Αντιφώνηση του Προέδρου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας κ.Frank-Walt Steinmaier στο δείπνο που παρέθεσε προς τιμήν του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ.Προκόπιος Παυλόπουλος στο Προεδρικό Μέγαρο

Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ Προκόπη, αγαπητή Βλασσία, αξιότιμοι Κυρίες και Κύριοι, Βουλευτές, Υπουργοί, φίλες και φίλοι, είμαι πάλι εδώ. Αξιότιμε κ. Πρόεδρε, αγαπητέ Προκόπη, σε ευχαριστώ, σε ευχαριστώ θερμά και το λέω εξ ονόματός μου, εξ ονόματος της γυναίκας μου, αλλά και εν ονόματι όλης της αντιπροσωπείας για την εγκάρδια υποδοχή που επιφυλάξατε εσύ και η πατρίδα σου, σε μένα και σε όλους μας.

Και αυτό όχι για πρώτη φορά, διότι τα τελευταία χρόνια είχα την ευκαιρία να απολαύσω περισσότερο από μια φορά, την ελληνική φιλοξενία, την εγκαρδιότητα εδώ σε αυτούς τους χώρους, σε αυτή την αίθουσα. Αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια, ως υπουργός εξωτερικών αλλά και τελευταία, πρόσφατα, πέρυσι ακόμη ως Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Αφού ανέλαβα τα καθήκοντά μου -μόλις τα είχα αναλάβει για αυτό το θυμάμαι  πολύ καλά- μου δόθηκε η ευκαιρία αγαπητέ Προκόπη μαζί σου να εγκαινιάσουμε εδώ στην Αθήνα την DOCUMENTA. Κανονικά εφόσον έρθω έρθει τόσες φορές θα έπρεπε να είμαι πλέον σε θέση να εκφωνώ την ομιλία μου στα ελληνικά αλλά, δυστυχώς, πρέπει να πω ότι μετά από λίγες προτάσεις, αρχικές προτάσεις,  έχουν εξαντληθεί οι γνώσεις μου. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι κάθε φορά προσπαθώ να μάθω άλλη μία πρόταση μετά από κάθε επίσκεψή μου εδώ.

Κυρίες και Κύριοι, το γεγονός ότι επισκέπτομαι πλέον για δεύτερη φορά την Ελλάδα ως Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας -αγαπητέ Προκοπή και εσύ έτσι το εκλαμβάνεις- αποτελεί πραγματικά έκφραση της ιδιαίτερης σχέσης των δύο Χωρών μας και αναδεικνύει πόσο κοντά αισθανόμαστε εμείς οι Γερμανοί τους Έλληνες. Αυτό Κυρίες και Κύριοι, αυτή η διάσταση και η έμφαση αυτής της σχέσης, είναι ιδιαίτερα σημαντική για μένα  σε αυτή τη συγκεκριμένη συγκυρία, τώρα που η Ελλάδα εξακολουθεί κάθε μέρα, και μιλώ πραγματικά, ημέρα με την ημέρα, να δέχεται μεγάλες επιβαρύνσεις από την προσφυγική και μεταναστευτική κρίση στα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μία εποχή όπου επιδεικνύει η Ελλάδα συμπόνια και αλληλεγγύη στους ανθρώπους που φτάνουν εδώ, ενώ η ίδια η Χώρα πολλές φορές χρειάστηκε να διαπιστώσει ότι η αλληλεγγύη των Ευρωπαίων Εταίρων της  δεν είναι καθόλου δεδομένη.

Θα ήθελα  να τονίσω την εγγύτητα των δύο χωρών μας,  σε μία εποχή όπου η Ελλάδα αποδεικνύεται εποικοδομητικός εταίρος και γείτονας στα Βαλκάνια, προσπαθώντας να διευθετήσει μακροχρόνιες  διαφορές τείνοντας χείρα φιλίας. Η συμφωνία για το ονοματολογικά με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας αποτελεί ασφαλώς ένα τολμηρό και σημαντικό βήμα για αυτήν την προσέγγιση.

Και αποδεικνύει ότι πέρα από αυτό το μοναδικό παράδειγμα ότι συνολικά βούληση και όραμα, είναι σε θέση, μπορούν να παραμερίσουν ακόμα και μακροχρόνια καχυποψία δημιουργώντας κατανόηση και συνθήκες συνεννόησης. Γνωρίζω ότι αυτό, και για τις δύο πλευρές,  δεν ήταν απλή υπόθεση και απλό ζήτημα, ούτε συνεχίζει να είναι. Όμως θα ήθελα πραγματικά να σας ενθαρρύνω, με κάθε σαφήνεια, να συνεχίσετε αυτήν την πορεία την οποία ακολουθείτε και η οποία δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Ειδικά τώρα κυρίες και κύριοι και αγαπητέ Προκόπη, θα ήθελα να τονίσω την εγγύτητα των δύο χωρών μας σε μία εποχή η οποία σηματοδοτείται από το τέλος του προγράμματος του EMS. Και σηματοδοτεί για την Ελλάδα πάλι ένα σημαντικό ορόσημο.

Τα προηγούμενα, τα περασμένα χρόνια υπέμεινε ο Λαός πολλά βάρη και  προκλήσεις. Απαιτήθηκαν μεγάλες θυσίες από πολλούς. Από ορισμένους δε υπερβολικά πολλές. Και το γνωρίζω ότι η χώρα αυτή άφησε πίσω ορισμένες παλιές παθογένειες, του παρελθόντος δηλαδή και η χώρα ακολούθησε μια σκληρή  μεταρρυθμιστική πορεία. Σας διαβεβαιώνω ότι αυτό το αντιλαμβανόμαστε και το αναγνωρίζουμε εμείς στη Γερμανία. Και σας διαβεβαιώνω ότι ο κόσμος στη Γερμανία, ανεξάρτητα ορισμένων χαιρέκακων δημοσιευμάτων του παρελθόντος,  που πράγματι υπήρξαν, ο Λαός της Γερμανίας παρακολουθεί με μεγάλη συμπάθεια τις θυσίες που έχετε κάνει και που συνεχίζετε να κάνετε. Ελπίζουμε και εμείς μαζί σας ότι οι μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών θα αρχίσουν να αποδίδουν καρπούς. Και αυτό δεν το λέω μόνο με οικονομική διάσταση. Είμαι βέβαιος ότι θα συμβάλλουν,  όχι μόνο στην οικονομική ανάπτυξη, θα προσελκύσουν επενδύσεις  και αυτό, ελπίζω σύντομα, ότι θα αρχίσει  να γίνεται αισθητό και στον κόσμο.

Η Γερμανία κύριε Πρόεδρε, και θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω γι αυτό, θα συνεχίσει μαζί με την Ελλάδα να είναι πλάι-πλάι στην Ευρωζώνη και στην Ευρώπη. Και στεκόμαστε στο πλευρό σας. Πρέπει να το πω κύριε Πρόεδρε αυτό, ωστόσο δεν μπορώ να αποκρύψω, ότι τα τελευταία χρόνια της οικονομικής κρίσης, η Ελληνογερμανική Φιλία δοκιμάστηκε αρκετές φορές. Δεν  λάβατε πάντα από την Γερμανία την υποστήριξη την οποία επιθυμούσατε και  την συμπαράσταση. Και δεν βρήκαμε ενδεχομένως πάντα τις κατάλληλες λέξεις για να σας επιβεβαιώσουμε την αλληλεγγύη μας. Παλιές προκαταλήψεις από ελληνικής πλευράς προς την Γερμανία αλλά και το ανάποδο, έδωσαν το στίγμα τους σε έντονες συζητήσεις. Και δυστυχώς αυτό ήταν χρόνια, που στερεότυπα που πιστέψαμε ότι ήταν ξεπερασμένα, αναβίωσαν. Μπορώ αυτό να το πω, ισχύει αυτό και για τις δύο χώρες. Οι Γερμανοί στην Ελλάδα και πολίτες ελληνικής καταγωγής στη Γερμανία,  αίφνης αισθάνθηκαν ότι δημιουργούνται αμφιβολίες. Εκεί που μέχρι πρότινος συναντιόντουσαν γνώριμοι και οικείοι μεταξύ τους, ξαφνικά παρατηρούσε ο ένας τον άλλον με βλέμμα γεμάτο σκεπτικισμό.

Αυτό επιβάρυνε τις σχέσεις μας κυρίως ακριβώς γιατί στην πραγματικότητα είμαστε τόσο στενά συνδεδεμένοι μεταξύ μας. Πρόκειται για ένα στενό δεσμό, αυτό είναι κάτι εύκολο να το λέει κανείς αβασάνιστα, ακόμη κι όταν κάνει μία επίσκεψη στον γείτονα του. Αυτό ισχύει ωστόσο, σε πολύ μεγάλο βαθμό στην περίπτωση μας και όχι μόνο σε πολιτιστικό επίπεδο -απόδειξη αυτού στάθηκε και η Documenta- αλλά πέρα από αυτό, οι ιστορικοί, πολιτικοί και οικονομικοί δεσμοί, μεταξύ των δύο χωρών μας έχουν τις ρίζες τους στο βαθύ παρελθόν, στο πολύ μακρινό παρελθόν, αλλά επιτρέψτε μου να προσθέσω και κάτι άλλο. Η φιλία μας εδράζεται σε πολλές περισσότερες επαφές όχι μόνο πολιτικές και πολιτισμικές, και θα ήθελα να το επισημάνω αυτό, κυρίως εδράζεται σε πληθώρα διαπροσωπικών σχέσεων που υφίστανται μεταξύ μας. Μην ξεχνάμε ότι πάνω από 350 χιλιάδες πολίτες ελληνικής καταγωγής ζουν στην Γερμανία. Που ήρθαν σε εμάς ως εργαζόμενοι, έμειναν στην χώρα μας και έκαναν την οικογένειά τους. Και πόσοι Γερμανοί τουρίστες ελκύονται από τον ελληνικό πολιτισμό, τις ακρογιαλιές και την θάλασσα της Ελλάδας.

Εφέτος μόνο, αν δεν κάνω λάθος, αγγίζουν τα 4 εκατομμύρια οι Γερμανοί που έρχονται στην χώρα σας. Ανεξάρτητα από τον τουρισμό, και τις θερινές διακοπές η Ελλάδα αποτελεί εδώ και καιρό σε συναισθηματικό επίπεδο μια δεύτερη πατρίδα για πολλούς Γερμανούς. Ακριβώς αυτό, οι προσωπικοί δεσμοί δηλαδή, είναι σημαντικοί για τις χώρες μας. Όχι μόνον για τις χώρες μας, αυτό είναι σημαντικό για το μέλλον όλης της Ευρώπης. Όσοι γνωρίζονται –αγαπητέ Προκόπη- όποιος εκτιμά τον άλλον, όποιος καταβάλλει προσπάθεια να τον κατανοήσει, αυτός στηρίζει και τον άλλον. Και σήμερα αυτή η αλληλοϋποστήριξη, είναι κάτι που χρειαζόμαστε πιο επιτακτικά παρά ποτέ, και το επισήμανες στην ομιλία σου, οφείλουμε να μην χάνουμε χρόνο. Η Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σήμερα πιο απαραίτητες απ’ ότι κατά το παρελθόν, διότι απέναντι στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το τέλος κάποιων ψευδαισθήσεων που μπορεί να είχαμε. Το προσφυγικό, η κλιματική αλλαγή, οι κρίσεις στις γειτονικές χώρες αλλά και οι οικονομικές κρίσεις στους κόλπους της ίδιας της Ένωσης, δεν σταματούν στα εκάστοτε εθνικά σύνορα. Χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον. Κανένα από τα παραπάνω θέματα δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε μόνοι μας, δεν μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε χωρίς εταίρους. Ιδιαίτερα το λέω αυτό, σε μία εποχή όπου ακούγονται δυνατές φωνές που δίνουν απλουστευμένες λύσεις σε δύσκολα ζητήματα. Πάντα απλούστατες λύσεις.

Το λέω σε μια εποχή όπου ακούγεται η απατηλή προτροπή ο καθένας να σκέφτεται μόνο τον εαυτό του. Μια εποχή όπου τονίζονται αυτά που χωρίζουν τους λαούς και η έννοια της κοινότητας υποτιμάται. Αυτήν ακριβώς την εποχή οφείλουμε να καταστήσουμε καθημερινά σαφές, ότι μόνο μαζί και στη βάση των κοινών μας πεποιθήσεων και της καλώς εννοούμενης αλληλεγγύης είμαστε σε θέση να διαμορφώσουμε το μέλλον μας με τρόπο βιώσιμο και δίκαιο. Για εμένα ισχύει αυτό που είπαν οι εμπνευστές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι η Ένωση εκφράζει και ενσαρκώνει όλα εκείνα τα οποία μας ενώνουν. Είναι και παραμένει η καλύτερη απάντηση σε εθνικούς εγωισμούς, σε πόλωση, ακόμα και στον αποκλεισμό και στον διχασμό.

Έχω την εντύπωση ότι Ελλάδα και Γερμανία έχουν πάρει πολύ σοβαρά αυτό το ζήτημα. Σε τούτα τα δύσκολα χρόνια δεν διακόψαμε τις σχέσεις μας και πιστεύω ότι ακριβώς σήμερα, και μετά τις πολλές συζητήσεις που είχαμε και ενδιάμεσα, αγαπητέ Προκόπη, νομίζω ότι καταφέραμε μετά από δύσκολα χρόνια να εμβαθύνουμε ακόμη μια φορά τις σχέσεις μας όχι μιλώντας μόνο ο ένας με τον άλλον, αλλά και με ένα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης, με μια συγκεκριμένη πολιτική. Θυμάμαι πολύ καλά τις πρώτες συζητήσεις που είχαμε διεξάγει για την διαμόρφωση ενός σχεδίου δράσης. Και αυτό όχι μόνο σε πολιτικό επίπεδο – όπως για παράδειγμα τις διαβουλεύσεις σε επίπεδο υφυπουργών που μόλις τώρα ολοκληρώθηκαν και μάλιστα για δεύτερη φορά και οι οποίες σε πολλά πολιτικά θέματα και τομείς οδηγούν σε ακόμη στενότερο συντονισμό και συνεργασία σε θέματα που αφορούν και τις δύο χώρες μας – αλλά κυρίως εμβάθυνση σε προσωπικό επίπεδο, με το κοινό μας μέλημα να ενισχύσουμε αυτές τις προσωπικές σχέσεις και τους προσωπικούς δεσμούς.

Το λέω αυτό γιατί χαίρομαι ιδιαιτέρως που η ιδέα η οποία πριν λίγα χρόνια κυοφορήθηκε, η ιδέα της ίδρυσης ενός ελληνογερμανικού ιδρύματος για τη νεολαία επιτέλους παίρνει σάρκα και οστά. Αγαπητέ Προκόπη, σήμερα ήμασταν μάρτυρες όταν μπήκαν οι υπογραφές κάτω από την κοινή συμφωνία για την ίδρυση αυτή. Έτσι δημιουργούμε ένα σταθερό πλαίσιο για πολλές επικείμενες συναντήσεις μεταξύ των νέων στις χώρες μας. Και ελπίζω να γίνει πραγματικά καλή χρήση αυτών των δυνατοτήτων. Δίνουμε δυνατότητα για περισσότερες προσωπικές ανταλλαγές απόψεων και με τον τρόπο αυτό ισχυροποιούμε τα κοινά μας θεμέλια, βοηθούμε στην σύναψη δεσμών, οι οποίοι δεν φέρνουν μόνο κοντά τους ανθρώπους, τον έναν με τον άλλον, αλλά μαζί με αυτούς και τις δύο χώρες μας. Δημιουργούν εμπιστοσύνη και δημιουργούν δεσμούς δίνοντας ζωή σε αυτό που μας ενώνει σήμερα, τώρα, στο παρόν, αλλά και στο μέλλον και για τις μελλοντικές μας γενιές.

Με αυτά τα παραδείγματα δείχνουμε ότι μετά από δύσκολες εποχές είμαστε σε θέση να ξεπεράσουμε κρίσεις και να οικοδομήσουμε καινούρια εμπιστοσύνη. Και το ότι ακριβώς εμείς, οι Έλληνες και οι Γερμανοί, αυτό είμαστε σε θέση να το καταφέρουμε έχοντας κατά νου το δύσκολο παρελθόν μας και την επώδυνη ιστορία μας την οποία αναλογίστηκα κι εγώ σήμερα το πρωί στο Χαϊδάρι, είναι κάθε άλλο παρά αυτονόητο. Για τον λόγο αυτό είμαι προσωπικά, αλλά και εν ονόματι της χώρας μου ιδιαίτερα ευγνώμων.

Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί προσκεκλημένοι με την επίσκεψή μου αυτή δεν θέλω μόνο να τιμήσω την φιλία των δύο χωρών μας και την βαθιά ριζωμένη φιλία μεταξύ Ελλήνων και Γερμανών. Δεν τιμώ μόνο αυτήν την φιλία με την επίσκεψή μου, αλλά είναι η φιλία – και την λέω πραγματικά υπογραμμίζοντάς την – που μου έχεις εσύ αγαπητέ Προκόπη προσφέρει και η οποία με φέρνει για άλλη μια φορά σήμερα στην Ελλάδα. Είναι πολύ ωραίο που μπορώ να σε συναντήσω και πάλι στην Ελλάδα έπειτα από την συνάντηση αρχηγών κρατών του Arraiolos Group τον Σεπτέμβριο στην Ρίγα.

Από την ανάληψη της Προεδρίας μου έχουμε συναντηθεί πολλές φορές, τηλεφωνηθήκαμε συχνά και ήσουν ένας από τους πρώτους προέδρους ο οποίος με επισκέφθηκε στο ανάκτορο Bellevue στο Βερολίνο, στην έδρα μου λίγο μετά την επίσκεψή μου εδώ στην Αθήνα. Γνωριζόμαστε εδώ και πολλά χρόνια, μοιραζόμαστε κοινά βιώματα, κοινές εμπειρίες. Είμαστε και οι δύο νομικοί και κάτι που μας συνδέει ακόμα περισσότερο ενδεχομένως, είναι το γεγονός ότι είμαστε και οι δύο παντρεμένοι με γυναίκες νομικούς. Εσύ βέβαια συνέχισες την ακαδημαϊκή σου καριέρα στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, είχες μια λαμπρή σταδιοδρομία, έγινες τακτικός Καθηγητής Διοικητικού Δικαίου, αλλά και εγώ μπορώ από σήμερα, όπως και να έχει, να θεωρούμαι υπερήφανος επίτιμος Διδάκτορας της ίδιας Νομικής Σχολής.

Και οι δύο μας ωστόσο, το γνωρίζουν όλοι όσοι βρίσκονται εδώ, δεν αρκεστήκαμε στην ενασχόλησή μας με τη Νομική, αλλά μετά από διαφορετικές εμπειρίες, επιλέξαμε το δρόμο της πολιτικής. Εσύ αρχικά, θέτοντας τον εαυτό σου στις υπηρεσίες των προκατόχων σου και του κόμματός σου, στη συνέχεια ως Υπουργός Εσωτερικών και από το 2015 ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας και επίτρεψέ μου να το πω, εκτιμώ ιδιαίτερα τον τρόπο που υπηρετείς το αξίωμά σου. Είσαι ένας ευφυέστατος και πολύτιμος συνομιλητής και επειδή είναι κάτι σπάνιο πλέον, είσαι πραγματικά παθιασμένος Ευρωπαίος, ο οποίος ακόμα και στους δύσκολους καιρούς για την Ελλάδα, πάλεψε διαρκώς γι’ αυτή την Ευρώπη. Σε εκτιμώ και σε θεωρώ πιστό φίλο και αισθάνομαι ιδιαίτερη τιμή που προσκαλείς τόσο εμένα όσο και τη γυναίκα μου και την αντιπροσωπεία μου αύριο -ας το πω έτσι- στο σπίτι σου, στην ιδιαίτερή σου πατρίδα, την Καλαμάτα.

Κυρίες και Κύριοι, σας παρακαλώ εδώ να υψώσετε μαζί μου το ποτήρι σας, στην υγεία και την ευημερία του Προέδρου του κυρίου Παυλόπουλου και της συζύγου του εις υγείαν του ελληνικού λαού και εις υγείαν της φιλίας των δύο χωρών μας, αλλά και για το γεγονός ότι παραμένουμε ενωμένοι για ένα καλό μέλλον, για μια ελεύθερη, αλληλέγγυα και δυνατή Ευρώπη. Σας ευχαριστώ ιδιαίτερα.-

 

 

φωτογραφία: ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΣΥΜΕΛΑ ΠΑΝΤΖΑΡΤΖΗ