Κύριε Πρύτανη,
Είναι ξεχωριστή η τιμή την οποία σήμερα επιδαψιλεύσατε στο πρόσωπό μου, υπό την ιδιότητά μου ως Προέδρου της Δημοκρατίας, με την απονομή του χρυσού μεταλλίου του Πανεπιστημίου Κρήτης, που φέτος εορτάζει, με την πρέπουσα λαμπρότητα και αίσθημα δικαίωσης για την μέχρι τούδε πορεία του, τα 40 χρόνια λειτουργίας του. Ενός πρωτοποριακού Πανεπιστημίου της Χώρας μας, που συνεχίζει την σπουδαία παράδοση παραγωγής Γνώσης και Πολιτισμού στην Ελλάδα. Παράδοση, η οποία ξεκίνησε χιλιάδες χρόνια πριν, με τον μοναδικής σπουδαιότητας Μινωικό Πολιτισμό, και συνεχίζεται αδιαλείπτως έως τις μέρες μας.
Ι. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης, όπως και το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ), προσφέρουν σπουδές υψηλού επιπέδου. Επιπλέον, καλλιεργούν και προάγουν την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα με μεθόδους και αντιλήψεις που, σε ορισμένους τουλάχιστον επιστημονικούς κλάδους, είναι εφάμιλλες αυτών που συναντά κανείς στα επιφανέστερα Πανεπιστήμια της Ευρώπης και των ΗΠΑ.
Α. Αυτό οφείλεται -και επιθυμώ να το τονίσω με ιδιαίτερη έμφαση- στο γεγονός ότι, ήδη από το ξεκίνημα της ουσιαστικής λειτουργίας του, αρκετά δηλαδή χρόνια μετά την δημοσίευση του ιδρυτικού του διατάγματος το 1973, το Πανεπιστήμιο Κρήτης κατάφερε να προσελκύσει άριστους, μεταξύ των οποίων πολλοί Κρήτες, Έλληνες επιστήμονες από κάθε γωνιά της Γης, που θέλησαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο «χτίσιμο» ενός Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, το οποίο φιλοδοξούσαν ν’ ακτινοβολήσει, όσο γινόταν ταχύτερα, διεθνώς.
Β. Ο αείμνηστος βιολόγος Φώτης Καφάτος, που κάποτε έγινε ο νεότερος Καθηγητής στην ιστορία του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και αργότερα διετέλεσε και πρώτος Πρόεδρος του ERC («European Research Council»), προσφέροντας έτσι τεράστιο έργο στην διεύθυνση της επιστημονικής έρευνας στην Ευρωπαϊκή Ένωση -γεγονός που οι περισσότεροι στην Πατρίδα μας δυστυχώς αγνοούμε- υπήρξε ένας από εκείνους που γύρισαν στην Κρήτη, για να δημιουργήσουν ένα σύγχρονο Τμήμα Βιολογίας στο Πανεπιστήμιό της. Ο κ. Ελευθέριος Οικονόμου, όνομα λαμπρό στην Φυσική Στερεάς Κατάστασης διεθνώς αλλά και εξαιρετικά πετυχημένος Πρόεδρος, επί 20 χρόνια, του ΙΤΕ, ο κ. Παναγιώτης Λαμπρόπουλος, εκ των κορυφαίων στον Κόσμο στην Φυσική των Λέιζερ, ο κ. Διονύσιος Τσιχριτζής, ομοίως καταξιωμένος στην Επιστήμη των Υπολογιστών, ο κ. Γρηγόρης Σηφάκης, έγκριτος μελετητής της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας, με λαμπρή φήμη στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ, όλοι αυτοί ένωσαν τις δυνάμεις τους για να δημιουργήσουν στην Κρήτη ένα σύγχρονο Πανεπιστήμιο, με βάση τα υψηλότερα διεθνή πρότυπα. Με κυρίαρχο, δηλαδή, κριτήριο αυτό της Αριστείας! Και παρά τις πολλές και πολύπλευρες δυσκολίες που αντιμετώπισαν αρχικά, τελικώς το πέτυχαν. Βεβαίως και χάρη στην μοναδική αγάπη και υποστήριξη που όλοι εσείς, οι Κρήτες, με υπερηφάνεια προσφέρατε στο Πανεπιστήμιό σας, το οποίο είναι, απολύτως δικαίως, το καμάρι σας.
ΙΙ. Πρόσφατο, μάλιστα, παράδειγμα –όχι το μοναδικό, αλλά σίγουρα ενδεικτικό του υψηλότατου επιπέδου της επιστημονικής έρευνας που διεξάγεται σε αυτό το Πανεπιστήμιο- αποτέλεσε η εξής μεγάλη είδηση:
Α. Δύο Έλληνες ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Κρήτης και το ΙΤΕ, συνέβαλαν στην περαιτέρω κατανόηση της αστρογένεσης -με σημαντικές συνέπειες και για την αστροβιολογία- όπως ανέφερε σχετικό δημοσίευμα του πολύ έγκριτου περιοδικού «Science». Συγκεκριμένα, οι δύο νεαροί Έλληνες επιστήμονες κατάφεραν να «χαρτογραφήσουν», τρισδιάστατα, ένα μεσοαστρικό μοριακό νέφος αερίων και σκόνης, δηλαδή μια περιοχή όπου γεννιούνται νέα άστρα, καθώς ανακάλυψαν ότι το μαγνητικό πεδίο του δονείται «σαν καμπάνα». ‘Άνοιξαν, έτσι, τον δρόμο για την επίλυση ενός από τα μεγαλύτερα μυστήρια στην Αστροφυσική, το οποίο αφορά το ερώτημα για το τι καθορίζει, εν τέλει, τον αριθμό και το είδος των άστρων και των πλανητών που δημιουργούνται στον Γαλαξία μας.
Β. Η εν λόγω ανακάλυψη υπήρξε το συμπέρασμα της διδακτορικής διατριβής του κ. ‘Αρη Τρίτση, την οποία ολοκλήρωσε στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Κρήτης, υπό την επίβλεψη του Αναπληρωτή Καθηγητή κ. Κωνσταντίνου Τάσση. Βασίσθηκε σε θεωρητικές και πειραματικές μελέτες των δύο ερευνητών στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και στο ΙΤΕ, καθώς επίσης και σε δεδομένα από την διαστημική αποστολή «Herschel» του Eυρωπαϊκού Διαστημικού Οργανισμού («ESA»).
III. Στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, όμως, εκτός από τις θετικές και τεχνολογικές επιστήμες και την Ιατρική, διακονούνται με την ίδια επιτυχία, από υποδειγματικώς αφοσιωμένους στο έργο τους επιστήμονες, η Φιλολογία, η Ιστορία, η Αρχαιολογία, η Φιλοσοφία, οι Πολιτικές και Κοινωνικές Επιστήμες.
Α. Η καλλιέργεια των Ανθρωπιστικών Σπουδών προσφέρει τα μέγιστα στην ανάπτυξη του δημοκρατικού ήθους των πολιτών και, γενικώς, προάγει εν συνόλω την Δημοκρατία. Η πρόσφατη τάση για υποβάθμιση των Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών, που εκδηλώνεται με την μειωμένη χρηματοδότησή τους σε πολλά κράτη του ανεπτυγμένου κόσμου, δεν προοιωνίζεται τίποτε καλό, τουλάχιστον για τον Δυτικό Πολιτισμό, ο οποίος οφείλει να παραμείνει στον πυρήνα του ανθρωποκεντρικός, εάν επιθυμεί να έχει μέλλον.
Β. Επιπλέον, σήμερα που οι Θετικές Επιστήμες -και ειδικά η Γενετική και η Βιοτεχνολογία- θέτουν κρίσιμα ερωτήματα Βιοηθικής, το συναπάντημα και ο γόνιμος διάλογος των Θετικών με τις Ανθρωπιστικές Επιστήμες είναι περισσότερο αναγκαίος από ποτέ.
ΙV. Tο Πανεπιστήμιο Κρήτης, εξωστρεφές καθώς είναι στους προσανατολισμούς του, βεβαίως σέβεται και υπηρετεί την παράδοση του Τόπου μας. Πλην όμως αισθάνεται ότι συνδέεται αμέσως και βαθύτατα με την Ευρώπη και την υπερεθνική θεσμική της έκφραση, την Ευρωπαϊκή Ένωση, της οποίας η Ελλάδα αποτελεί μόνιμο και αναπόσπαστο μέλος καθώς και θεμελιώδης αντηρίδα του Πολιτισμού της.
Α. Αυτό αποτυπώνεται και στο έμβλημα του Πανεπιστημίου Κρήτης, το οποίο βασίζεται σε ελληνιστικό νόμισμα της Γόρτυνας (430-300 π.Χ.) και παριστάνει την Ευρώπη σε στάση στοχασμού, καθισμένη σε κλάδους ελαίας.
Β. Το έμβλημα είναι σχεδιασμένο σε μετάλλιο από τη γλύπτρια κα Ασπασία Παπαδοπεράκη, ύστερα από σχετική απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου για την ανάθεση της σχεδίασης του εμβλήματος του Πανεπιστημίου Κρήτης, η οποία ελήφθη το 1992, πρυτανεύοντος του Καθηγητή κ. Γιώργου Γραμματικάκη.
Γ. Ιδού πώς η γλύπτρια κα Ασπασία Παπαδοπεράκη επεξηγεί την ιδέα που την οδήγησε στην συγκεκριμένη καλλιτεχνική επιμέλεια του εμβλήματος: « …Η Ευρώπη στην Κρήτη και από εκεί η αρχή του πολιτισμού στην Ευρώπη! Η ζωή του πολιτισμού του ανθρώπου ξεκινάει από εκείνην και συμβολικά αναπτύσσεται σπείρα από τον ομφαλό της, που περιέρχεται όλου του χώρου και την λέξη ΕΥΡΩΠΗ και επιστρέφει στην πίσω πλευρά του νομίσματος και αγκαλιάζει µε στεφάνι το ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ και την Κρητική Θάλασσα».
- V. Επιτρέψατέ μου, όμως, να σημειώσω στο σημείο αυτό ότι όλες οι δραστηριότητες και οι πρωτοβουλίες που ανέπτυξε -και συνεχίζει ν’ αναπτύσσει- το Πανεπιστήμιο Κρήτης, οι οποίες και του εξασφάλισαν το αξιοζήλευτο διεθνές του κύρος, είναι απόλυτα συνυφασμένες με τον χαρακτήρα του –όπως και όλων των Ελληνικών Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, που συνεχίζουν την παράδοση των Ευρωπαϊκών, εν γένει, Πανεπιστημίων- ως νομικού προσώπου κατ’ εξοχήν σωματειακού, και όχι τόσο ιδρυματικού, χαρακτήρα. Προς αυτή την κατεύθυνση συνηγορούν αφενός οι διατάξεις του άρθρου 16, ιδίως παρ. 5 εδ α΄, του Συντάγματος κατά τις οποίες: «Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση». Και, αφετέρου, η όλη ευρωπαϊκή παράδοση η σχετική με την φύση του Πανεπιστημίου, στην οποία προαναφέρθηκα και η οποία, κατά γενική παραδοχή, έχει επηρεάσει καθοριστικώς και το θεσμικό πλαίσιο για τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα στον Τόπο μας. Η αντίληψη ότι τα Ελληνικά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα συνιστούν περισσότερο νομικά πρόσωπα ιδρυματικού χαρακτήρα, παραγνωρίζει, σε μεγάλο βαθμό, τη νομική τους φύση και την αποστολή τους. Ειδικότερα:
Α. Στην έννομη τάξη μας γίνεται παγίως δεκτό ότι το ίδρυμα είναι σύνολο περιουσίας, που έχει ταχθεί στην εξυπηρέτηση ορισμένου σκοπού. Θεμέλιό του, δηλαδή, συνιστά το -σύμφυτο με τον προορισμό του- in concreto περιουσιακό στοιχείο. Δεν μπορεί όμως βασίμως να υποστηριχθεί ότι ο θεσμικός και λειτουργικός πυρήνας των δημόσιων Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων στην Χώρα μας –και στην Ευρώπη γενικότερα- συντίθεται από την περιουσία την οποία διαθέτουν. Και το ότι το άρθρο 16 παρ. 5 του Συντάγματος υιοθετεί, καταχρηστικώς, τον όρο «ίδρυμα» για τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα δεν παρέχει ασφαλές επιχείρημα υπέρ του αντιθέτου.
Β. Κατά την ορθότερη -φυσικά κατά την γνώμη μου- άποψη, λοιπόν, τα δημόσια Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα είναι, στο πλαίσιο της Ελληνικής έννομης τάξης, κατ’ εξοχήν νομικά πρόσωπα σωματειακού χαρακτήρα, την βάση των οποίων θεμελιώνει ο εκπαιδευτικός δεσμός διδασκόντων και διδασκομένων. Συγκεκριμένα, το σωματείο είναι ένωση προσώπων που επιδιώκει «ιδανικό» σκοπό, πέρα και έξω από οιαδήποτε περιουσιακή υποδομή. Προς την κατεύθυνση της αποδυνάμωσης του ιδρυματικού χαρακτήρα των Ελληνικών Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και της, όλως αντιθέτως, τεκμηρίωσης του κατ’ εξοχήν σωματειακού τους χαρακτήρα συνηγορεί η συνολική διαδρομή των Πανεπιστημίων στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο, τα οποία όπως προεκτέθηκε άσκησαν και ασκούν καθοριστική επιρροή στην δική μας πανεπιστημιακή παράδοση. Και μάλιστα από την εμφάνιση του θεσμού, στα τέλη του 12ου αιώνα, έως σήμερα.
- Αφετηρία του Πανεπιστημίου υπήρξε το «Studium Generale», ως πεδίο ανώτατης εκπαίδευσης κλασικών σπουδών, στηριζόμενο αποκλειστικώς στον εκπαιδευτικό δεσμό μεταξύ διδασκόντων και διδασκομένων.
- Το «Studium Generale» γρήγορα μετεξελίχθηκε και επικράτησε, με την βοήθεια και της ανάπτυξης των πόλεων, σε όλη την Ευρώπη ως «Universitas». Ήτοι ως αμιγής ένωση προσώπων, χωρίς ιδιαίτερη έμφαση στην περιουσιακή της υποδομή. Παγιώθηκε δηλαδή ως σήμερα ως «Universitas Magistrorum et Scholarium». Αυτός ο θεμελιώδης σωματειακός πυρήνας του Πανεπιστημίου αποτελεί –επαναλαμβάνω σχεδόν σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό χώρο- διαχρονικώς το βασικό του χαρακτηριστικό, τουλάχιστον στον τομέα της δημόσιας Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Γ. Οι θέσεις που μόλις ανέπτυξα βασίζονται στην ισχύουσα ρύθμιση του άρθρου 16 παρ. 5 του Συντάγματος, κατά την οποία τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα μόνον ως νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου μπορούν να θεσμοθετηθούν. Τούτο δεν σημαίνει όμως, επ’ ουδενί, ότι αντιτίθενται στην ιδέα της λειτουργίας ανώτατης μη κρατικής εκπαίδευσης στην Χώρα μας, ύστερα από αναθεώρηση του Συντάγματός μας. Θεωρώ όμως, ακόμη και για λόγους σεβασμού της διαχρονικής πανεπιστημιακής μας παράδοσης, ότι η ίδρυσή τους θα πρέπει να συντελείται τουλάχιστον υπό τους όρους ότι:
- Πρώτον, αυτά θα αποτελούν νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
- Και, δεύτερον, θα ιδρύονται με άδεια του Ελληνικού Δημοσίου και θα τελούν υπό εποπτεία, η οποία προσιδιάζει προς εκείνη που θεσπίζεται, κατά το Σύνταγμα, για τα δημόσια Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα.
Συμπερασματικώς, και αποτίοντας τον οφειλόμενο φόρο τιμής στην λαμπρή πορεία των 40 χρόνων λειτουργίας του, έχω χρέος να επισημάνω ότι το Πανεπιστήμιο Κρήτης στάθηκε, καθ’ όλη την εμβληματική διαδρομή του, φάρος πραγματικού πνεύματος. Υπήρξε, επίσης, ένα λαμπρό παράδειγμα και, συνάμα, υπόδειγμα του τι μπορούμε να επιτύχουμε, ως Έλληνες, όταν, επιστρατεύοντας όλη την δημιουργικότητα και επινοητικότητά μας, και χωρίς ίχνος αλαζονείας –αλλά, αντιθέτως, με αυτοπεποίθηση και ακλόνητη πίστη στην αρχή της Αριστείας- επιχειρούμε ν’ ανταγωνισθούμε τους καλύτερους στον διεθνή στίβο είτε της Επιστήμης, είτε της Οικονομίας και της Πολιτικής, είτε του Πολιτισμού εν γένει. Όπως πρόσφατα υποστήριξε ο νεαρός συμπατριώτης σας, Κωνσταντίνος Δασκαλάκης, Καθηγητής στο ΜΙΤ και από τους κορυφαίους ειδικούς στην Θεωρητική Πληροφορική και την Τεχνητή Νοημοσύνη, κάθε ικανός Έλληνας επιστήμονας οφείλει να έχει ως φιλοδοξία το να δουλέψει σκληρά, ώστε γίνει ο καλύτερος στον κλάδο του, όχι απλώς και μόνο στην Ελλάδα αλλά σε ολόκληρο τον Κόσμο. Αυτό επιβάλλουν οι ανάγκες αλλά και επιτρέπουν οι δομές και τα μέσα που υπάρχουν σήμερα στην διάθεσή του. Και μόνον έτσι η Ελλάδα θα καταστεί έτοιμη ν’ αντιμετωπίσει την Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση. Αυτή την κρίσιμη αποστολή της προετοιμασίας της Νεολαίας μας ν’ αντιμετωπίσει επιτυχώς ένα μέλλον που ταχέως έρχεται, καλείται, ως δημιουργός και θεματοφύλακας της λαμπρής του παράδοσης, να επιτελέσει το Πανεπιστήμιο Κρήτης, και μάλιστα στο πλαίσιο της σημερινής κρίσιμης συγκυρίας για την Χώρα μας και τον Λαό μας. Και είμαι απολύτως βέβαιος ότι θ’ ανταποκριθεί πλήρως και σε αυτό το, κυριολεκτικώς, Εθνικό προσκλητήριο.