Χαιρετισμός κατά τη συνάντηση με τους Συνέδρους της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης της Ορθοδοξίας

Κύριε Γενικέ Γραμματέα της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης της Ορθοδοξίας,

Κύριε Πρόεδρε της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης της Ορθοδοξίας,

 

Με ιδιαίτερη χαρά σας υποδέχομαι στην Προεδρία της Δημοκρατίας, στο πλαίσιο αυτής της Επετειακής 25ης Γενικής Συνέλευσης της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης  Ορθοδοξίας. Όπως σας τόνισα ανοίγοντας τις εργασίες σας, εμείς οι Έλληνες, αποδίδουμε τεράστια σημασία στο έργο σας. Το έργο της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης συνίσταται στην σύζευξη των αρχών και αξιών που μπορούν να υπηρετήσουν από κοινού ο Κοινοβουλευτισμός και η Ορθοδοξία. Και επιτρέψατέ μου στο σημείο αυτό, χωρίς να σας κουράσω, να είμαι λίγο πιο αναλυτικός στο γιατί αποδίδουμε αυτήν την σημασία εμείς, εδώ στην Ελλάδα, αν αναλογισθούμε ποια είναι τα μεγάλα διακυβεύματα τα οποία αυτήν την στιγμή έχει να αντιμετωπίσει ο Κόσμος ολόκληρος και ιδίως η περιοχή μας. Δύο είναι οι μεγάλοι κίνδυνοι που εμποδίζουν την συνεργασία των Λαών και την ειρηνική πορεία κάθε Λαού προς την δημιουργία: Ο πρώτος κίνδυνος είναι οι απειλές εναντίον της Ειρήνης. Το βλέπουμε παντού στον κόσμο, κυρίως στην Νοτιανατολική Μεσόγειο. Και όσο λείπει η Ειρήνη γνωρίζετε ότι οι Λαοί και ο Άνθρωπος δεν μπορούν να δημιουργήσουν. Ο δεύτερος μεγάλος κίνδυνος είναι ο κίνδυνος των ανισοτήτων μεταξύ των Λαών, οι διαφορές που υπάρχουν σε οικονομικό επίπεδο, αλλά και οι ανισότητες που δημιουργούνται μέσα σε κάθε κοινωνία. Κυρίες και Κύριοι, αυτές οι ανισότητες, πριν από όλα μεταξύ των Λαών είναι η βασική αιτία για την οποία δεν μπορεί να υπάρξει Ειρήνη. Πυροδοτεί τους πολέμους, την αντιπαλότητα μεταξύ των Λαών. Πυροδοτεί την αδυναμία να επικοινωνήσουν οι Πολιτισμοί μεταξύ τους και να συνυπάρξουν. Και σε επίπεδο κάθε κοινωνίας, στο πλαίσιο κάθε Κράτους, οι ανισότητες είναι αυτές οι οποίες δημιουργούν τεράστιους κινδύνους για την κοινωνική συνοχή.

 

Απέναντι σ’ αυτές τις απειλές για την Ειρήνη από τη μια πλευρά, για τον Άνθρωπο από την άλλη, σε επίπεδο κοινωνικής συνοχής, ο Χριστιανισμός και η Ορθοδοξία ιδίως, σε συνδυασμό με την Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, έχουν να δώσουν την δική τους απάντηση. Πώς διαμορφώνεται αυτή η απάντηση; Διαμορφώνεται μέσα από την ιδιομορφία του Χριστιανισμού και ιδίως της Ορθοδοξίας ως Τρίτου Πυλώνα του Πολιτισμού μας. Ο Πολιτισμός μας, ο Πολιτισμός της Δύσης και ιδίως ο Ευρωπαϊκός Πολιτισμός, στηρίζεται πάνω στους τρεις Πυλώνες που σας τόνισα και στο Βυζαντινό Μουσείο: Στον Πυλώνα της Αρχαίας Ελλάδας, που είναι ο Πυλώνας της Ελευθερίας, του Πνεύματος και της Δημοκρατίας. Στον Πυλώνα της Αρχαίας Ρώμης, που είναι ο Πυλώνας των Θεσμών και του Νόμου καθώς και του Δημόσιου Συμφέροντος. Και στον Πυλώνα της Χριστιανικής Διδασκαλίας, που ήλθε να προσθέσει τα Ανθρωπιστικά χαρακτηριστικά στον σύγχρονο Πολιτισμό μας. Αυτά τα χαρακτηριστικά καλείται η Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας να υπηρετήσει. Και γιατί μπορεί να τα υπηρετήσει; Τι είναι εκείνο το οποίο η Χριστιανική διδασκαλία, η Ορθοδοξία, έχει προσθέσει στους δύο άλλους Πυλώνες; Έχει προσθέσει το γεγονός ότι χάρη στην Χριστιανική Διδασκαλία, χάρη στην Ορθοδοξία, η απλή κοινωνική συνύπαρξη και μεταξύ των Λαών αλλά και σε κάθε Κράτος μέσα, αυτή η απλή συμπόρευση των ανθρώπων σε μια κοινή προσπάθεια, έχει μετατραπεί σε μια πραγματική Κοινωνία Προσώπων. Τι σημαίνει αυτό; Θα παρατηρήσετε ότι και στην Αρχαία Ελλάδα και στην Αρχαία Ρώμη, η υπακοή στον Νόμο είναι αναγκαστική. Εκδίδεται, ψηφίζεται ο Νόμος και τον υπακούεις, γιατί πρέπει να τον υπακούσεις. Η κανονιστική δύναμη του Νόμου, σημαίνει ακριβώς ότι υπακούει σ’ αυτόν, διότι αν δεν το πράξεις, θα έχεις κυρώσεις. Αντιθέτως, η Χριστιανική Διδασκαλία, μέσα από την Κοινωνία Προσώπων, προσέθεσε το εξής το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό: Σε μια ιδανική -γιατί εξιδανικευμένη είναι η εικόνα αλλά προς τα εκεί πρέπει να κατατείνουμε- σε μια πραγματική κοινωνική συνύπαρξη είναι ανάγκη να υπακούεις στον κανόνα, όχι γιατί σου επιβάλλεται αλλά επειδή τον ενστερνίζεσαι. Τον καθιστάς, Εσύ, τμήμα της δικής σου συνείδησης. Στην μία περίπτωση η υπακοή είναι αναγκαστική, όπως τόνισα. Στην άλλη είναι ενδιάθετη, ενσυνείδητη, εφαρμογή της επιταγής, την οποία ο νόμος για την κοινωνική συνύπαρξη καθορίζει.

 

Αυτή η μετατροπή της απλής κοινωνικής συνύπαρξης, σε διεθνές και εσωτερικό επίπεδο, σε μια Κοινωνία Προσώπων σημαίνει αρμονική συνύπαρξη των Λαών και αρμονική συνύπαρξη μέσα σε κάθε κοινωνία. Διευκολύνει ώστε, μέσα από την Χριστιανική Διδασκαλία και την Ορθοδοξία να εμπεδωθούν, στο πλαίσιο του Πολιτισμού μας και σε ολόκληρο τον Κόσμο, τέσσερεις βασικές αρχές, εξαιρετικά κρίσιμες και χρήσιμες στην σύγχρονη εποχή:  Η πρώτη Αρχή είναι η αρχή του Ανθρωπισμού. Ξέρετε ότι στο πλαίσιο του Πολιτισμού μας, αλλά και στο πλαίσιο του Χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας, στο επίκεντρο της Ανθρωπότητας είναι ο Άνθρωπος. Η Οικονομία υπηρετεί τον Άνθρωπο, δεν συμβαίνει το αντίστροφο, να υπηρετεί ο Άνθρωπος την Οικονομία. Κάθε τι περιστρέφεται γύρω από τον Άνθρωπο. Κι ο Άνθρωπος πρέπει ελεύθερος να πορεύεται για να μπορέσει να εκπληρώσει την επί Γης αποστολή του. Που είναι, το να καταστεί Εικόνα και Ομοίωση του Δημιουργού του. Οριακό μέγεθος κι αυτό. Δύσκολο να το φτάσουμε, αλλά εκεί πρέπει να κατατείνουμε. Άρα, λοιπόν, η πρώτη αρχή του Ανθρωπισμού δίνει στον Πολιτισμό μας, μέσα από τον Χριστιανισμό, μέσα από την Ορθοδοξία, τα Ανθρωπιστικά του χαρακτηριστικά. Και αποφεύγουμε, έτσι, την τόσο επικίνδυνη στα χρόνια μας επικυριαρχία του οικονομικού επί του θεσμικού. Κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, κι αυτό οφείλουμε να το συνειδητοποιήσουμε.

 

Η δεύτερη βασική Αρχή, είναι η αρχή της Αλληλεγγύης, σύμφυτη με την έννοια του Ανθρωπισμού, σύμφυτη με την έννοια της Κοινωνίας Προσώπων, για την οποία σας μίλησα προηγουμένως. Χάρη στην Κοινωνία Προσώπων οδηγούμαστε στην Αλληλεγγύη ως βασική αρχή της συνύπαρξής μας. Και μεταξύ των Λαών, και στο πλαίσιο κάθε κοινωνίας. Είναι αυτό, το οποίο ενέπνευσε ο Χριστιανισμός -και ιδίως η Ορθοδοξία- μέσα από τις επιταγές της Πατερικής Διδασκαλίας και ιδίως του Ευαγγελίου. Διότι, στο πλαίσιο της Χριστιανικής Διδασκαλίας και της Ορθοδοξίας πηγαίνουμε από το «Αγαπάτε Αλλήλους» στην υπέρτατη μορφή της Αλληλεγγύης, που είναι το: «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Μπορείτε να αντιληφθείτε, πόσο μεγάλη σημασία έχουν αυτές οι Αρχές κι αυτές οι Αξίες σήμερα.

 

Για να φτάσουμε στην τρίτη Αρχή, του Χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας, που είναι η εξής: Χάρη στον Ανθρωπισμό, χάρη στην Αλληλεγγύη οδηγούμαστε στην Ειρήνη. Χωρίς Ειρήνη δεν μπορεί να υπάρξει πεδίο δημιουργίας για τον Άνθρωπο. Μόνο σε περιόδους ειρήνης ο άνθρωπος μπορεί να δημιουργήσει, να υπερασπισθεί την αξία του, να αναπτύξει την προσωπικότητά του. Χωρίς ειρήνη, μέσα στον πόλεμο, ο άνθρωπος εξαθλιώνεται. Και γι΄ αυτό, η υπεράσπιση της Ειρήνης, είναι μια πολύ σημαντική αποστολή, που η Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας πρέπει να υπηρετήσει. Είναι μεγάλο χρέος αυτό και θα είναι μεγάλη η καταξίωσή της. Θυμηθείτε τι λέει στους Μακαρισμούς το «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο»: ««Μακάριοι οι ειρηνοποιοί, ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται» .

 

Και, ύστερα, φτάνουμε στην τέταρτη βασική αρχή του Χριστιανισμού και της Ορθοδοξίας που είναι εκείνη της Δικαιοσύνης. Την έννοια της Δικαιοσύνης την ανακάλυψε η Αρχαία Ελληνική Σκέψη, ιδίως μέσα από τον Αριστοτέλη, μέσα από την έννοια της λεγόμενης αναλογικής Δικαιοσύνης. Εκείνης που σημαίνει ότι πρέπει να αποδίδουμε σε κάθε έναν αυτό που του αναλογεί. Όμως η έννοια της Δικαιοσύνης στο πλαίσιο της Χριστιανικής Διδασκαλίας είναι κάτι που πηγαίνει ακόμη παραπέρα. Συνδυάζεται με τις τρεις Αρχές που ανέφερα προηγουμένως,  του Ανθρωπισμού, της Αλληλεγγύης και της Ειρήνης. Και θυμηθείτε ακριβώς τι αποδίδει  η προσευχή του Προφήτου Ησαΐου, όπως από την Παλαιά Διαθήκη ενσωματώθηκε στην Καινή Διαθήκη: «Δικαιοσύνην μάθετε οι ενοικούντες επί της γης». Η διοίκηση των Ανθρώπων υπό όρους Δικαιοσύνης σημαίνει καταξίωση της Δημοκρατίας. Δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική Δημοκρατία χωρίς Δικαιοσύνη. Και την Δικαιοσύνη μόνον η πραγματική Δημοκρατία μπορεί να την υπηρετήσει.

 

Αυτές είναι οι Αρχές και οι Αξίες που καλείσθε να υπηρετήσετε. Ξέρω ότι το κάνετε 25 ολόκληρα χρόνια ενσυνείδητα, με συνέπεια. Γι αυτό σας είπα ότι με μεγάλη χαρά σας δέχομαι σήμερα εδώ, όπως έκανα από την πρώτη στιγμή της θητείας μου, γιατί εκτιμώ ιδιαίτερα το έργο σας. Ένα έργο που, ταυτόχρονα, υπερβαίνει τους Λαούς αλλά ενώνει τους Λαούς. Και κυρίως τους δείχνει το δρόμο της αποστολής τους στο σύγχρονο δύσκολο Κόσμο. Γιατί, να θυμάσθε, οι καιροί είναι δύσκολοι. Όλα είναι δικά μας, με την έννοια ότι όλα μπορούμε να τα καταφέρουμε, αν  πιστέψουμε στις δυνάμεις μας και τις Αξίες  του Πολιτισμού μας.  Αλλά θα είμαστε υπόλογοι απέναντι στην Ιστορία και απέναντι  στους Λαούς μας εάν δεν αναληφθούμε ότι εμείς ιδίως, οι Ορθόδοξοι, οι οποίοι πιστεύουμε στη Δημοκρατία, έχουμε αυτή την ιδιαίτερη αποστολή. Και πάλι σας ευχαριστώ. Καλή επιτυχία στις εργασίες σας και καλή πορεία. Και να θυμάσθε: Η Ελληνική Πολιτεία και ιδίως η Προεδρία της Δημοκρατίας θα είναι πάντοτε, στην πορεία του χρόνου, αρωγός και συμπαραστάτης του έργου σας.