Πρόλογος
Για 4η φορά διεξάγεται το «Πανελλήνιο Συνέδριο Ψηφιοποίησης Πολιτιστικής Κληρονομιάς – EuroMed», το οποίο θεσμοθετήθηκε το 2015 και διοργανώνεται ανά διετία, με φορείς οργάνωσης το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου και τον Πολιτιστικό Οργανισμό «Δίκτυο ΠΕΡΡΑΙΒΙΑ». Το εγχείρημα αυτό έχει αποκτήσει εθνικές, από πλευράς σημασίας, διαστάσεις, με δεδομένο το γεγονός ότι στοχεύει στην, μέσω της ανάδειξης της διαχρονικής ακτινοβολίας, παγκοσμίως, της Ελληνικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς, υπηρέτηση του Πολιτισμού, της Παιδείας, της Έρευνας και της Καινοτομίας. Προς την κατεύθυνση αυτή καίριο ρόλο διαδραματίζει η Τεχνολογία εν γένει, ιδίως δε οι Ψηφιακές Τεχνολογίες. Οι οποίες, αυτονοήτως, συμβάλλουν τα μέγιστα τόσο στην συντήρηση, μέσα στο χρόνο, της Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς όσο και στην προβολή και διάδοσή της, σε παγκόσμια κλίμακα. Οι κορυφαίοι επιστήμονες, ειδικοί επί του θέματος – άρα αρμοδιότεροι εμού – οι οποίοι συμμετέχουν στο Συνέδριο αυτό θ’ αναλύσουν εκτενώς τις τεχνολογικές και άλλες παρεμφερείς πτυχές της εν προκειμένω θεματολογίας. Κατόπιν τούτου, η δική μου, εναρκτήρια, ομιλία περιορίζεται στην ανάδειξη του πώς και γιατί η Ψηφιοποίηση της Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς ανταποκρίνεται στην ανάγκη συντήρησης και προβολής του Ελληνικού Πολιτισμού, ως «κοιτίδας» και «λίκνου» ιδίως του Πνεύματος και της Ελευθερίας, δια των οποίων επηρέασε, καθοριστικώς, τον Ευρωπαϊκό αλλά και τον Παγκόσμιο, γενικότερα, Πολιτισμό.
Ι. Οι Μηδικοί Πόλεμοι.
Μέσω της νίκης τους στους Μηδικούς Πολέμους, οι Έλληνες υπερασπίσθηκαν και τον Πολιτισμό που δημιούργησαν -και ο οποίος ορθώνει, και σήμερα, τον πρώτο πυλώνα του κοινού μας Ευρωπαϊκού Πολιτισμού – θέτοντας, ταυτοχρόνως, για πρώτη φορά στην Παγκόσμια Ιστορία, το έκτοτε σταθερό όριο μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Α. Μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Η «γενέθλια» αναφορά στην «Δύση», ως το φυσικό «θερμοκήπιο» του Πολιτισμού και της υπό όρους Ελευθερίας κοινωνικής συμβίωσης, έναντι του δεσποτικού προτύπου της «Ανατολής», πρωτοεμφανίζεται στους Πέρσες του Αισχύλου.
- Όπου η Βασίλισσα των Περσών Άτοσσα ρωτά τον Χορό, λίγο πριν φθάσουν τα νέα της καταστροφής του περσικού στόλου στην Σαλαμίνα, σε ποιο μέρος της Γης βρίσκεται η Αθήνα, η πόλη που τόσο πόθησε ο γιός της. Και ο Χορός απαντά: «Μακριά στην Δύση, εκεί που γέρνει ο βασιλιάς ήλιος» («Τῆλε πρὸς δυσμαῖς ἄνακτος Ἡλίου φθινασμάτων », στ. 232). Η Ανατολή, «χανόταν» μέσα στην πνιγηρή φαντασίωση μιας χιμαιρικής αιωνιότητας.
- Ενώ η Δύση, θ΄αναζητούσε εφεξής, την δική της αιωνιότητα, φτιαγμένη όμως από τα γήινα υλικά του Ανθρώπου, αφενός κατά το οριακό μέγεθος του «άνω θρώσκω». Και, αφετέρου αλλά και συνακόλουθα, σε μιαν ατέρμονη πορεία αναζήτησης της Αλήθειας, της κάθε είδους αλήθειας. Γεγονός που σημαίνει, αυτοθρόως, τόσο την απόρριψη του οιουδήποτε δόγματος όσο και, επέκεινα, την αποδοχή της ιδέας του συνεχούς ελέγχου της ορθότητας της εκάστοτε κεκτημένης Γνώσης. Δηλαδή την αποδοχή του ότι αυτό το οποίο σήμερα θεωρείται ορθό δεν ταυτίζεται, κατ΄ ανάγκην, με την επιζητούμενη αενάως αλήθεια.
Β. Η σημασία της «αντίστιξης».
Αυτή η «αντίστιξη» μεταξύ Ανατολής και Δύσης αφορά κάθε πτυχή της πνευματικής δημιουργίας, ιδίως δε την δημιουργία στον χώρο της Τέχνης. Για παράδειγμα, πριν το «big-bang» Ελευθερίας του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος, στην Τέχνη κυριαρχούσε το «μεγαλιθικό», με βασικό χαρακτηριστικό του την ακινησία.
- Αντιπροσωπευτικό δείγμα γραφής οι κούροι, που γεννούν ακόμη και σήμερα το δέος για το μέγεθός τους αλλά και για την αταραξία, μέσω της οποίας δίνουν την αίσθηση ότι επικοινωνούν αενάως με την αιωνιότητα. Και ύστερα, μετά το κατά τ’ ανωτέρω «big-bang» Ελευθερίας, τ’ αγάλματα του Έλληνα γλύπτη, πέρ’ από την απαράμιλλη σημασία στην λεπτομέρεια, πήραν το μέγεθος του Ανθρώπου και, κατ’ εξοχήν, πήραν κίνηση. Μια κίνηση, η οποία ισοδυναμεί με «πλαστική» έκφραση Ελευθερίας, που απορρίπτει τον συμβιβασμό με την «νιρβάνα» της αιωνιότητας και δείχνει -ακόμη και όταν το άγαλμα δεν αναπαριστά π.χ. πολεμιστή ή δρομέα αλλά τον «σκεπτόμενο»- την αγωνία για το αύριο και την προσπάθεια αντιμετώπισης του άγνωστου και δυσοίωνου πεπρωμένου. Στον αντίποδα της Δύσης, η Τέχνη στην Ανατολή έμεινε ίδια και απαράλλαχτη στους αιώνες. Αιγυπτιακός, Κινεζικός, Ινδικός και άλλοι Πολιτισμοί μας κληροδότησαν γιγαντιαία, συνήθως, αγάλματα, με την γαλήνη ζωγραφισμένη στην όψη τους και μιάν αίσθηση διαρκούς αναφοράς στην αιωνιότητα. Η αγωνία είναι απούσα και, μαζί με αυτή, κάθε κίνηση που συμβολίζει την Ελευθερία.
- Την ίδια μεγάλη διαφορά μεταξύ Ανατολής και Δύσης στην Αρχαιότητα βρίσκουμε και στα ταφικά μνημεία, όσα σώζονται. Στην Δύση -και μιλάμε πάντα για την Αρχαία Ελλάδα- πολλοί τάφοι είναι ασύγκριτα μνημεία Τέχνης, μέσ’ από τα οποία ο Άνθρωπος, με έντονο το δέος του θανάτου, αποζητάει μια θέση στην αιωνιότητα, που δεν κατέκτησε επί Γης. Η εικόνα στην Ανατολή -τουλάχιστον κατά κανόνα και με κάποιες εποχικές εξαιρέσεις, όπως οι Πυραμίδες στην Αίγυπτο- είναι εντελώς διαφορετική. Τα ταφικά της μνημεία συμβολίζουν νεκρούς, οι οποίοι είχαν συμβιβασθεί εν ζωή με τον θάνατο, πιστεύοντας ότι ζώντες ακόμη είχαν κατακτήσει την δική τους αιωνιότητα. Ο «Άδης» ήταν επινόηση της Δύσης. Ακόμη και όταν άρχισε η επικοινωνία μεταξύ Πολιτισμών, ουδέποτε «μετανάστευσε» στην Ανατολή.
ΙΙ. Το Ελεύθερο Πνεύμα.
Ταυτοχρόνως, μέσω της νίκης τους στους Μηδικούς Πολέμους, οι Έλληνες κατέδειξαν την συντριπτική υπεροχή και, κατά λογική ακολουθία, κατηγορηματική αντίθεση του ατίθασου και δημιουργικού Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος απέναντι στο πνεύμα κάθε ανελεύθερης μορφής πολιτειακής οργάνωσης με βασικά στοιχεία δεσποτισμού, ατομικού ή συλλογικού. Ειδικότερα δε δεσποτισμού υπό τον μανδύα π.χ. της βασιλείας, της τυραννίας ή και της ολιγαρχίας.
Α. Από την Ανατολή…
Η ως άνω διαπίστωση ενδυναμώνεται, από ιστορική και πολιτική σκοπιά, αν ανατρέξει κανείς στον τρόπο οργάνωσης και εξέλιξης των μεγάλων Βασιλείων της τότε Ανατολής, με πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα το Περσικό Βασίλειο:
1. Το Πνεύμα δεν είναι σε θέση να εξελιχθεί και να δημιουργήσει ελεύθερα από καθεστώς δεσποτισμού που, μοιραίως, του θέτει όρια, σύμφυτα με τις ανάγκες της δεσποτικής επιβίωσης. Με άλλα λόγια, ο δεσποτισμός είναι, από την φύση του, μήτρα οιονεί αμάχητων δογμάτων ή δοξασιών, που ουδόλως συμβαδίζουν με την ελευθερία του Πνεύματος. Ο δεσποτισμός έχει την τάση να «μαγεύει» το πνεύμα. Όλως αντιθέτως, το Ελεύθερο Πνεύμα – όπως ήταν κατεξοχήν το Αρχαίο Ελληνικό– έχει ως βασική αποστολή το «ξεμάγεμα του κόσμου» («die Entzauberung der Welt», κατά την διατύπωση του Max Weber, έστω και αν αυτή διατυπώθηκε σε διαφορετικό πεδίο ανάλυσης).
2. Κάπως έτσι ο δεσποτισμός και το Ελεύθερο Πνεύμα, έννοιες ασύμβατες, οριοθέτησαν την επικράτεια της «Ανατολής» και της «Δύσης», αντιστοίχως. Στους Πέρσες του Αισχύλου και πάλι η Άτοσσα, περιμένοντας τα νέα από την εκστρατεία του γιού της, του Ξέρξη, στην Ελλάδα, ρωτά τον Χορό ποιος είναι ο «Αφέντης», ο αρχηγός του στρατού των Αθηναίων («τίς δὲ ποιμάνωρ ἔπεστι κἀπιδεσπόζει στρατῷ;», στ. 241). Και ο Χορός απαντά: «Δούλοι δεν λογιούνται, ούτε υπήκοοι κανενός» («οὔτινος δοῦλοι κέκληνται φωτὸς οὐδ᾽ ὑπήκοοι», στ. 242).
Β. Στην Δύση.
Αυτή την «μεγάλη ανατροπή» ως προς την μέθοδο έρευνας επιχείρησαν και πέτυχαν πρώτοι οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι και, υπό τα δεδομένα που προεκτέθηκαν, δεν είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς το γιατί εκείνοι δημιούργησαν μια βεβαίως πρώιμη, πλην όμως όχι αμελητέα επιστημολογικώς, μορφή Επιστήμης.
1. Ενώ άλλοι λαοί της Αρχαιότητας, που κατείχαν ένα εντυπωσιακό μέρος αντίστοιχης πληροφόρησης και, κυρίως, εμπειρίας, δεν κατάφεραν να φθάσουν σε μιαν ανάλογη επιστημονική δημιουργία, παρά το γεγονός μάλιστα ότι ορισμένοι από αυτούς –π.χ. οι Βαβυλώνιοι αστρονόμοι- δεν απείχαν πολύ από αυτήν. Και μόνον η περίπτωση των Αιγυπτίων, που βίωσαν την άνοδο και την πτώση ενός μεγάλου Πολιτισμού, παρέχει -φυσικά μεταξύ ορισμένων άλλων- ένα άκρως αντιπροσωπευτικό δείγμα γραφής προς αυτή την κατεύθυνση: Στην Αίγυπτο, το παντοδύναμο ιερατείο κατείχε την «Γνώση» που, όμως, ήταν «στατική» -ιδίως με την έννοια ότι της έλειπε μια επαρκής αποδεικτική διαδικασία, κατ’ εξοχήν στα Μαθηματικά- καθότι αμετακίνητη και απαραβίαστη, ανεπίδεκτη οιασδήποτε αμφισβήτησης. Η εμμονή του «κλειστού» ιερατείου στην συντήρησή της και η, συνειδητή ή ασυνείδητη, παρεμπόδιση κάθε μορφής «επιλαθευτικής» προσέγγισης είχαν ως, μοιραίο, αποτέλεσμα την αδυναμία γέννησης μιας, έστω και πρωτόλειας, Επιστήμης στην χώρα του Νείλου, όπως τεκμηριωμένα απέδειξε π.χ. ο B.L. van der Waerden, στο κλασικό βιβλίο του «Η αφύπνιση της Επιστήμης» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2010).
2. Την επιρροή αυτή του ελεύθερου, ατίθασου και δημιουργικού Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος αιτιολογεί επαρκώς το γεγονός ότι η πολυπρισματική και σχεδόν φιλελεύθερη ιδιοσυστασία του δεν θα μπορούσε, υφ’ οιανδήποτε ιστορική και πολιτική εκδοχή, να συμβιβασθεί μ’ εντελώς ανελεύθερες μορφές πολιτειακής οργάνωσης, ήτοι πολιτειακής οργάνωσης με πολλαπλά στοιχεία απολυταρχικού δεσποτισμού, ατομικού ή συλλογικού. Η ως άνω διαπίστωση ενδυναμώνεται, από ιστορική και πολιτική σκοπιά, αν ανατρέξει κανείς στον τρόπο οργάνωσης και εξέλιξης των μεγάλων Βασιλείων της τότε Ανατολής, με πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα το Περσικό Βασίλειο.
ΙΙΙ. Η ανοιχτή κοινωνία.
Τα όσα διευκρινίσθηκαν, ως προς την αντίστιξη ανάμεσα στην «ανοιχτή κοινωνία», που επικρατούσε στην Δύση, ιδίως μετά την νίκη των Ελλήνων στον Μαραθώνα και στην Σαλαμίνα, και στον «κλειστό κύκλο» των κοινωνικών δομών των Βασιλείων της Ανατολής, οι οποίες αναπτύχθηκαν ως θεσμικώς και πολιτικώς «υποτελείς» στους εκάστοτε «κρατούντες» μοναρχικώς, αναδεικνύουν και αιτιολογούν, μεταξύ άλλων, και την εξής διαφορά μεταξύ Δύσης και Ανατολής, μια διαφορά την οποία «επικαιροποίησε», το 1926, ο André Malraux στο δοκίμιό του «La tentation de l’ Occident» (εκδ. Grasset, Les Cahiers Rouges, 2006, ελλ. εκδ., «Ο πειρασμός της Δύσης», μετ. Δημήτρης Δημητριάδης, Εξάντας, Αθήνα, 1987), επισημαίνοντας ότι ο Άνθρωπος της Ανατολής βασίζεται στην «υπακοή στον Κόσμο», ενώ ο Άνθρωπος της Δύσης στην «φιλοδοξία του Πνεύματος».
Α. Οι διαστάσεις του «κοινωνικού συνόλου».
Στην Δύση -πάντοτε όπως τότε την οριοθέτησαν οι Μηδικοί Πόλεμοι- ο «αέρας» Ελευθερίας στο πεδίο της σκέψης και της επιστημονικής δημιουργίας, σε συνδυασμό με τους θεσμούς της Άμεσης Δημοκρατίας, οδήγησαν, οιονεί νομοτελειακώς, στην διαμόρφωση «ανοιχτής κοινωνίας» και, επέκεινα, «ανοιχτών κοινωνικών συνόλων», που είναι άκρως ευδιάκριτα στις αναλύσεις των Φιλοσόφων της Κλασικής Αρχαιότητας, όπως π.χ. ιδίως στο έργο του Αριστοτέλους.
1. Και η «Αθηναίων Πολιτεία» καθώς και τα «Ηθικά Νικομάχεια» μαρτυρούν αψευδώς. Είναι, βεβαίως, σχετικά δύσκολο ν’ αποφανθεί κανείς αν ήταν οι θεσμοί της Άμεσης Δημοκρατίας που οδήγησαν στην ως άνω «ανοιχτή κοινωνία» ή, αντιθέτως, η Ελευθερία της Σκέψης και οι κοινωνικές προεκτάσεις της προκάλεσαν την γέννηση της Άμεσης Δημοκρατίας. Ορθότερο είναι να γίνει δεκτό πως Άμεση Δημοκρατία και «ανοιχτή κοινωνία» εξελίχθηκαν εκ παραλλήλου, σ’ ένα είδος αρμονικής διαλεκτικής συνέχειας, στο πλαίσιο της οποίας η ελευθερία των μελών του κοινωνικού συνόλου εκφραζόταν μέσω των θεσμών της Άμεσης Δημοκρατίας, ενώ η ομαλή λειτουργία των θεσμών της τελευταίας καθιστούσαν δυνατή την κοινωνική συμβίωση υπό όρους Ελεύθερης Σκέψης και δημιουργίας.
2. Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι αυτή η συμπόρευση Άμεσης Δημοκρατίας και «ανοιχτής κοινωνίας» υπήρξε το υπόβαθρο, πάνω στο οποίο στηρίχθηκε, πολλούς αιώνες μετά, η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, η οποία τελειοποίησε τις εγγυήσεις λειτουργίας της «ανοιχτής κοινωνίας», ιδίως μέσω της Διάκρισης των Εξουσιών, του Κράτους Δικαίου και των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Β. Η «κοινότητα».
Όλως αντιθέτως, ο Δεσποτισμός της Ανατολής, με τα χαρακτηριστικά που προεκτέθηκαν και ιδίως λόγω έλλειψης Ελευθερίας, οδήγησε όχι στην δημιουργία «κοινωνίας» αλλά στην οργάνωση «κοινότητας», δομημένης ουσιαστικώς πάνω σε κλειστές «κάστες», προορισμένες όχι τόσο να διευκολύνουν την οργάνωση της κοινωνικής συμβίωσης, όσο να επιτρέπουν στην κάθε μορφής εξουσία να επιβάλλεται ως «αρχή» έναντι «αρχομένων».
- Αυτή η πραγματικότητα εξηγεί και το πώς και γιατί στην Ανατολή το πρότυπο της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος, κάτι το οποίο συνεχίζεται, εν μέρει, ως τις μέρες μας κυρίως στο πλαίσιο κρατών, όπου ο «πολιτικός δεσποτισμός» έχει αντικατασταθεί από ένα είδος «θρησκευτικού δεσποτισμού». Το παράδειγμα κρατών της Ανατολής, όπου μια ακραία, και για τούτο μάλλον ξένη προς την ουσία του, εκδοχή του αυθεντικού Ισλάμ έχει παραγάγει το επικίνδυνο φαινόμενο ενός είδους, οπωσδήποτε lato sensu, «ισλαμικού καισαρο-παπισμού» -με κατ’ ανάγκην αμφίδρομη ανάγνωση, είτε της επικυριαρχίας του πολιτικού επί του θρησκευτικού είτε αντιστρόφως- βεβαιώνει του λόγου το ασφαλές.
- Και τούτο διότι στο πλαίσιο αυτής της κρατικής οργάνωσης όχι μόνον η «ανοιχτή κοινωνία» είναι παντελώς άγνωστη και ο πολιτικός δεσποτισμός «ζει και βασιλεύει», αλλά και οι «κοινότητες» και οι συνακόλουθες «κάστες» επιβιώνουν εξίσου, αποτελώντας μάλιστα την αντηρίδα στήριξης δικτατορικών καθεστώτων θεοκρατικής νοοτροπίας, τα οποία αποστρέφονται κάθε έννοια Ελευθερίας και Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Είναι τέτοια δε η σκοτεινή επιρροή του θρησκευτικού φανατισμού στην οργάνωση της πολιτικής εξουσίας αλλά και της ίδιας της κοινωνίας, ώστε παράγει διαφορετικές εκδοχές σύλληψης του βαθύτερου νοήματος της θρησκευτικής κατεύθυνσης -π.χ. Ισλάμ- που οδηγούν, μοιραίως, ως και σ’ αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις μεταξύ κρατών με, έστω και κατ’ επίφαση, όμοιο θρησκευτικό προσανατολισμό.
Επίλογος
Αυτόν τον Πολιτισμό, που γεννήθηκε στην Ελλάδα και έχει πάντα σε αυτήν τις ρίζες του, τον Πολιτισμό, ο οποίος άφησε ως παγκόσμιας σημασίας «Κληρονομιά» το Πνεύμα και την Ελευθερία – άρα την Παιδεία και την Δημοκρατία – «υπερασπίζεται» το Συνέδριό σας για την ψηφιοποίηση των πολιτιστικών μας «θησαυρών». Για το πόσο η αποστολή σας αυτή καταξιώνεται από την ίδια την φύση και την ανεκτίμητη αξία του Ελληνικού Πολιτισμού μιλούν, διαχρονικώς, οι εξής μεγαλειώδεις αναφορές του André Malraux, αποσπάσματα από την μνημειώδη ομιλία του στην Αθήνα, κατά την πρώτη φωταγώγηση της Ακρόπολης, την 28η Μαΐου 1959: «Δεν θα πάψουμε ποτέ να διακηρύσσουμε: Ό,τι σημαίνει για μας η τόσο συγκεχυμένη λέξη παιδεία – το σύνολο των έργων της τέχνης και του πνεύματος – η Ελλάδα το μετέτρεψε, προς δόξαν της, σε μείζον μέσον διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου. Είναι ο πρώτος πολιτισμός χωρίς ιερό βιβλίο, όπου η λέξη ευφυΐα σήμαινε να θέτεις ερωτήματα. Ερωτήματα που έμελλε να γεννήσουν την κατάκτηση του κόσμου από το πνεύμα, της μοίρας από την τραγωδία, του θείου από την τέχνη και τον άνθρωπο. Σε λίγο η αρχαία Ελλάδα θα σας πει: «Αναζήτησα την αλήθεια και βρήκα τη δικαιοσύνη και την ελευθερία. Επινόησα την ανεξαρτησία της τέχνης και του πνεύματος. Αναβίβασα τον άνθρωπο και τον έθεσα αντιμέτωπο με τους θεούς του, τον άνθρωπο που είχε σκύψει το κεφάλι παντού εδώ και τέσσερις χιλιετίες. Και την ίδια στιγμή τον έβαλα να αναμετρηθεί με τον δυνάστη.» Είναι μια γλώσσα απλή αλλά αθάνατη που την ακούμε ακόμα. Αυτή η γλώσσα ξεχάστηκε για πολλούς αιώνες και απειλήθηκε κάθε φορά που την ξανάβρισκαν οι άνθρωποι. Ίσως ποτέ να μην ήταν τόσο αναγκαία. Το μείζον πολιτικό πρόβλημα της εποχής μας είναι να συμφιλιώσουμε την κοινωνική δικαιοσύνη με την ελευθερία· το μείζον πνευματικό πρόβλημα, να κάνουμε τα μεγάλα έργα προσιτά σε όσο γίνεται μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων.»
Στην συνέχεια μπορείτε να παρακολουθήσετε την ομιλία: