Διεθνές Δίκαιο και τα εξ αυτού απορρέοντα δικαιώματά μας, και για δικό μας λογαριασμό αλλά και για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Β. Στον, δίχως σύνορα, δρόμο της δημιουργίας παγκοσμίως, εμάς, τους Έλληνες, μας εμπνέουν, ανεξαρτήτως θρησκευτικών πεποιθήσεων, οι αρχές της Ειρήνης, του Ανθρωπισμού και της Αλληλεγγύης, που κατάγονται από την Χριστιανική Διδασκαλία, η οποία συνιστά βασικό πυλώνα του Ελληνικού αλλά και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού.

  1. Επιπλέον, και πάλιν ανεξαρτήτως θρησκευτικών πεποιθήσεων, στον ίδιο δρόμο μας στηρίζει ο διαχρονικώς κορυφαίος ρόλος της Ορθοδοξίας στην πορεία του Λαού και του Έθνους μας προς την επίτευξη της δικής τους αποστολής, σύμφωνα με την Ιστορική μας Κληρονομιά και τον Πολιτισμό μας.
  2. Το συμπέρασμα αυτό ισχύει τόσο περισσότερο, όσο η Ορθοδοξία, όπως αποδεικνύει η επώδυνη εμπειρία των σημερινών χαλεπών καιρών παγκοσμίως, εκφράζει αυθεντικώς τα προαναφερόμενα προτάγματα της Ειρήνης, του Ανθρωπισμού και της Αλληλεγγύης. Τα πεπραγμένα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Εκκλησίας της Ελλάδος μαρτυρούν αψευδώς.

 

Κύριε Δήμαρχε,

Με αυτές τις σκέψεις σας ευχαριστώ εκ νέου για τον άκρως τιμητικό τίτλο του Επίτιμου Δημότη, τον οποίο μου απονείματε και για τη θερμή φιλοξενία, την οποία μου επιφυλάξατε.  Επιτρέψατέ μου δε να σας διαβεβαιώσω ότι θα πράξω ό,τι μου αναλογεί, στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων μου, προκειμένου να φανώ αντάξιος της τιμής και της εμπιστοσύνης των, εφεξής συνδημοτών μου, κατοίκων της Ιστορικής Άνδρου.

Χρόνια πολλά.-