Οι, διαχρονικώς επίκαιροι, ηθικοπολιτικοί στοχασμοί του Βάτσλαβ Χάβελ για τον Άνθρωπο, την Ελευθερία και την Δημοκρατία

Ομιλία με τίτλο «Βάτσλαβ Χάβελ, Διαχρονικός και Επίκαιρος», στο πλαίσιο της εκδήλωσης του Κύκλου «Λόγος 9», με θέμα «Η ηθική και πολιτική παρακαταθήκη του Βάτσλαβ Χάβελ (1936-2011). Δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του»

Πρόλογος

Δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Βάτσλαβ Χάβελ αναδεικνύεται, μέσω της εμβληματικής ηθικής και πολιτικής παρακαταθήκης που μας άφησε, πολλαπλώς διαχρονικός και εξαιρετικά επίκαιρος.  Πολυπρισματική και πολυσύνθετη προσωπικότητα, μας κληροδότησε ένα σπάνιο πρότυπο, το οποίο φέρει την ανεξίτηλη «σφραγίδα» του αρμονικού συνδυασμού ενός πνευματικού και πολιτικού «ταγού».

Α. Στο πρότυπο αυτό οπωσδήποτε υπερέχει το Πνεύμα, αν αναλογισθεί κανείς ότι ο Βάτσλαβ Χάβελ διέθετε μιαν «Αναγενησιακή» Παιδεία, αποτέλεσμα της, οιονεί φυσικής, συνύπαρξης και «συνοδοιπορίας» της αυθεντικής σκέψης και της συνεπούς πράξης.  Κατά τούτο, μάλλον οι πνευματικές ανησυχίες του Βάτσλαβ Χάβελ ήταν εκείνες που τον οδήγησαν στην πολιτική «κονίστρα» και τον παρακίνησαν να τις εφαρμόσει μέσω της πολιτικής πρακτικής.  Κατά κάποιον τρόπο, ο Βάτσλαβ Χάβελ προσπάθησε, σε όλη την πολυκύμαντη  διαδρομή του, να θέσει το Πνεύμα στην υπηρεσία της Πολιτικής προκειμένου, εν τέλει, η Πολιτική να τεθεί στην υπηρεσία του Πνεύματος.  Δύσκολη «εξίσωση», στο πλαίσιο της οποίας για το τελικό αποτέλεσμα «μετράει», καταλυτικώς, η γνησιότητα των προθέσεων. Στο ίδιο δε πλαίσιο είναι χαρακτηριστική η επιρροή που άσκησαν, ως «δείκτες πορείας», πάνω στον Βάτσλαβ Χάβελ κυρίως ο Μαχάτμα Γκάντι και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, όπως προκύπτει από πολλές πτυχές του ηθικού και πολιτικού λογισμού του.

Β. Μια τέτοια προσωπικότητα ήταν αναμενόμενο να υπερβεί τα σύνορα αρχικώς της Τσεχοσλοβακίας και μετέπειτα της Τσεχίας, έτσι ώστε ν’ αποκτήσει διαστάσεις εκτεινόμενες urbi et orbi. Κατ’ εξοχήν δε διαστάσεις εκτεινόμενες σε όλο τα φάσμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μιας και το «ιδεώδες» του Βάτσλαβ Χάβελ κινείται, όπως εκτίθεται στην συνέχεια, πάνω στις «ράγες» των θεμελιωδών αρχών της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού.  Εξ ου και, κατά γενική πλέον ομολογία, ο Βάτσλαβ Χάβελ ανήκει, δικαιωματικώς και δίχως καμία μεταθανάτια παραχώρηση, στην «χορεία» των προσωπικοτήτων εκείνων, των οποίων η έλλειψη στον ευρύτερο Ευρωπαϊκό πολιτισμικό και πολιτικό χώρο είναι ιδιαιτέρως εμφανής.  Έλλειψη, που καθιστούν ακόμη πιο ευδιάκριτη και, συνακόλουθα, ακόμη πιο επώδυνη τα δεδομένα της σύγχρονης, εξαιρετικά κρίσιμης, συγκυρίας, εντός της οποίας το «ημιτελές» Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα αδυνατεί να φέρει σε πέρας την, κατά την προοπτική της ίδρυσής του, αποστολή του και έναντι των Κρατών-Μελών και έναντι της ίδιας της Ανθρωπότητας, όπως θα προσπαθήσω να εξηγήσω εν συντομία στο δεύτερο μέρος της παρέμβασής μου.  

Ι. Μια σύντομη αναδρομή στην ζωή και στο έργο του Βάτσλαβ Χάβελ.

    Ανατρέχοντας σε ορισμένους σταθμούς της ζωής και του έργου του Βάτσλαβ Χάβελ δεν έχω, όπως είναι ευνόητο, ως στόχο την πλήρη καταγραφή και αποτίμησή τους.  Και τούτο γιατί κάτι τέτοιο υπερβαίνει και τις δικές μου δυνατότητες αλλά και τον σκοπό της εκδήλωσης αυτής. Κατ’ ακρίβεια, η ως άνω αναδρομή αποσκοπεί, αποκλειστικώς, στο να τεκμηριώσει, όσο γίνεται πληρέστερα, το πώς και γιατί «ο βίος και η πολιτεία» του Βάτσλαβ Χάβελ «φωτίζουν» εναργώς το περιεχόμενο και το βάθος τόσο της ηθικής όσο και της πολιτικής του παρακαταθήκης.

Α. Ένας μεγαλοαστός απέναντι στο κομμουνιστικό καθεστώς της τότε Τσεχοσλοβακίας.

    Ο Βάτσλαβ Χάβελ, γεννημένος στις 5 Οκτωβρίου 1936 στην Πράγα, ήταν γόνος μιας εύπορης μεγαλοαστικής οικογένειας, η οποία συνδύαζε την έφεση προς την επιχειρηματικότητα και τις Τέχνες.  Ο πατέρας του, Μαρία Χάβελ, ήταν, μεταξύ άλλων, ιδιοκτήτης και του μεγάλου κινηματογραφικού στούντιο «Μπαράντοφ», στα περίχωρα της Πράγας, γεγονός που μάλλον άσκησε ένα είδος επιρροής στην μελλοντική ενασχόληση του γιού του, Βάτσλαβ, με τον Κινηματογράφο, κυρίως όμως με το Θέατρο.

1. Λόγω ακριβώς της μεγαλοαστικής του καταγωγής αλλά και των «ορατών», ήδη από τα νεανικά του χρόνια, φιλελεύθερων ιδεών του, ο Βάτσλαβ Χάβελ υπέστη πολλές και σκληρές διώξεις από το κομμουνιστικό καθεστώς της Τσεχοσλοβακίας, όσο ακόμη η τελευταία ήταν παθητικός «δορυφόρος» της ΕΣΣΔ. Οι διώξεις αυτές είχαν ως αποτέλεσμα να τελειώσει τις «εγκύκλιες» σπουδές του σε νυκτερινό σχολείο, ενώ μετέπειτα δεν κατάφερε να ολοκληρώσει ούτε την φοίτησή του στην Σχολή Οικονομικών του Πολυτεχνείου της Πράγας.

2. Σύμφωνα με όσα επισημάνθηκαν αμέσως πιο πάνω μάλλον δεν είναι τυχαίο το ότι η πρώτη του εργασία ήταν σχετική με το αντικείμενο των κινηματογραφικών και θεατρικών επιχειρήσεων της οικογένειάς του: Για κάποιο χρονικό διάστημα εργάσθηκε ως τεχνικός σκηνής σ’ ένα θέατρο της Πράγας. Παραλλήλως άρχισε να γράφει, πολύ ενωρίς, για το Θέατρο, έχοντας επηρεασθεί, προδήλως, από το έργο του Φραντς Κάφκα. Ειδικότερα δε από την «Μεταμόρφωση» (1912) και την «Δίκη» (1914), όπου ο Φραντς Κάφκα περιγράφει, με τον μοναδικό του τρόπο, το φοβικό αδιέξοδο του εγκλεισμού του ατόμου και την «σύνθλιψή» του από απρόσωπους μηχανισμούς, οι οποίοι τον ενοχοποιούν και τον καταδικάζουν δίχως ίχνος κατηγορίας.  Πρώτο του έργο, που τον έκανε αρκετά γνωστό από τότε, ήταν το «Πάρτυ στον κήπο», το 1963.  Είναι δε αξιοπρόσεκτο ότι, ευθύς εξ αρχής, συνδύασε το Θέατρο με την Πολιτική, αφού κατά την δική του «εξομολόγηση» : «Το Θέατρο δείχνει την αλήθεια για την Πολιτική.  Η ίδια η Πολιτική είναι ο στόχος».

Β. Η πολιτική του διαδρομή: Αγώνας για την Ελευθερία και την Δημοκρατία.

    Ήδη αναγνωρισμένος -ιδίως μέσω του Θεάτρου, όπως προεκτέθηκε- στους φιλελεύθερους πνευματικούς και πολιτικούς κύκλους της Πράγας, ο Βάτσλαβ Χάβελ άρχισε, με «ηχηρό» μάλιστα αντίκτυπο, την πολιτική του δράση το 1968.

1. Συγκεκριμένα, στις 20 Αυγούστου 1968 μετέσχε ενεργώς στην αντίσταση κατά της εισόδου των δυνάμεων της ΕΣΣΔ εντός της Τσεχοσλοβακίας για την καταστολή της «Άνοιξης της Πράγας». Άλλωστε, ο Βάτσλαβ Χάβελ ήταν πια μια από τις κορυφαίες προσωπικότητες -δίπλα στον τότε επικεφαλής της Τσεχοσλοβακίας Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ- εκείνου του ιστορικού Κινήματος, το οποίο επιχείρησε τον ουσιαστικό εκδημοκρατισμό του κυβερνώνοντος Κομμουνιστικού Κόμματος της Τσεχοσλοβακίας, πάνω στις αρχές της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας. Πρωτίστως δε στις αρχές που αφορούν τα Θεμελιώδη Δικαιώματα του Ανθρώπου. Το επόμενο, ακόμη πιο σκληρό και αντιδραστικό, κομμουνιστικό καθεστώς Χούζακ άσκησε συνεχείς διώξεις εναντίον του Βάτσλαβ Χάβελ, απαγορεύοντάς του κάθε πολιτική δραστηριότητα.  Στις 6 Ιανουαρίου 1977, ο Βάτσλαβ Χάβελ πρωτοστατεί στην σύνταξη και δημοσιοποίηση του μανιφέστου «Χάρτα 77» για την ανάγκη εκδημοκρατισμού της Τσεχοσλοβακίας και για την προάσπιση των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.  Αποτέλεσμα ήταν η σύλληψή του και η μακροχρόνια φυλάκισή του, από τον Ιούνιο του 1979 ως τον Ιανουάριο του 1984.  Οι αναμνήσεις της σκληρής αυτής περιόδου εμπεριέχονται στο έργο του -αφιέρωμα στην σύζυγό του- «Γράμματα στην Όλγα», το οποίο είδε το φως της δημοσιότητας το 1989.

2. Ο Βάτσλαβ Χάβελ, μετά την αποφυλάκισή του, διαδραμάτισε ηγετικό ρόλο στην «Βελούδινη Επανάσταση» η οποία ανέτρεψε, αναιμάκτως, το κομμουνιστικό καθεστώς της Τσεχοσλοβακίας.  Στις 29 Δεκεμβρίου 1989 εξελέγη, «πανηγυρικώς», από την δημοκρατικώς εκλεγμένη Εθνοσυνέλευση Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας.  Δείχνοντας εμπράκτως την αντίθεσή του προς τις διαχωριστικές τάσεις της Σλοβακίας, που ύστερα οδήγησαν στην διάλυση της Τσεχοσλοβακίας, ο Βάτσλαβ Χάβελ παραιτήθηκε από το προεδρικό αξίωμα στις 20 Ιουλίου 1992.  Αμέσως δε μετά την δημιουργία της Δημοκρατίας της Τσεχίας εξελέγη, και πάλι «πανηγυρικώς», πρώτος Πρόεδρός της, στις 2 Φεβρουαρίου 1993.  Κατά την διάρκεια της νέας θητείας του ο Βάτσλαβ Χάβελ σηματοδότησε την οριστική αποχώρηση της Τσεχίας από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και την ένταξή της στο ΝΑΤΟ, το 1999.  Ολοκλήρωσε δε τον Δυτικό και Ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Τσεχίας, προετοιμάζοντας την είσοδό της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.  Η θητεία του έληξε στις 2 Φεβρουαρίου 2003 και ένα χρόνο μετά, το 2004, το «Ευρωπαϊκό Όραμά» του για την Χώρα του γινόταν πραγματικότητα: Στο πλαίσιο της «Μεγάλης Διεύρυνσης», το 2004, η Τσεχία εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ως πλήρες μέλος της.

ΙΙ. Οι ηθικοπολιτικοί στοχασμοί του Βάτσλαβ Χάβελ: «Στον αστερισμό» της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.

    Όπως φαίνεται και από την όλη πολιτική του διαδρομή, κατά τα προαναφερόμενα, ο εν γένει στοχασμός, ηθικός και πολιτικός, του Βάτσλαβ Χάβελ εντάσσεται στο πλαίσιο των θεμελιωδών αρχών και αξιών της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ως διαδικασία εγγύησης της Ελευθερίας. Πολλές πτυχές του στοχασμού του αυτού δείχνουν την εξοικείωσή του με τις «ρίζες» της Άμεσης Δημοκρατίας στην Αρχαία Ελλάδα -και συγκεκριμένα στην Αρχαία Αθήνα- γεγονός το οποίο οφείλεται, κατά μεγάλο βαθμό, στην γνώση του Αριστοτελικού έργου, πρωτίστως δε στη γνώση της «Αθηναίων Πολιτείας» και των «Ηθικών Νικομαχείων».

Α. Οι σκέψεις του Βάτσλαβ Χάβελ για τον Ανθρωπισμό, την Ελευθερία και την Δημοκρατία.

    Φέρνω στην μνήμη μου ορισμένα από τα «σπαράγματα» της σκέψης του Βάτσλαβ Χάβελ, όπως εμπεριέχονται σε δύο, ιδιαίτερα χαρακτηριστικές, παρεμβάσεις του.  Σ’ εκείνη, όταν τιμήθηκε το 1991 με το «Βραβείο Sonning» και σε μια δεύτερη, το 1993, όταν, στις 28 Μαΐου 1993, τιμήθηκε στην Αθήνα με το «Βραβείο Ωνάση». Κοινό σημείο των διακρίσεων αυτών είναι ότι απονέμονται σε κορυφαίες προσωπικότητες του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού και της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας.  Και κοινό σημείο των ως άνω παρεμβάσεών του είναι ότι συμπυκνώνουν, σ’ εξαιρετικά αντιπροσωπευτικό βαθμό, τους ηθικοπολιτικούς στοχασμούς του Βάτσλαβ Χάβελ.

1. Στο συνολικό έργο του Βάτσλαβ Χάβελ η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία είναι το σύστημα εκείνο πολιτειακής οργάνωσης, το οποίο ταιριάζει περισσότερο στον Άνθρωπο, ως δημιουργό Πολιτισμού lato sensu. Και τούτο γιατί η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία λειτουργεί -ή πρέπει να λειτουργεί- οιονεί εκ φύσεως ως ιδανική διαδικασία εγγύησης της Ελευθερίας.  Και η Ελευθερία είναι εκείνη, μέσω των επιμέρους Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που επιτρέπουν την άσκησή της στην πράξη, η οποία ανοίγει στον Άνθρωπο τον δρόμο της δημιουργίας Πολιτισμού, όπως ταιριάζει στην οντότητα του «Homo Sentiens» που, σταδιακώς, κατέκτησε την «κορυφή» του «Homo Sapiens». Γι’ αυτό και, πολλές φορές, ο Βάτσλαβ Χάβελ αποτίει, μέσω του έργου του, «φόρο τιμής» στο Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα.  Στο ατίθασο και δημιουργικό εκείνο Πνεύμα το οποίο, πέρ’ από την αντίσταση στην κάθε είδους αυθαιρεσία που «καταπνίγει» τον Άνθρωπο, άνοιξε τον δρόμο για την μετατροπή της πληροφορίας σε Γνώση και της Γνώσης σε «Σοφία».  Με άλλες λέξεις άνοιξε τον δρόμο για την δημιουργία των Επιστημών και του «κολοφώνα» τους, της Φιλοσοφίας. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα, αντίθετο προς κάθε μορφή δόγματος και κατεστημένης γνώσης, έθεσε τα θεμέλια της επιστημονικής αναζήτησης, σε όλο σχεδόν το φάσμα του επιστητού, μέσ’ από την «επιλάθευση».  Ήτοι την διαρκή αμφισβήτηση της εκάστοτε παραδεδεγμένης επιστημονικής αλήθειας ως την τελική της, οριακή, «κατάκτηση».  Εμπρός στον δρόμο που χάραξαν οι Προσωκρατικοί…

2. Για τον Βάτσλαβ Χάβελ, όπως προκύπτει από το σύνολο του ηθικοπολιτικού στοχασμού του, ο Άνθρωπος αξίζει την Ελευθερία του όταν συμπεριφέρεται, σε κάθε πεδίο της δημιουργίας του, ως ελευθέρως σκεπτόμενο ον.  Και το παράδειγμα προς αυτή την κατεύθυνση το δίνει ο πολιτικός «ταγός».  Κατά τούτο, η σύγχρονη Δημοκρατία έχει ανάγκη, πριν απ’ όλα, έναν «οραματιστή» ηγέτη.  Ηγέτη ο οποίος, ως «επικεφαλής» της «Πολιτικής Κοινωνίας»,  δίνει το παράδειγμα στα μέλη της «Κοινωνίας των Πολιτών».

α) Ο Βάτσλαβ Χάβελ ανησυχούσε, αδιαλείπτως, «για την εγκατάλειψη της ατομικότητας και του Ανθρωπισμού που συντελείται στην Πολιτική». Η Πολιτική δεν πρέπει να «καταβροχθίζει» τον Άνθρωπο, και τον τόνο τον δίνει η ίδια η «Πολιτική Κοινωνία».  Όπως έγραφε, «με την Πολιτική θα έπρεπε ν’ ασχολούνται μόνον άνθρωποι ιδιαίτερα άγρυπνοι, ιδιαίτερα προσεκτικοί στο δέλεαρ της υπαρξιακής αυτεπιβεβαίωσης που φέρει μαζί της η πολιτική εξουσία».  Δυστυχώς στην εποχή μας, με μεγάλο το μερίδιο ευθύνης των πολιτικών, ο Ανθρωπισμός χάνει τα βασικά του χαρακτηριστικά.  Διότι ο Ανθρωπισμός προϋποθέτει τον Άνθρωπο «που ενεργεί με βάση την ατομική του συνείδηση και την προσωπική και αδιαμεσολάβητη ευθύνη του».  Όμως σήμερα ο Άνθρωπος «μαζικοποιείται», καθώς γίνεται μέρος ενός απρόσωπου συνόλου.  Και έτσι δεν μπορεί να υπερασπισθεί την αξία του και ν’ αναπτύξει ελευθέρως την προσωπικότητά του, άρα δεν μπορεί να προσφέρει τον «οβολό» του στην Πολιτική, κυρίως όμως στον Πολιτισμό.

β) Κατά τον Βάτσλαβ Χάβελ οι πολιτικοί, με την σειρά τους -ως άνθρωποι και αυτοί- «μαζικοποιούνται» με ακόμη πιο επώδυνο και επικίνδυνο για την Δημοκρατία τρόπο.  Και τούτο διότι, ακόμη και όταν δεν το αντιλαμβάνονται, «μετατρέπονται σε ανθρωπόμορφες μαριονέτες κάποιου γιγαντιαίου και στην ουσία απάνθρωπου θεάτρου, σε γρανάζια κάποιας γιγαντιαίας πολυσύνθετης μηχανής, αντικείμενα κάποιας μεγάλης αυτοτελούς πορείας του Πολιτισμού, την οποία πια κανένας δεν είναι σε θέση να ελέγξει, για την οποία κανείς δεν φέρει καμία ευθύνη». Πόσες φορές ο Βάτσλαβ Χάβελ είπε και έγραψε, ότι στην εποχή μας «η πολιτική μετατρέπεται σε θέαμα» και οι πολιτικοί θυμίζουν «τηλεοπτικές σκιές» και «είδωλα», εξαιτίας μιας άνευ όρων και ορίων παράδοσης της Πολιτικής στα ΜΜΕ, όπως αυτά εξελίσσονται και μεταμορφώνονται, με αδιανόητη ταχύτητα, «οιστρηλατημένα» από τα μέσα της σύγχρονης Τεχνολογίας!

Β. Οι κίνδυνοι για τον Πολιτισμό και την Ευρώπη.

    Ο Βάτσλαβ Χάβελ είχε πλήρη συνείδηση ότι, και μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου -άρα του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού- και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι κίνδυνοι για την Ευρωπαϊκή Ένωση, συγκεκριμένα δε για την Ευρωπαϊκή Δημοκρατία και τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, δεν έχουν παρέλθει.  Κάθε άλλο.

1. Η «μαζικοποίηση» του Ανθρώπου και η «μηχανοποίηση» της Πολιτικής αποτελούν, κατά τον Βάτσλαβ Χάβελ, «θανάσιμες» απειλές για τον Ανθρωπισμό και την Ελευθερία. Άρα «δυνάμεις» απειλητικές για την Ευρωπαϊκή Δημοκρατία και τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, αφού βασικές αντηρίδες τους είναι ο Ανθρωπισμός και η Ελευθερία.  Όπως ήδη τονίσθηκε, κατά τον Βάτσλαβ Χάβελ μόνον ο Άνθρωπος, ο οποίος  είναι σε θέση να υπηρετεί την αξία του και ν’ αναπτύσσει ελευθέρως την προσωπικότητά του καθίσταται, δικαιωματικώς, ενεργό μέλος της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και δημιουργός, στο μέτρο που του αναλογεί, Πολιτισμού.  Όλως αντιθέτως, η Ευρωπαϊκή Ένωση αδυνατεί να κάνει πράξη το όραμα των Ιδρυτών της για την δημιουργία ενός ολοκληρωμένου Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, σύμφωνου με τις αρχές της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, όταν οι επιμέρους «Κοινωνίες των Πολιτών» «βυθίζονται» στην «μαζικοποίηση», και οι επιμέρους «Πολιτικές Κοινωνίες» «συντρίβονται» από τις «μυλόπετρες» της «μηχανοποίησης».  Διότι υπό τις συνθήκες αυτές ο Ευρωπαίος Πολίτης, ως Άνθρωπος, αδυνατεί πλέον να υπερασπισθεί, «όκωσπερ τείχεος», την αποστολή του στο πλαίσιο αφενός της οργάνωσης και λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας.  Και, αφετέρου, της διαρκούς αναζωογόνησης του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού.

2. Υπερασπιζόμενος τον Ανθρωπισμό και την Ελευθερία, υπό όρους Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, μέσω και της περιγραφής, με πραγματική πνευματική οδύνη, της «πτώσης» του Ανθρώπου και της Πολιτικής, ο Βάτσλαβ Χάβελ έστελνε, κατ’ αποτέλεσμα, απεγνωσμένα σήματα «S.O.S.» και για την προοπτική του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος.  Συνειδητοποιημένος Ευρωπαίος, από την νιότη του, γνώριζε καλά ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει, σύμφωνα με τον Πολιτισμό της και μέσα στον σύγχρονο ταραγμένο κόσμο, να διαδραματίσει ένα ρόλο οποίος ξεπερνάει τους Λαούς της και αποκτά πλανητικές διαστάσεις.  Ειδικότερα, όπως δείχνει και σήμερα η διεθνής συγκυρία και πραγματικότητα, μόνον η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί -άλλες δυνάμεις, μολονότι έχουν τα μέσα, δεν έχουν την διάθεση, ίσως και εξαιτίας των δικών τους πολιτισμικών καταβολών- να υπερασπισθεί, σε πλανητικό επίπεδο, ιδίως τις αρχές του Ανθρωπισμού, της Ειρήνης, της Δημοκρατίας, της Δικαιοσύνης, ιδίως δε της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.  Μια τέτοια αποστολή είναι στις μέρες μας για την Ευρωπαϊκή Ένωση τόσο περισσότερο επιτακτική, όσο ο Άνθρωπος και τα Θεμελιώδη Δικαιώματά του «χειμάζονται», σε πολλά σημεία του Πλανήτη, από τις «φωτιές» του πολέμου, και όχι μόνο.  Όμως, για να διαδραματίσει αυτό τον ρόλο η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να ολοκληρώσει την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση, με τρόπο ώστε το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα να στηρίζεται στις αντηρίδες της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ως εγγύησης της Ελευθερίας, υπό συνθήκες μιας μορφής πολιτειακής οργάνωσης ομοσπονδιακού τύπου.

Επίλογος

Ο Βάτσλαβ Χάβελ, όπως προκύπτει μέσ’ από το σύνολο του έργου αλλά και από το αντίστοιχο σύνολο της πολιτικής του πορείας, είχε ταχθεί, με όλες του τις δυνάμεις, στην πραγμάτωση αυτού του οράματος της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, προκειμένου να στηριχθούν, σε παγκόσμια κλίμακα, οι αρχές και οι αξίες του Ανθρωπισμού και της Ελευθερίας.

Α. Χωρίς αυτές, το μέλλον της Δημοκρατίας και του Πολιτισμού, εν συνόλω, κινδυνεύει να χάσει την πορεία του μέσα στις σκοτεινές ατραπούς των πολέμων, των διακρίσεων και των ανισοτήτων.  Εκεί, όπου την πορεία του Ανθρωπισμού και της Ελευθερίας  καθορίζουν δυνάμεις και κανόνες, που δεν διαθέτουν ίχνος δημοκρατικής νομιμοποίησης.  Δηλαδή δυνάμεις οι οποίες, κατ’ ουσία, βρίσκονται στον αντίποδα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, άρα υπονομεύουν, οιονεί εξ ορισμού, και τις ρίζες τους και τους καρπούς τους. Μόνον έτσι μπορούμε και πρέπει ν’ αποτιμήσουμε, πάντοτε υπό το πρίσμα των αρχών της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, τον πνευματικό -και όχι μόνο- αγώνα του Βάτσλαβ Χάβελ απέναντι στα «άνθη του κακού», που οδηγούν, σχεδόν νομοτελειακώς, στην εκμηδένιση της ανθρώπινης δημιουργίας μέσω της «μαζικοποίησης» του Ανθρώπου και της «μηχανοποίησης» της Πολιτικής.

Β. Αν, λοιπόν, κρίνουμε από την ηθική και πολιτική παρακαταθήκη την οποία μας άφησε, μέσ’ από την συνεισφορά του στην σκέψη που γίνεται πράξη, ο Βάτσλαβ Χάβελ θ’ αγωνιούσε σήμερα, ακόμη περισσότερο, για τον Άνθρωπο και την Ελευθερία, επέκεινα δε για το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα και την προοπτική του.  Και σίγουρα, μέσα σε αυτή την πολιτική και πολιτισμική «δυστοπία» θα κορύφωνε, πέρ’ από τα όριά του, τον λογισμό του και, αντιστοίχως, θα ύψωνε, ακόμη περισσότερο, την φωνή του σ’ ένα «κρεσέντο» αφενός προειδοποίησης για τα «μελλούμενα». Και, αφετέρου, βαθυστόχαστων προτάσεων για την αντιστροφή μιας καταστροφικής πορείας που τώρα φαίνεται, δυστυχώς, «μοιραία».  Κάτω από τις συνθήκες αυτές αξίζει, νομίζω, να φαντασθούμε τον Βάτσλαβ Χάβελ σε μια παράλληλη πορεία -η οποία παραπέμπει σε «παράλληλους βίους»– με τον Αλμπέρ Καμύ από την μια πλευρά στον «Μύθο του Σισύφου» και, από την άλλη πλευρά, στον «Εξεγερμένο Άνθρωπο».  Και μόνον οι σκέψεις αυτές αρκούν για να καταδείξουν το πόσο πνευματικοί και πολιτικοί «ταγοί» του διαμετρήματος ενός Βάτσλαβ Χάβελ λείπουν, δραματικά, από την πολιτική και πολιτισμική πραγματικότητα της Ευρώπης, αλλά και πέραν αυτής.  Γεγονός ο οποίο δεν μας επιτρέπει ν’ αρκούμαστε στην απότιση, περιοδικώς, «φόρου τιμής» στην μνήμη του αλλά, όλως αντιθέτως, μας υπενθυμίζει το χρέος κάλυψης, όσο το δυνατόν συντομότερα, του μεγάλου κενού που έχει αφήσει πίσω του με δική μας, δυστυχώς, ευθύνη.