ΣΗΜΕΙΑ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ. ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ κ. MILO ĐUKANOVIĆ

Κύριε Πρόεδρε,

Αγαπητέ Φίλε Milo,

Σας ευχαριστώ θερμώς για την εξαιρετική τιμή, την οποία μου περιποιείτε με την πρόσκλησή σας να επισκεφθώ την Φίλη Χώρα σας, το Μαυροβούνιο. Επιπλέον, σας ευχαριστώ θερμώς και για την φιλοξενία, την οποία μου επιφυλάξατε και με μεγάλη χαρά σας καλώ να επισκεφθείτε την Αθήνα, το ταχύτερο δυνατό.

  1. Επισημαίνω, ότι η επίσκεψή μου αυτή είναι η πρώτη επίσκεψη Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας στην Χώρα σας, μετά την ανεξαρτητοποίηση του Μαυροβουνίου και την σύναψη διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των Χωρών μας. Είμαι δε βέβαιος ότι η επίσκεψή μου αυτή θα συμβάλει ουσιωδώς στην περαιτέρω βελτίωση των, ήδη πολύ καλών, σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Μαυροβουνίου. Το επίπεδο αυτό των σχέσεών μας θεμελιώνεται στο στέρεο έδαφος της μακράς φιλίας και συμπόρευσης των Λαών μας, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνουν κατ’ εξοχήν:

Α. Κατά πρώτο λόγο, αξιομνημόνευτη είναι η εμβληματική συμμετοχή Μαυροβούνιων στην Εθνεγερσία των Ελλήνων το 1821 και στους μετέπειτα αγώνες μας για την ίδρυση του Νεότερου Ελληνικού Κράτους.

Β. Στην συνέχεια, η Ελλάδα και το Μαυροβούνιο συμπορεύθηκαν, ως Σύμμαχοι, τόσο κατά την διάρκεια των δύο Βαλκανικών Πολέμων 1912-1913, όσο και κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, στο πλαίσιο της Αντάντ.

Γ. Για να έλθω όμως στο σήμερα, οι διαχρονικοί μας ισχυροί δεσμοί έχουν πλέον αποκτήσει μιάν άλλη, ακόμη πιο σημαντική, υπόσταση, μετά την ένταξη του Μαυροβουνίου στο ΝΑΤΟ, το 2017. Ένταξη την οποία, όπως καλώς γνωρίζετε, η Ελλάδα στήριξε ευθύς εξ αρχής. Τονίζω δε ότι η συνεργασία μας στο ΝΑΤΟ έρχεται ως φυσική συνέχεια της στενής, ήδη από το 2007, στρατιωτικής μας συνεργασίας, της οποίας επίκεντρο ήταν και είναι η, μέσω υποτροφιών, φοίτηση Μαυροβούνιων Αξιωματικών στις Ελληνικές Στρατιωτικές Σχολές.

  1. Ένα νέο πεδίο συνεργασίας, με μεγάλες μάλιστα μελλοντικές προοπτικές, συνιστά η πορεία του Μαυροβουνίου προς την ένταξή του στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Α. Η Ελλάδα ευνοεί, ειλικρινώς και εμπράκτως, την ευρωπαϊκή προοπτική του Μαυροβουνίου. Και είναι σαφές, ιδίως με βάση το διμερές Μνημόνιο Συνεργασίας του 2011, ότι η Ελλάδα είναι, ανά πάσα στιγμή, έτοιμη για παροχή κάθε είδους συνδρομής προς αυτή την κατεύθυνση. Κυρίως δε προς την κατεύθυνση της εκ μέρους του Μαυροβουνίου θεσμικής ενσωμάτωσης όλων των πτυχών του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου.

Β. Η θέση αυτή μου παρέχει την ευκαιρία να επαναλάβω ότι η Ελλάδα ευνοεί ειλικρινώς την ευρωπαϊκή προοπτική και άλλων κρατών της Βαλκανικής, τα οποία επιθυμούν να γίνουν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έτσι ώστε να ολοκληρωθεί και να στερεωθεί η νοτιοανατολική πτέρυγα της Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας.

1. Και τούτο διότι αφενός μεν έχουμε την πεποίθηση ότι μια ακόμη πιο μεγάλη Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να φέρει πιο αποτελεσματικά σε πέρας την αποστολή της, τόσο έναντι των Λαών της όσο και έναντι της Ανθρωπότητας. Και, αφετέρου, η συμμετοχή όλων των Κρατών της Βαλκανικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί, αναμφισβήτητα, εγγύηση για την εν γένει ειρηνική συνύπαρξη και κοινή δημιουργική πορεία Κρατών και Λαών στην περιοχή μας.

2. Πλην όμως είναι προφανές ότι αυτή η ευρωπαϊκή προοπτική των γειτόνων μας έχει δύο αυτονόητες προϋποθέσεις τις οποίες οφείλουμε να επισημαίνουμε με απόλυτη ειλικρίνεια:

α)Αν θέλουν να έχουν ευρωπαϊκή προοπτική, πρέπει να σεβασθούν, στο ακέραιο, το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο. Κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να σεβασθούν, επίσης στο ακέραιο, τις υποχρεώσεις που θεσπίζει η Ευρωπαϊκή Έννομη Τάξη στο σύνολό της, καθώς και τις υποχρεώσεις που θεσπίζει το Διεθνές Δίκαιο στο σύνολό του, αφού αναπόσπαστο μέρος του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου είναι και το Διεθνές Δίκαιο.

β) Επιπροσθέτως, πρέπει να έχουν λύσει προηγουμένως, με βάση το Ευρωπαϊκό και το Διεθνές Δίκαιο, τις διαφορές με άλλα Κράτη στην περιοχή. Διότι είναι προφανές πως η Ευρωπαϊκή Ένωση συνιστά, από τη φύση της, χώρο ειρηνικής και δημιουργικής συνύπαρξης Κρατών και Λαών και όχι πεδίο σύγκρουσης ή έστω και επίλυσης διαφορών.

3. Βεβαίως, πρέπει να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς προς τους γείτονές μας. Επομένως, πρέπει να τους διαμηνύουμε ότι βεβαίως είμαστε υπέρμαχοι της ευρωπαϊκής τους προοπτικής. Όμως εμείς, σε ό,τι αφορά την αποστολή της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, προχωράμε σταθερά και με όσο το δυνατόν ταχύτερα βήματα. Αν θέλουν και μπορούν να μας ακολουθήσουν, είμαστε μαζί τους.

  1. Το πόσο η Ελλάδα είναι συνεπής με τις θέσεις που σας ανέλυσα προκύπτει και από το ότι ακόμη και τα Εθνικά μας Θέματα τα υπερασπιζόμαστε αποκλειστικώς και μόνον υπό το πρίσμα της ιδιότητάς μας ως Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για του λόγου το ασφαλές υπενθυμίζω τα εξής:

Α. Ως προς το Κυπριακό -και με την αυτονόητη βεβαίως διευκρίνιση ότι αποτελεί διεθνές και, κυρίως, ευρωπαϊκό ζήτημα- επιδιώκουμε, το συντομότερο δυνατό, την δίκαιη και βιώσιμη λύση του. Όμως η Κυπριακή Δημοκρατία, ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι νοητή με περιορισμένη κυριαρχία, την οποία συνεπάγονται στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων. Τούτο είναι αντίθετο προς κάθε έννοια Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου.

Β. Ως προς τις Eλληνοτουρκικές σχέσεις, επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας και ευνοούμε την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Αυτό, όμως, προϋποθέτει εκ μέρους της Τουρκίας ειλικρινή σεβασμό του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου καθώς και του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, αναπόσπαστο μέρος του οποίου είναι και το πρόγραμμα «NATURA 2000». Άρα και οι διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947-οι οποίες είναι απολύτως σαφείς και πλήρεις και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για γκρίζες ζώνες-πρέπει να γίνονται πλήρως σεβαστές απ’ όλους. Πολλώ μάλλον όταν η αμφισβήτησή τους οδηγεί σε αμφισβήτηση των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, ιδίως ως προς την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, η Τουρκία οφείλει να σέβεται το Δίκαιο της Θάλασσας, οι διατάξεις του οποίου την δεσμεύουν και με την μορφή γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου.

Γ. Ως προς την Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, ευνοούμε την ευρωπαϊκή της προοπτική. Όμως η προοπτική αυτή προϋποθέτει, εκ μέρους της, τον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του συνόλου του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, άρα του συνόλου του Διεθνούς Δικαίου, κατ’ εξοχήν δε της Συνθήκης των Πρεσπών. Η οποία πρέπει να ερμηνεύεται και να εφαρμόζεται, κατά το γράμμα της και το πνεύμα της, με τρόπο που δεν αφήνει ούτε ίχνος αλυτρωτισμού. Κατά συνέπεια, οιαδήποτε αντίθετη τακτική θα εμποδίζει, αυτονοήτως, την ευρωπαϊκή ενταξιακή πρόοδο της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας..

Δ. Ως προς την γείτονα Αλβανία, δεν είμαστε αντίθετοι στην ευρωπαϊκή της προοπτική. Πλην όμως αυτό έχει ως αυτονόητη προϋπόθεση τον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, άρα τον σεβασμό του Κράτους Δικαίου και όλων των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Επομένως, συμπεριφορές όπως αυτές έναντι της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, οι οποίες υποτιμούν βάναυσα την αξία της Ανθρώπινης Ζωής ή προσβάλλουν απροκαλύπτως Θεμελιώδη Δικαιώματα, π.χ. το Δικαίωμα στην Ιδιοκτησία, συνιστούν ανυπέρβλητο εμπόδιο για την απρόσκοπτη ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας. Όπως αντίστοιχο εμπόδιο συνιστά η κάθε μορφής διεκδίκηση εντελώς ανυπόστατων δήθεν «δικαιωμάτων» των Αλβανών τσάμηδων, αδίστακτων συνεργατών των ναζί όπως έχει αποδειχθεί ιστορικώς.

Με τις σκέψεις αυτές σας ευχαριστώ εκ νέου για την υποδοχή και την φιλοξενία σας, επαναλαμβάνοντας την πρόσκληση να συναντηθούμε στην Αθήνα, το ταχύτερο δυνατό.