Σημεία αντιφώνησης του Προέδρου της Δημοκρατίας κ.Προκοπίου Παυλοπούλου κατά την ανακήρυξή του ως Επίτιμου Δημότη του Δήμου Κισσάμου

Κύριε Δήμαρχε,

Η εξαιρετική τιμή που περιποιείτε σήμερα στο πρόσωπό μου, υπό την ιδιότητά μου ως Προέδρου της Δημοκρατίας, με την ανακήρυξή μου ως Επίτιμου Δημότη Κισσάμου, με συγκινεί βαθύτατα και σας ευχαριστώ θερμώς γι’ αυτήν. Επαναλαμβάνω δε ότι η τιμή αυτή μετατρέπεται, αυτοθρόως, σε χρέος άντλησης, εκ μέρους μου, των διδαγμάτων εκείνων που αναβλύζουν από την μακραίωνη ιστορία του Τόπου σας, τα οποία πρέπει να με συνοδεύουν κατά την άσκηση των καθηκόντων μου, και όχι μόνον. Με τον Δήμο σας με συνδέουν, άλλωστε, όπως γνωρίζετε και από την προηγούμενη επίσκεψή μου στην Κίσσαμο, ιδιαίτεροι δεσμοί, ενώ νοιώθω και βαθύ σεβασμό, συνοδευόμενο από πηγαίο θαυμασμό, για την μακρόχρονη, λαμπρή, ιστορία της Πόλης σας.

Ι. Πράγματι, η Αρχαία Κίσσαμος, παράλια Πόλη στη βορειοδυτική ακτή της Κρήτης, έχει εντοπιστεί εδώ και αρκετούς αιώνες στην πεδιάδα που πλαισιώνει τον κόλπο Κισσάμου.

Α. Αυτή η Αρχαία Πόλη ήταν το λιμάνι της Πολυρρηνίας, της παλαιότερης δωρικής πόλης  της Κρήτης, 7 χιλιόμετρα νοτίως της Κισσάμου, που υπήρξε ναυτικό και εμπορικό κέντρο της περιοχής. Μετά την ρωμαϊκή κατάκτηση της Κρήτης (το 69 π.Χ.), η Κίσσαμος γνώρισε μεγάλη οικονομική και οικιστική ανάπτυξη.

Β. Ο Πλίνιος την αναφέρει ως «Cisamon» και την τοποθετεί κοντά στην Πέργαμο και την Κυδωνία, ενώ ο Ιεροκλής μεταξύ Κυδωνίας και Καντάνου. Η «Κίσαμος πόλις», όπως την αναφέρει ο Πτολεμαίος, βρίσκεται στον σημερινό κόλπο της Κισσάμου, στα σωζόμενα ερείπια κοντά στο Καστέλι, το άλλοτε βενετσιάνικο φρούριο.

Γ. Βρισκόταν κοντά στην μεγάλη πόλη Πολυρρηνία, της οποίας ήταν επίνειο, αλλά λειτουργούσε και ως αυτόνομη κοινότητα και έκοβε δικά της νομίσματα, τα οποία απεικόνιζαν στην μια πλευρά κεφαλή του θεού Ερμή με πέτασο, και στην άλλη ένα δελφίνι και τα γράμματα ΚΣ/ΙΩ. Το ότι έκοβε δικά της νομίσματα αποτελεί, ασφαλώς, απόδειξη της σημαντικής εμπορικής και ευρύτερης οικονομικής της άνθησης, την εποχή εκείνη.

Δ. Κατά την Βενετοκρατία, λόγω του πλούτου και της τοποθεσίας της, η Κίσσαμος ήταν καλά οχυρωμένη. Τα τείχη της πόλης πρωτοκτίσθηκαν από τους Βενετούς, και τμήματά τους σώζονται ακόμη, όπως προανέφερα. Μάλιστα ονομάσθηκε «Καστέλι» λόγω του φρουρίου της, και συγκεκριμένα «Καστέλι Κισσάμου», ώστε να αποφεύγεται η σύγχυση, καθώς στην Κρήτη η ονομασία «Καστέλι» είναι ευρέως διαδεδομένη.

ΙΙ. Όμως, η Κίσσαμος δεν έχει μόνον λαμπρό παρελθόν. Έχει εξίσου σημαντική παρουσία και στην σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδας, καθώς σπουδαία τέκνα της ελάμπρυναν με το έργο τους και την δράση τους όχι μόνο την Κρήτη αλλά τον Ελληνικό Πολιτισμό και τις πανανθρώπινες παρακαταθήκες του.

Α. Την Ιερή Μνήμη ενός τέτοιου Τέκνου της τιμούμε από κοινού σήμερα, με την τοποθέτηση του Ανδριάντα του στην Πλατεία του Δημαρχείου της Πόλης σας. Διότι ο Μακαριστός Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης, ο επονομαζόμενος και «Παππούς της Κρήτης», υπήρξε Μέγας Ιεράρχης της Ορθοδοξίας και βαθύτατος Ανθρωπιστής. Με τα έργα του και την βιoτή του συνέβαλε καθοριστικά στην ανάδειξη του Δήμου Κισσάμου, αλλά κυρίως του ανθρωποκεντρικού μηνύματος της Ορθόδοξης Πίστης μας, πολύ πέραν των συνόρων της Πατρίδας μας.

Β. Ας μου επιτραπεί στο σημείο αυτό να υπενθυμίσω το καίριας σημασίας γεγονός, ότι τις απόψεις του Μακαριστού Μητροπολίτη Κισσάμου και Σελίνου κυρού Ειρηναίου Γαλανάκη χαρακτήριζαν η ασίγαστη έγνοια για την Κοινωνική Δικαιοσύνη, για την συνάντηση και τον διάλογο της Ορθοδοξίας με την σύγχρονη Επιστήμη, για τις συλλογικές δράσεις προς ανακούφιση του ασθενέστερου συνανθρώπου μας και για την διακονία της Εκκλησίας προς τον Άνθρωπο.

Γ. Η σημαντικότερη παρακαταθήκη, όμως, που μας άφησε είναι το μεγάλο μήνυμα της «Επανάστασης των Συνειδήσεων», όπως είναι και ο τίτλος ενός ολιγοσέλιδου αλλά πυκνότατου σε νοήματα βιβλίου του. Η «Επανάσταση των Συνειδήσεων», κατά τον Ειρηναίο, σημαίνει -όπως εύστοχα συμπυκνώνει ο σημερινός Γενικός Διευθυντής της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης, κ. Κωνσταντίνος Ζορμπάς- «την αναθεώρηση που έχομε να κάμομε στην ίδια τη δομή της σκέψης μας και της συνείδησής μας, για να μπορούμε να δούμε όχι μόνο καθαρές και παρθένες τις αιώνιες αξίες της ζωής, αλλά και για να μπορούμε να συλλάβομε τα νέα οράματα, τις νέες πραγματικότητες, που σχηματίζονται σιγά-σιγά σαν παγκόσμια συνείδηση στο σημερινό κόσμο». Σταθερή πεποίθηση του Ειρηναίου υπήρξε πως η σημερινή κρίση του Κόσμου δεν θα υπερνικηθεί μόνο με πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες πρέπει ασφαλώς να γίνουν, ούτε με τις τεχνολογικές αλλαγές που επέρχονται με ταχύτατους ρυθμούς, αλλά ότι προπάντων απαιτείται μια βαθιά πνευματική αλλαγή, μια θεμελιακή «επανοικοδόμηση» του Ανθρώπου. Με βάση αυτή του την πεποίθηση, ο Ειρηναίος απηύθυνε μήνυμα προς τον Τόπο μας και τον Λαό μας, που συνιστούσε εγερτήριο ψυχών και συνειδήσεων.

Δ. Ο Ειρηναίος πάντοτε συνέδεε τα μηνύματα της Ορθόδοξης Πίστης μας με αρχές και αξίες που θάπρεπε, κατά την γνώμη του, να χαρακτηρίζουν την ατομική αλλά και την συλλογική μας ζωή. Είναι χαρακτηριστικό το ακόλουθο απόσπασμα από επιστολή, την οποία απηύθυνε προς την εφημερίδα «Χανιώτικα Νέα», την Πρωτοχρονιά του 1995, με τίτλο «Τα Χανιά πρέπει να ζήσουν και να πρωτοπορήσουν…»: «Να ξαναβρούμε το Πνεύμα του Θερίσου. Μα το πνεύμα του Θερίσου το εμπνεύσανε μεγάλα εθνικά Ιδεώδη, της Ελευθερίας και της Αποκατάστασης του Ελληνισμού και τα ενσαρκώνανε άνθρωποι της Κρήτης, με γνήσια και τίμια Πατριωτικά αισθήματα. Τα σημερινά ιδεώδη είναι να μη δουλεύωμε τη Γη μας, να μη κάνωμε παιδιά, και να μας φέρνουν τα Διπλώματα Σπουδών στο σπίτι μας. Και για τα ιδεώδη αυτά, δυστυχώς, δουλεύουνε πολλοί – ποιος θ’ αλλάξει, λοιπόν, αυτό το στείρο και αρνητικό πνεύμα και θα στρέψει το ρωμαλέο και δημιουργικό Πνεύμα της Κρήτης και όλου του Ελληνισμού σε γνήσια και δημιουργικά οράματα και έργα του Λαού μας;». Είναι προφανές ότι ο σπουδαίος αυτός Ιεράρχης ήθελε να εμπνεύσει όλους εμάς, τους Έλληνες –διαχρονικώς και όχι μόνον τους συγκαιρινούς του- να πράττουμε το ορθό και το δύσκολο, καθώς επιτάσσει η Ιστορία μας και ο προορισμός μας.

ΙΙΙ. Όπως προκύπτει από το απόσπασμα που μόλις παρέθεσα, ο Ορθόδοξος Κλήρος και ο Λαός μας -συνακόλουθα Πολιτεία και Εκκλησία- βαδίζουν από κοινού στην μακρόχρονη Ιστορία του Ελληνισμού. Μοιράζονται εμβληματικές αγωνίες, ιδίως εθνικές και κοινωνικές.

Α. Αυτή η αδιάλειπτη και αρμονική συμπόρευση Πολιτείας και Εκκλησίας, από την αφετηρία της δημιουργίας του Νεώτερου Ελληνικού Κράτους ως σήμερα -όπως μάλιστα αποτυπώνεται σε όλα, ανεξαιρέτως, τα Συντάγματά μας- συνιστά ιστορική αλήθεια, την οποία ουδείς δικαιούται ν’ αμφισβητήσει, πέρα και έξω από τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Και τούτο διότι η ιστορική αλήθεια δεν υποτάσσεται σε θρησκευτικές αντιλήψεις και πεποιθήσεις, στο μέτρο που η επαλήθευσή της έχει ως μόνο και αδιαμφισβήτητο επιστημονικό έρεισμα τα αμάχητα τεκμήρια των γεγονότων.

Β. Επιπλέον, έχω χρέος ν’ αναδείξω ότι η ως άνω συμπόρευση Πολιτείας και Εκκλησίας απέδειξε ότι εμείς, οι Έλληνες, ως Λαός και ως Έθνος, αγωνιζόμαστε -και θ’ αγωνιζόμαστε πάντα- για την Πατρίδα και την Ελευθερία. Είμαστε, πρωτίστως, Λαός και Έθνος της Ειρήνης, κατ’ ουδένα τρόπο όμως υποστέλλουμε -ούτε πρόκειται να υποστείλουμε- την Σημαία υπεράσπισης της Πατρίδας και της Ελευθερίας μας, έναντι οιουδήποτε θα διανοείτο να τις υπονομεύσει. Με αυτή την ευκαιρία θα ήθελα, λοιπόν, να υπενθυμίσω προς κάθε κατεύθυνση, ιδίως δε προς την γείτονα Τουρκία -και, μάλιστα, για μια ακόμη φορά, από εδώ, την λεβεντογέννα Κρήτη- ότι η Ελλάδα είναι Χώρα ειρηνική που επιδιώκει με συνέπεια και συνέχεια την ανάπτυξη φιλικών σχέσεων με τους γείτονές της.

1. Αλλά η καλή γειτονία προϋποθέτει τον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του συνόλου του Διεθνούς Δικαίου. Προϋποθέτει, επίσης, τον σεβασμό του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, αν αναλογισθούμε ότι το Διεθνές Δίκαιο καθορίζει, βεβαίως μεταξύ άλλων, την Επικράτεια και τα Σύνορα της Ελλάδας στην περιοχή, καθορίζει όμως, ταυτοχρόνως, και την Επικράτεια και τα Σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2. Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αναπόσπαστο μέρος του Διεθνούς Δικαίου είναι το Δίκαιο το Θάλασσας, με βάση το οποίο καθορίζεται η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ). Και αυτό το Δίκαιο της Θάλασσας, κατά την Συνθήκη του Montego Bay του 1982 -όπως πολλές φορές έχω πει και δεν θα κουρασθώ να το λέγω– είναι δεσμευτικό για όλους, ακόμα και για εκείνους που δεν έχουν προσχωρήσει στην Συνθήκη αυτή. Διότι η ως άνω Συνθήκη παράγει γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, που δεσμεύουν όλους.

3. Κατόπιν τούτου, κωδικοποιώ αυτά που είναι η αυταπόδεικτη αλήθεια: Ναι, είμαστε εκείνοι που θέλουμε να ζήσουμε ειρηνικά με όλους τους γείτονες. Εκείνοι, όμως, οφείλουν να σεβασθούν Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο, να σεβασθούν τα Σύνορα, το Έδαφος, την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Ελλάδας, που είναι Σύνορα, Έδαφος και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4. Σε αυτό δεν μπορεί να υπάρξει καμία υποχώρηση, καμία υπαναχώρηση. Το λέγω διότι η υπεράσπιση αυτών των αρχών αποτελεί, από την πλευρά μας, υπεράσπιση και της Διεθνούς και της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας. Εμείς, οι Έλληνες, είμαστε αποφασισμένοι να το πράξουμε αυτό. Μπορούμε να το κάνουμε και μόνοι μας. Μόνο που σήμερα δεν είμαστε πια μόνοι. Διότι, αντιλαμβανόμενη η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Διεθνής Κοινότητα, τι αρνητικό και επικίνδυνο προηγούμενο θα δημιουργούσε οποιαδήποτε έκπτωση προς αυτή την κατεύθυνση και, ιδίως, σε ό,τι αφορά την οριοθέτηση της ΑΟΖ, έχουμε τώρα πια και την συμπαράστασή τους. Αυτό πρέπει να είναι σαφές προς την γείτονα Τουρκία. Και το λέμε και για το δικό της συμφέρον. Γιατί είμαστε οι πρώτοι που αντιλαμβανόμαστε την αξία της Ειρήνης. Αλλά είμαστε και οι πρώτοι που αντιλαμβανόμαστε τι σημαίνει η υπεράσπιση του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου στο σύνολό τους.

Κύριε Δήμαρχε,

Αναχωρώντας από τον Ιστορικό Δήμο Κισσάμου, με τον άκρως τιμητικό τίτλο του Επίτιμου Δημότη του, θέλω να σας διαβεβαιώσω, εκ νέου, ότι όσα εξέθεσα θ’ αποτελέσουν καθοριστικής σημασίας δείκτη πορείας κατά την άσκηση των καθηκόντων μου, και όχι μόνον. Επιπλέον, παίρνω μαζί μου, στις νοερές αποσκευές μου, τις καλύτερες αναμνήσεις της έξοχης φιλοξενίας που μου επιφυλάξατε, για την οποία, και πάλι, ειλικρινώς σας ευχαριστώ.