Κύριε Δήμαρχε,
Σας ευχαριστώ θερμώς για την τιμή που μου περιποιείτε, ανακηρύσσοντάς με Επίτιμο Δημότη σας. Η τιμή δε αυτή είναι ακόμη μεγαλύτερη όταν γίνεται σήμερα, ανήμερα της κορύφωσης του εορτασμού των «Μιαουλείων», κατά τον οποίο τιμάμε την μνήμη του Ανδρέα Μιαούλη και όλων των Ναυμάχων του Ιερού Αγώνα για την απελευθέρωση της Πατρίδας μας. Θα ήθελα, όμως, να προσθέσω ότι, όπως επανειλημμένως έχω τονίσει σε ανάλογες περιστάσεις, η τιμή αυτή δεν αφορά το πρόσωπό μου αλλά τον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Και, επίσης, να σας διαβεβαιώσω πως έχω πλήρη επίγνωση του ότι η ανακήρυξή μου ως Επίτιμου Δημότη Ύδρας μου επιβάλλει, μεταξύ άλλων, και το αντίστοιχο χρέος τόσο της υπεράσπισης της Ιστορίας του Νησιού σας, όσο και της άντλησης από την Ιστορία αυτή των αντίστοιχων διδαγμάτων, πρωτίστως για τα Εθνικά μας Θέματα.
Ι. Ευρισκόμενος, για μιαν ακόμη φορά, ενώπιον του μοναδικού φυσικού της κάλλους, το οποίο μαγεύει κάθε επισκέπτη της, θυμάμαι ότι η Ύδρα οφείλει το όνομά της στα άφθονα νερά, τα οποία ανάβλυζαν από τις πλούσιες πηγές που είχε κατά την αρχαιότητα.
Α. Σήμερα, με την φυσική ομορφιά του Νησιού δένουν αρμονικά ως σύνολο, από αισθητική άποψη, τα αναπαλαιωμένα αρχοντικά, το παλιό γραφικό λιμάνι με τις πολεμίστρες και τα κανόνια, τα μουσεία, τα μοναστήρια, κ.λπ. Διάσημοι Έλληνες και ξένοι ζωγράφοι απεικόνισαν, άλλωστε, στα έργα τους τα τοπία της. Παγκόσμιου βεληνεκούς καλλιτέχνες, όπως ο Πάμπλο Πικάσο και ο Μαρκ Σαγκάλ, την επισκέφτηκαν και αποτύπωσαν σε σχέδια τα αυστηρά της σχήματα. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ύδρα υπάρχει παράρτημα της Σχολής Καλών Τεχνών από το 1936, το οποίο στεγάζεται στο τετραώροφο αρχοντικό του Εμμανουήλ Τομπάζη και της Ξανθής Δ. Σαχίνη, στο δεξιό τμήμα του λιμανιού.
Β. Η Ύδρα έχει, όπως γνωρίζει όλη η Ελλάδα και όχι μόνον, λαμπρή ναυτική ιστορία και παράδοση. Εμβληματικοί πλοιοκτήτες, ναυμάχοι του 1821 και πολιτικοί κατάγονται από το Νησί. Ανάμεσά τους οι Μιαούλης, Κουντουριώτης, Κριεζής, Τσαμαδός, Σαχίνης, Τομπάζης, Σαχτούρης, κ.α. Μάλιστα, ο Παύλος Κουντουριώτης διετέλεσε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Την σπουδαία αυτή ναυτική παράδοση σηματοδοτεί, άλλωστε, η Ακαδημία Εμποροπλοιάρχων, η οποία άρχισε να λειτουργεί στο Νησί σας αμέσως μετά την Επανάσταση του 1821 και είναι η αρχαιότερη σχολή εμποροπλοιάρχων της Ανατολικής Μεσογείου.
ΙΙ. Επιτρέψατέ μου, όμως, στο σημείο αυτό να πάρω τα πράγματα από την αρχή και ν’ αναφερθώ, έστω δι’ ολίγων, στην σπουδαία ιστορική διαδρομή της Ύδρας και των κατοίκων της, την οποία έχουν σηματοδοτήσει οι ηρωϊκοί Αγώνες των Προγόνων σας για την Ανεξαρτησία και την Ελευθερία.
Α. Σύμφωνα με τις νεότερες αρχαιολογικές έρευνες, το όμορφο Νησί σας είχε κατοικηθεί από τη νεολιθική ήδη εποχή. Δρύοπες, Μυκηναίοι, Κάρες, Σάμιοι, Αθηναίοι πρόσφυγες της εποχής των Περσικών Πολέμων, εποίκησαν και κατοίκησαν την Ύδρα. Η ακμή του Νησιού συνέπεσε με την Πρωτοελλαδική και την Μυκηναϊκή εποχή. Η Ύδρα υπήρξε εμπορικό-ναυτικό κέντρο, μια «γέφυρα» ανάμεσα στην Πελοπόννησο και τα Νησιά του Αιγαίου. Η περιοχή της Επισκοπής, του Αγίου Γεωργίου-Αγίου Νικολάου Μπίστη, το Μπαλί, η ακρόπολη του Βλυχού και η περιοχή της Ζωοδόχου Πηγής της Ζούρβας, ήταν σημαντικοί οικισμοί εκείνης της εποχής, ενώ κατά την Κλασσική εποχή η Ύδρα ανήκε στην δικαιοδοσία της Ερμιόνης. Από αυτήν την αγόρασαν Σάμιοι πολιτικοί εξόριστοι, που οχύρωσαν την ακρόπολη του Βλυχού. Οι Σάμιοι, αφού ήλθαν σε σύγκρουση με τους Αιγινήτες και ηττήθηκαν, μεταβίβασαν την Ύδρα στους Τροιζήνιους. Μάλιστα, κατά την Κλασική Εποχή η Ύδρα αναδεικνύει έναν συγγραφέα κωμωδιών, τον Ευάγη τον Υδρεάτη. Ας σημειωθεί, ακόμη, ότι στην Ρωμαϊκή και, κατόπιν, στην Βυζαντινή περίοδο το Νησί κατοικείται ανελλιπώς.
Β. Γύρω στο 1460, αρχίζει η σημαντική ανάπτυξη της Ύδρας με την εγκατάσταση Αρβανιτών φυγάδων, που εγκατέλειψαν την Πελοπόννησο εξαιτίας της κατάκτησής της από τα οθωμανικά στρατεύματα του σουλτάνου Μωάμεθ Β’ του Πορθητή. Τότε είναι που ξεκινά να χτίζεται και η σημερινή πόλη της Ύδρας και, συγκεκριμένα, γύρω από τον λόφο του Κιάφα, για λόγους ασφαλείας, εξαιτίας του κινδύνου των πειρατικών επιδρομών. Ένα δεύτερο μεγάλο εποικιστικό κύμα έφθασε στην Ύδρα στα τέλη του 16ου αιώνα, όταν μεγάλες οικογένειες έρχονται στο Νησί. Μεταξύ αυτών οι οικογένειες Λαζάρου, Ζέρβα, Κουντουριώτη από την Ήπειρο, Μπαρού από την Κύθνο, Νέγκα, Γκιώνη, Γκούμα, Γιακουμάκη από τα Βουρλά της Σμύρνης, Μπουντούρη και Μιαούλη από την Εύβοια. Τον 17ο αιώνα η Ύδρα ήταν κτήση των Ενετών, και τον 18ο αιώνα περιέρχεται στους Τούρκους έως την Επανάσταση του 1821, κατά την οποία αριθμούσε περί τους 27.000 κατοίκους.
Γ. Η Εθνεγερσία του 1821 βρίσκει την Ύδρα κάτοχο μεγάλου πλούτου, αποτέλεσμα κυρίως της επιτυχημένης εμπλοκής της στο εμπόριο σίτου κατά τους Ναπολεόντειους Πολέμους. Το εμπόριο μετά το 1810 είχε κάμψη, αλλά ο στόλος της αριθμούσε 186 μικρά και μεγάλα πλοία συνολικής χωρητικότητας 27.736 τόνων. Τα πληρώματα είχαν αποκτήσει πολεμική εμπειρία λόγω των αναμετρήσεών τους με πειρατές της Αλγερίας. Τουλάχιστον από το 1820, οι Προεστοί είχαν μυηθεί από την Φιλική Εταιρεία στο ιερό μυστικό της επερχόμενης Επανάστασης.
ΙΙΙ. Όταν κηρύχθηκε η Επανάσταση στην Πελοπόννησο, οι Υδραίοι ενημερώθηκαν με αλληλογραφία από τους Πελοποννήσιους οπλαρχηγούς.
Α. Συγκεκριμένα, με επιστολή, με ημερομηνία 24 Μαρτίου 1821, οι προύχοντες της Πελοποννήσου γνωστοποίησαν στους Υδραίους και Σπετσιώτες ότι η Επανάσταση άρχισε νωρίτερα, γιατί το μυστικό είχε προδοθεί από “τουρκολάτρες”, οπότε ζητούσαν την βοήθειά τους για ναυτικό αποκλεισμό του εχθρού. Παρά την πικρή εμπειρία από τις καταστροφές που είχαν υποστεί κατά την προηγούμενη αποτυχημένη εξέγερση του 1770 και αψηφώντας την στρατιωτική υπεροχή του εχθρού, οι Πρόγονοί σας, χάρη στο ακατάβλητο πατριωτικό τους φρόνημα, κήρυξαν την Επανάσταση στις 14 Απριλίου. Την επαναστατική διοίκηση ανέλαβε ο Αντώνιος Οικονόμου, και είχε την εξουσία να κινητοποιήσει τις απαιτούμενες ναυτικές και πεζές δυνάμεις. Η επίσημη κήρυξη, βέβαια, της Επανάστασης έγινε μια μέρα μετά, την 15η Απριλίου, αφού είχαν γίνει οι απαραίτητες προετοιμασίες.
Β. Αξίζει να σημειωθεί ότι την 14η Απριλίου οι Προεστοί τύπωσαν ειδικό συνοδευτικό έγγραφο για τα πλοία, που απέπλεαν από το Νησί κάνοντας καταδρομικές επιχειρήσεις. Το έντυπο αυτό, στην ελληνική και ιταλική, αποτελούσε και γραπτή επαναστατική διακήρυξη, που έφερε τον τίτλο “Διαβατήριον των Ελληνικών Μαχομένων Πλοίων”. Είχε κενό το όνομα του καπετάνιου, του πλοίου, τον αριθμό των κανονιών και την ημερομηνία, τα οποία συμπληρώνονταν κατά περίπτωση. Ένα τέτοιο έγγραφο, εκδοθέν για τον Γιακουμάκη Τομπάζη, δημοσίευσε ο Ομηρίδης Σκυλίτσης. Αρχίζει με τ’ ακόλουθα λόγια, που είναι αποκαλυπτικά του ιερού πόθου και της αντίστοιχης πατριωτικής ορμής των Υδραίων για Ελευθερία: «ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ. Το Ελληνικόν Έθνος βεβαρυμένον πλέον να στενάζη υπό τον σκληρόν ζυγόν υπό τον οποίον τέσσαρας περίπου αιώνας καταθλίβεται επονειδίστως, τρέχει με γενικήν και ομόφωνον ορμήν εις τα όπλα δια να κατασυντρίψη τας βαρείας αλύσσους τας υπό των βαρβάρων Μωαμεθανών περιτεθίσας εις αυτό. …».
- IV. Ξαναγυρίζοντας στην σημασία της σημερινής Επετείου, ας μου επιτραπεί να τονίσω ότι χάρη στον Αγώνα των Προγόνων σας, όπως και των υπολοίπων Ελλήνων, η Πατρίδα μας είναι σήμερα ελεύθερη.
Α. Επιπλέον, αποτελεί αναπόσπαστο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σκληρού της πυρήνα, της Ευρωζώνης. Παρά δε την πρόσφατη οικονομική κρίση, στέκει πλέον με αυτοπεποίθηση και ατενίζει με αισιοδοξία το μέλλον, έχοντας εμπιστοσύνη στις αστείρευτες δυνάμεις του Ελληνισμού και στην μοναδική δημιουργικότητά του.
Β. Έναν μεγάλο κίνδυνο όμως διατρέχουμε και αυτόν δεν θα σταματήσω να τον επισημαίνω, διότι θεωρώ ότι τούτο αποτελεί πρώτιστο Πολιτειακό μου Χρέος, ιδίως κατά την περίοδο κρίσιμων αποφάσεων για τα Εθνικά μας Θέματα, που τώρα διανύουμε: Τον κίνδυνο της διχόνοιας και του διχασμού, που αποτέλεσαν, διαχρονικώς, την μεγαλύτερη «πληγή» για το Έθνος μας και την πρόοδό του. Εμείς, οι Έλληνες, ό,τι ιστορικώς σημαντικό το επιτύχαμε υπό όρους αρραγούς ενότητας. Ενώ η διχόνοια και ο διχασμός μας στοίχισαν ακριβά, προκαλώντας ακόμη και απώλειες για τον Εθνικό μας Κορμό. Επωμιζόμαστε λοιπόν ιστορικό χρέος να υπερασπισθούμε όλα τα Εθνικά μας Θέματα ενωμένοι, έχοντας ως σύμμαχο αλλά και πυξίδα πορείας το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο στο σύνολό τους.
- V. Στο σημερινό διεθνές πολιτικό γίγνεσθαι, η Ελλάδα αναγνωρίζεται ως πυλώνας σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Α. Η Χώρα μας έχει εμπράκτως αποδείξει την σταθερή προσήλωσή της στην πλήρη εφαρμογή του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Τούτο προκύπτει και από τον τρόπο, με τον οποίο η Ελλάδα υπερασπίζεται τα Εθνικά της Θέματα, όπως είναι πρωτίστως εκείνα που αφορούν τις σχέσεις μας με την Τουρκία.
Β. Επαναλαμβάνω, για πολλοστή φορά, ότι επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Τούτο, όμως, προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας ειλικρινή σεβασμό του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου και του συνόλου του Διεθνούς Δικαίου. Άρα και οι διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947-οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και πλήρεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για γκρίζες ζώνες-πρέπει να γίνονται απ’ όλους πλήρως σεβαστές. Πολλώ μάλλον όταν η αμφισβήτησή τους οδηγεί σε αμφισβήτηση των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ιδίως ως προς την ΑΟΖ, η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας, ήτοι την Συνθήκη του Montego Bay του 1982. Το οποίο την δεσμεύει, μολονότι δεν έχει προσχωρήσει σ’ αυτό, διότι, κατά τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, παράγει πλέον γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου.
Τέλος, να υπενθυμίσω στην Τουρκία, και συγκεκριμένα στην Αδριανούπολη, κρατούνται, επί μακρό χρονικό διάστημα, αυθαιρέτως και κατά παράβαση κάθε έννοιας Κράτους Δικαίου, δύο στελέχη των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτή η απαράδεκτη και αντιδημοκρατική συμπεριφορά της Τουρκίας δεν μπορεί να πλήξει το ηθικό των Ενόπλων Δυνάμεων μας ούτε το ηθικό των δύο ηρωϊκών Στρατιωτικών μας, το οποίο είναι ακμαίο στον υπέρτατο βαθμό, αποδεικνύοντας στην πράξη τι σημαίνει Ελληνικός Στρατός και Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Πλήττει όμως, καιρίως, το κύρος της Τουρκίας και της Ηγεσίας της. Διότι αυτή η αυθαιρεσία, που έχει προκαλέσει την Ευρωπαϊκή αλλά και την Διεθνή κατακραυγή, είναι πλήγμα κατά της Δημοκρατίας, των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και, εν γένει, του Πολιτισμού μας. Η Τουρκική Ηγεσία ας αναλογισθεί, έστω και τώρα, τις ευθύνες της απέναντι στην Ελλάδα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Διεθνή Κοινότητα.
Κύριε Δήμαρχε,
Με τις σκέψεις αυτές, και αφού σας ευχαριστήσω εκ νέου για την μεγάλη τιμή που μου επιδαψιλεύετε ανακηρύσσοντάς με Επίτιμο Δημότη σας, επιτρέψατέ μου να καταλήξω παρέχοντάς σας την ακόλουθη διαβεβαίωση: Καθ’ όλη την διάρκεια της θητείας μου, και όχι μόνο, θα πράξω ό,τι μου αναλογεί προκειμένου να υπερασπισθώ, στο ακέραιο, την Πατρίδα, τον Λαό μας και το Έθνος μας.
Σας ευχαριστώ.