Σημεία ομιλίας του Προέδρου της Δημοκρατίας κ.Προκοπίου Παυλοπούλου κατά τα εγκαίνια της έκθεσης με θέμα: “Τα εκατό πρώτα χρόνια της τυπογραφίας μέσα από τους θησαυρούς της Ιστορικής Βιβλιοθήκης Ανδρίτσαινας”

Αποτελεί ξεχωριστή τιμή για μένα να τελώ, υπό την ιδιότητά μου ως Προέδρου της Δημοκρατίας, τα εγκαίνια αυτής της εξαιρετικής σπουδαιότητας έκθεσης με θέμα: «Τα πρώτα χρόνια της τυπογραφίας μέσα από τους θησαυρούς της Ιστορικής Βιβλιοθήκης Ανδρίτσαινας».

Ι. Κατ’ αρχάς, επιτρέψατέ μου να κάνω ένα σύντομο ταξίδι στο παρελθόν, αναφερόμενος στο χρονικό της δημιουργίας της «Νικολοπουλείου Βιβλιοθήκης» στην Ανδρίτσαινα.

Α. Η Βιβλιοθήκη αυτή χρονολογείται από το 1840 και, όπως φανερώνει και τ’ όνομά της, δημιουργήθηκε χάρη σε δωρεά του διαφωτιστή Κωνσταντίνου Νικολόπουλου, ο οποίος προσέφερε την συλλογή του.

1. Η εν λόγω συλλογή περιλαμβάνει 3900 σπάνιους τόμους, από τις απαρχές της τυπογραφίας έως και τις αρχές του 19ου αιώνα, και δωρήθηκε από τον Κωνσταντίνο Νικολόπουλο στην γενέτειρα του πατέρα του, την Ανδρίτσαινα της Πελοποννήσου, το 1838, ώστε να δημιουργηθεί εκεί Εκπαιδευτικό Κέντρο του Νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους.

2. Τα βιβλία του, τοποθετημένα σε 47 κιβώτια, μεταφέρθηκαν από τον 6ο όροφο της οδού Καστιλιόν 12 του Παρισιού και παραδόθηκαν στον Δήμαρχο Ανδρίτσαινας, Κωνσταντίνο Ζαριφόπουλο, καθώς και στον μετέπειτα Υπουργό Παιδείας, Χαράλαμπο Χριστόπουλο, με καταγωγή επίσης από την Ανδρίτσαινα. Η μεταφορά έγινε με πλοίο στο Ναύπλιο και από εκεί στην Ανδρίτσαινα, πρωτεύουσα της ορεινής Ολυμπίας. Για 39 χρόνια τα βιβλία έμειναν αποθηκευμένα στην μικρή εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας.

3. Πρέπει, για λόγους ιστορικής ακρίβειας και όχι μόνο, να τονισθεί ότι στον εμπλουτισμό της Βιβλιοθήκης συνέβαλε ουσιωδώς και η πολύτιμη δωρεά της μεγάλης συλλογής του Ευάγγελου Καλλιανιώτη, η οποία συντελέσθηκε το 1983 και η οποία εκτίθεται σε ξεχωριστή αίθουσα, που τιμής ένεκεν φέρει τ’ όνομά του.

Β. Το 1875 άρχισε η ανέγερση του Διδακτηρίου της Ανδρίτσαινας.

1. Τα χρήματα προήλθαν από πανελλήνιο έρανο και από την δωρεά του Άγγελου Γιαννικέση, Πρόξενου της Ελλάδας στην Τεργέστη.

2. Τα εγκαίνια του κτηρίου έγιναν το 1879 και η Βιβλιοθήκη στεγάσθηκε στην δυτική πλευρά του 1ου ορόφου.

Γ. Το 1932 χτίσθηκε -συγκεκριμένα προστέθηκε στο ήδη υπάρχον κτήριο- η Β.Α. πτέρυγα, οπότε αυτό απέκτησε το σημερινό του σχήμα. Σ’ αυτήν την πτέρυγα στεγάσθηκε η Βιβλιοθήκη, η οποία αποτέλεσε το Εκπαιδευτικό Κέντρο της μείζονος περιοχής για 150 χρόνια.

Δ. Από το 1998 η Βιβλιοθήκη στεγάζεται σ’ ένα νεοκλασικό κτήριο, δίπλα στο Ιστορικό Γυμνάσιο της Ανδρίτσαινας.

ΙΙ. Επιστρέφοντας στο παρόν, επιθυμώ να εξάρω το γεγονός ότι η πραγματοποίηση της παρούσας έκθεσης αποτελεί το εμβληματικό αποτέλεσμα της συνεργασίας της «Ελβετικής Ένωσης Φίλων της Ιστορικής Βιβλιοθήκης της Ανδρίτσαινας» και της «Νικολοπουλείου Βιβλιοθήκης Ανδρίτσαινας» με το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Α. Είναι άξιο κάθε επαίνου το ότι η περιοδική αυτή έκθεση, διαρκείας δύο μηνών, λαμβάνει χώρα μέσα στο 2018, έτος κατά το οποίο η Αθήνα, με απόφαση της ΟΥΝΕΣΚΟ, ανακηρύχθηκε Παγκόσμια Πρωτεύουσα του Βιβλίου. Και όπως έχω τονίσει και σε άλλη ευκαιρία, δεν αποτελεί υπερβολή και εκδήλωση εθνικής αμετροέπειας, παρά μόνο διαπίστωση ιστορικής αλήθειας, το να υποστηρίξει κανείς ότι η ανακήρυξη της Αθήνας, ως Παγκόσμιας Πρωτεύουσας Πολιτισμού για το τρέχον έτος, έχει ιδιαίτερη σημασία όχι μόνο για την Πατρίδα μας αλλά και για τον Ευρωπαϊκό και τον ευρύτερο Δυτικό Πολιτισμό. Διότι σ’ αυτή την Πόλη, τον 5ο αιώνα π.Χ., αναπτύχθηκε ένας σπουδαίος Πολιτισμός, ο οποίος ανέδειξε την πρώτη έννοια της ιδιότητας του πολίτη -με συγκεκριμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις- θεμελίωσε πάνω σ’ αυτήν την Δημοκρατία και δημιούργησε κορυφαίους σταθμούς του φιλοσοφικού στοχασμού στην ιστορία της ανθρώπινης σκέψης.

Β. Η παρούσα έκθεση αφενός παρουσιάζει τις σπάνιες εκδόσεις του 16ου αιώνα της συλλογής του Κωνσταντίνου Νικολόπουλου, για πρώτη φορά στο ευρύ κοινό. Και, αφετέρου, αναδεικνύει την εξαιρετική σημασία του Ελβετικού φιλελληνισμού, αφού η «Ελβετική Ένωση Φίλων της Ιστορικής Βιβλιοθήκης Ανδρίτσαινας», που ιδρύθηκε στο Φρίμπουργκ (Fribourg) της Ελβετίας την 24η Απριλίου 1987 από τον Έλληνα ευπατρίδη, ιατρό Παναγιώτη Πετρόπουλο, και από ομάδα εκλεκτών Ελβετών φιλελλήνων, αριθμεί σήμερα περί τα 200 μέλη και επιτελεί εξαιρετικό πολιτιστικό έργο, βαθαίνοντας τους πνευματικούς δεσμούς μεταξύ των Λαών των δύο Χωρών.

Γ. Συνιστά, μάλιστα, πρόσθετη ευτυχή συγκυρία το γεγονός ότι φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια εξαιρετικών διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας. Είναι σημαντικό, λοιπόν, το γεγονός ότι τόσον η Πρεσβεία της Ελλάδας στη Βέρνη, όσο και η Πρεσβεία της Ελβετίας στην Αθήνα, έχουν υποστηρίξει μ’ ενθουσιασμό την διοργάνωση αυτής της έκθεσης, η οποία θα ολοκληρωθεί με μια, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, επιστημονική ημερίδα, με θέμα την σπουδαιότητα της τυπογραφίας στην διάδοση των ελληνικών γραμμάτων στην αναγεννησιακή Ευρώπη του 16ου αιώνα.

ΙΙΙ. Στο σημείο αυτό θα ήθελα ν’ αναφέρω, με ιδιαίτερη έμφαση, ότι η «Ελβετική Ένωση Φίλων της Ιστορικής Βιβλιοθήκης Ανδρίτσαινας», στα σχεδόν τριάντα χρόνια από την ίδρυσή της, έχει να επιδείξει, χάρη στην μεγάλη γενναιοδωρία των μελών της, λίαν σημαντικό έργο. Έτσι, πέραν των συνεχών πρωτοβουλιών του για την όλο και μεγαλύτερη σύσφιξη των πολιτιστικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας, έχει πράξει και τ’ ακόλουθα, ειδικώς για την Ιστορική Βιβλιοθήκη της Ανδρίτσαινας:

Α. Συνεργάσθηκε στενά με τους φορείς στην Ελλάδα, ώστε να κατασκευασθεί το νέο κτήριο της Βιβλιοθήκης στην Ανδρίτσαινα και να στεγασθεί, υπό άκρως σύγχρονες συνθήκες συντήρησης, η μοναδικής αξίας συλλογή βιβλίων του Κωνσνταντίνου Νικολόπουλου.

Β. Ίδρυσε εξειδικευμένο εργαστήριο συντήρησης και βιβλιοδεσίας μέσα στον χώρο της Βιβλιοθήκης.

Γ. Ακόμη, χρηματοδότησε την επαγγελματική κατάρτιση στην Ελβετία, για την συντήρηση βιβλίου, ενός νέου από την Ανδρίτσαινα και χρηματοδοτεί, με μεγάλο ενθουσιασμό και ακάματα, την συντήρηση των τόμων της εν λόγω Βιβλιοθήκης.

IV. Κλείνοντας την σύντομη αυτή ομιλία μου, επιτρέψατέ μου την διατύπωση και της ακόλουθης, γενικότερης, σκέψης, που θεωρώ ότι αναδεικνύει εναργώς την σημασία την οποία έχουν το Βιβλίο και οι Βιβλιοθήκες:

Α. Πιστεύω, λοιπόν, ακράδαντα, ότι οφείλουμε ν’ αναγνωρίσουμε πως το Βιβλίο εξακολουθεί ν’ αποτελεί το «όχημα», την «κιβωτό» της διάδοσης κάθε σημαντικού Πολιτισμού, παρά την μεγάλη εξάπλωση και χρήση των σύγχρονων ηλεκτρονικών τεχνολογιών για την επικοινωνία των ανθρώπων μεταξύ τους.

Β. Διότι μέσω του βιβλίου διακινείται η γνώση και προάγεται η σκέψη, οι οποίες προκύπτουν από την σοβαρή μελέτη του και τον αναστοχασμό πάνω στο περιεχόμενό του. Απολύτως χαρακτηριστική της καθοριστικής σημασίας της αναζήτησης της γνώσης, αντί της απλής πληροφορίας, είναι η «θλιμμένη σκέψη» του Τ.Σ. Έλιοτ, στα «Δέκα χορικά απ’ το ‘Βράχο’», όπως την αποτυπώνουν οι στίχοι:

«Που είν’ η Ζωή, που τη σπαταλήσαμε ζώντας;

Που είν’ η σοφία, που τη χάσαμε μέσα στη γνώση;

Που είν’ η γνώση, που τη χάσαμε στις πληροφορίες;»

Το Βιβλίο είναι, άλλωστε, ένας «ζωντανός» συνομιλητής μας, όπως μας θυμίζουν οι στίχοι του Γιάννη Ρίτσου, «και οι λέξεις φλέβες είναι/μέσα τους κυλάει το αίμα», ενώ η αξία του μπορεί να συμπυκνωθεί, με απαράμιλλη πληρότητα, στην πασίγνωστη φράση του Χόρχε Λουίς Μπόρχες: «Το σύμπαν είναι μια μεγάλη βιβλιοθήκη». Υπό το πρίσμα αυτό, κάθε βιβλίο αποτελεί μέρος της αλήθειας, κρυφής και φανερής, του Κόσμου.

Σας ευχαριστώ.