Αντιφώνηση του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλου προς τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Γιαννάκη Ομήρου


Κύριε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας,
Κύριε Πρόεδρε της Βουλής των Αντιπροσώπων,
Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,

Με ιερή συγκίνηση στέκομαι σε αυτό το Βήμα και απευθύνομαι σε Εσάς, μεταφέροντάς σας το μήνυμα της αδιάσπαστης ενότητας του Ελληνισμού, του διαχρονικού Ελληνισμού. Μην ξεχνάμε ότι η καρδιά του Ελληνισμού χτυπάει σε όλα τα εδάφη της Ελλάδας. Και για όσους έχουν ακόμα την τάση να αμφισβητούν την ελληνικότητα του χώρου στον οποίο βρισκόμαστε δεν έχουμε παρά να τους παραπέμψουμε στην Ελένη του Ευριπίδη. Ή στην Ελένη του Γιώργου Σεφέρη. Ας θυμηθούμε πώς έφτασε ο Τεύκρος στην Κύπρο και πώς περιέγραψε ο Ευριπίδης την άφιξη αυτή, δίνοντας το μήνυμα της σύνδεσης της Ελλάδας, ύστερα μάλιστα από τον Τρωικό πόλεμο, βάζοντας στο στόμα του Τεύκρου εκείνη την περίφημη φράση που μας έχει μείνει ως ιερή παρακαταθήκη Ιστορίας: «ἐς γῆν ἐναλίαν Κύπρον, οὗ μ’ ἐθέσπισεν οἰκεῖν Ἀπόλλων, ὄνομα νησιωτικόν Σαλαμῖνα θέμενον τῆς ἐκεῖ χάριν πάτρας.» Αυτή είναι η απάντηση, η ιστορική απάντηση. Η απάντηση η οποία δεν αγνοεί την πραγματικότητα, αλλά απαντάει σε όλους εκείνους οι οποίοι θέλουν να υπονομεύσουν την Ιστορία.

Σε αυτό τον χώρο χτυπάει η καρδιά της Κυπριακής Δημοκρατίας. Χτυπάει η καρδιά του Κυπριακού Λαού. Η καρδιά ενός Λαού ο οποίος ουδέποτε συμβιβάσθηκε με τετελεσμένα, και ούτε πρόκειται να συμβιβασθεί. Ενός Λαού που αγωνίσθηκε και αγωνίζεται, ενός Λαού που δεν υπολόγισε θυσίες, και που δεν πρόκειται ποτέ να απογοητευθεί απέναντι σε οποιουσδήποτε ισχυρούς. Και σε αυτό τον Λαό μεταφέρω το μήνυμα της ενότητας. Για να του πω ότι δεν ξεχνάμε τους αγώνες και τις θυσίες. Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ποτέ τη θυσία των Αγωνιστών της ΕΟΚΑ. Λυπάμαι που μεθαύριο δεν θα είμαι εδώ, γιατί οι υποχρεώσεις μου δεν μου το επιτρέπουν. Αλλά από σήμερα είμαι εδώ για να θυμίσω σε όλους τις θυσίες, εδώ ή και στην Ελλάδα, στους δρόμους της Αθήνας. Για να θυμίσω ότι τα Φυλακισμένα Μνήματα δεν υπάρχουν μόνον εδώ, στην Κύπρο και την Λευκωσία. Υπάρχουν παντού όσο ο αγώνας αυτός μένει αδικαίωτος. Για να θυμίσω επίσης ότι δεν ξεχνάμε ποτέ εκείνους που έπεσαν κατά την εισβολή του Αττίλα. Δεν ξεχνάμε ποτέ ότι υπάρχει στρατός κατοχής. Και οφείλουν να μην το ξεχνούν και οι Εταίροι μας. Διότι είναι στίγμα για τον πολιτισμό και την δημοκρατία της Ευρώπης. Εν έτει 2015 η Ευρωπαϊκή Ένωση να έχει στους κόλπους της ένα κράτος το οποίο έχει στρατεύματα κατοχής. Δεν ξεχνάτε, και δεν ξεχνάμε ποτέ όλους εκείνους, οι οποίοι έπεσαν, όπως σημαίνει και ο Τύμβος της Μακεδονίτισσας, τις οικογένειές τους, τους αγνοούμενους. Δεν λησμονάμε όπως έχουμε πει, μέχρι την τελική δικαίωση. Για αυτό και αποτίουμε φόρο τιμής διαρκώς στους αγωνιστές. Συμβολικά μόνο θα πω και επιλεκτικά, αλλά δεν νομίζω ότι προδίδω την Ιστορία: Τιμούμε τον Εθνάρχη Μακάριο, τιμούμε τους Αγωνιστές της ΕΟΚΑ, τιμούμε τους Αγωνιστές οι οποίο έπεσαν και υπερασπίσθηκαν το έδαφος της Κύπρου και του Ελληνισμού κατά την εισβολή του Αττίλα. Τιμούμε ακόμα τον Κουτλού Ανταλί, τον Τούρκο αντιφρονούντα δημοσιογράφο, ο οποίος δολοφονήθηκε στην κατεχόμενη ζώνη της Λευκωσίας το 1996. Τιμούμε όλους εκείνους που υπερασπίζονται την Ελευθερία και τον Άνθρωπο. Και επειδή δεν ξεχνούμε και ενωμένοι πορευόμαστε, στέλνουμε το μήνυμα όχι μόνο του δικού μας χρέους, αλλά και του χρέους όλων σε ό,τι αφορά τη λύση του Κυπριακού προβλήματος. Το πρόβλημα αυτό πρέπει να λυθεί και θα λυθεί όταν ενωμένοι, με κοινές αρχές και αξίες, υπερασπιζόμαστε την Κυπριακή Δημοκρατία.

Και επειδή βρισκόμαστε στη φάση της παραμονής της επανεκκίνησης των δικοινοτικών συνομιλιών θέλω να πω τούτο από την πλευρά της Ελλάδας: Πρώτα-πρώτα, ορθότατα διεκόπησαν οι δικοινοτικές συνομιλίες διότι δεν νοείται να συζητάς με την άλλη πλευρά όταν το «Μπαρμπαρός» παραβιάζει κυριαρχικά δικαιώματα. Αποτελεί μία πρόκληση στο Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Και ορθό είναι, χαίρομαι δε γιατί αυτή είναι και η απόφαση του Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη, να μην επανεκκινήσουν, παρά μόνο όταν το «Μπαρμπαρός» βρίσκεται στην Τουρκία, και όχι ελλιμενισμένο στην Αμμόχωστο. Από εκείνη τη στιγμή μπορούν και πρέπει να επανεκκινήσουν, αλλά πάνω σε ορισμένες, συγκεκριμένες, βάσεις οι οποίες θέλω να πιστεύω ότι πέρα και έξω από τις διαφορές που και εσείς μπορεί να έχετε μεταξύ σας, και εμείς στην Ελλάδα μπορεί να έχουμε, είναι σχεδόν αυτονόητες. Και πάνω σε αυτή τη συμφωνία να βασίσουμε την ενότητά μας για να είναι η απάντησή μας προς την άλλη πλευρά, όταν αναζητούμε την λύση του Κυπριακού προβλήματος.

Ποια είναι αυτά τα σημεία τα οποία είναι αναμφισβήτητα: Πριν από όλα, η λύση δεν μπορεί παρά να προέλθει μέσα από τις δικοινοτικές συνομιλίες. Οιαδήποτε άλλη διαδικασία, η οποία θα τοποθετούσε παρένθετους θεσμούς και παρένθετα πρόσωπα, θα αποτελούσε έναν κίνδυνο του οποίου την εμπειρία την έχει ζήσει ο Κυπριακός Ελληνισμός από το παρελθόν, και δεν χρειάζεται να γυρίσω εκεί. Δεύτερον, αυτές οι συνομιλίες έχουν συγκεκριμένη θεσμική βάση. Η θεσμική αυτή βάση σημαίνει ότι δεν αναγνωρίζουμε τίποτα το τελεσμένο, ούτε κατοχή, ούτε ξεχνάμε τη θυσία των ανθρώπων, ούτε ξεχνάμε το ζήτημα των αγνοουμένων, ούτε ξεχνάμε τα δικαιώματα των οικογενειών, ιδίως μετά τις ιστορικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ακόμα και μέσα στο 2014. Αυτή η βάση συνίσταται επιπλέον στο ότι το νομικό θεμέλιο από το οποίο ξεκινάμε είναι από τη μία πλευρά οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας για την επίλυση του Κυπριακού με βάση το Διεθνές Δίκαίο υπό την αιγίδα του ΓΓ του ΟΗΕ. Και από την άλλη πλευρά, είναι το ευρωπαϊκό Δίκαιο. Δεν πρέπει να λησμονάμε, ότι Ελλάδα και Κύπρος είμαστε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Ότι η εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Δικαίου στο σύνολό του δεν είναι μόνον υποχρέωσή μας, είναι και δικαίωμά μας. Οφείλουμε να το αντιτάξουμε προς τους ίδιους τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Άρα λοιπόν η βάση πάνω από την οποία ξεκινάμε είναι ότι καμία συζήτηση δεν μπορεί να γίνει για «προτάσεις» ή «λύσεις», οι οποίες θα οδηγούσαν σε μια τέτοια παραβίαση του Ευρωπαϊκού και Διεθνούς Δικαίου που θα σήμαινε ότι το Κυπριακός κράτος ή θα είναι θνησιγενές κατά το Διεθνές Δίκαιο ή αργά ή γρήγορα θα οδηγηθεί εκτός ΕΕ και Ευρωζώνης γιατί δεν ανταποκρίνεται στο ευρωπαϊκό θεσμικό κεκτημένο.

Γυρίζω πίσω όταν εσείς, ο Κυπριακός Λαός και εμείς, ο Ελληνικός Λαός συμπαραστάτης σας, πήρατε την απόφαση ότι πρέπει να απορριφθεί το Σχέδιο Ανάν. Θυμηθείτε ποια ήταν η σπουδαιότερη αιτίαση. Το σχέδιο Ανάν οδηγούσε σε ένα κράτος, το οποίο κατά το διεθνές Δίκαιο ούτως ή άλλως ήταν θνησιγενές. Και επιπλέον ένα κράτος που δεν μπορούσε να επιβιώσει εντός ΕΕ και Ευρωζώνης. Αυτή η παρακαταθήκη είναι θεσμική και πολιτική γιατί απηχεί ακριβώς την βούληση του Κυπριακού Λαού. Αυτό που απέρριψε με το δημοψήφισμά του δεν μπορεί να το δεχθεί ο Κυπριακός Λαός ως βάση για συζήτηση. Και αυτή τη στιγμή έχουμε τα ερείσματα για να το πράξουμε. Δεν κάνω δίκη προθέσεων για κανέναν εκείνη την εποχή, σας διαβεβαιώ. Γιατί και εκείνοι οι οποίοι ήταν υπέρ είχαν τις προθέσεις που όλοι γνωρίζουμε, το συμφέρον του Τόπου υπηρετούσαν. Σήμερα, όμως, έχει αποδειχθεί ότι οι θεσμικές βάσεις πάνω στις οποίες μπορούμε να στηριχθούμε είναι στερεότερες για να αποκτήσουμε μια εκκίνηση η οποία είναι πολύ πιο στέρεη σαν αντηρίδα για να μπορέσουμε να οδηγηθούμε στην επίλυση του Κυπριακού προβλήματος.

Πράγμα που σημαίνει ότι κάθε πρόταση είναι δεκτή και τίθεται υπό συζήτηση όταν οδηγεί σε ένα κράτος που έχει τρία χαρακτηριστικά, όπως άλλωστε προκύπτει και από την κοινή δήλωση του κ.Αναστασιάδη από τη μία πλευρά, και από την άλλη του κ.Έρογλου στις 11 Φεβρουαρίου 2014. Πρώτον, πρέπει να έχουμε ένα κράτος το οποίο έχει ενιαία διεθνή προσωπικότητα. Δεύτερον ένα κράτος με μία ιθαγένεια. Και τρίτον, και το κυριότερο, ένα κράτος με μία, ενιαία και αδιαίρετη κυριαρχία. Όπως γνωρίζετε η κυριαρχία, ως συστατικό στοιχείο κάθε κράτος κατά τη διεθνή θεωρία, δεν τελεί υπό αίρεση. Είτε ασκείται, είτε δεν ασκείται. Και η κυριαρχία περιλαμβάνει την εντός συνόρων άσκησή της αλλά και την εκτός συνόρων για όλα εκείνα τα δικαιώματα τα οποία αναγνωρίζει το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Και μεταξύ άλλων αναγνωρίζει και το δικαίωμα της ελεύθερης εκμετάλλευσης όλων εκείνων των πηγών πλούτου που έχει μία χώρα, σε χώρους οι οποίοι αναγνωρίζονται από το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Και ιδίως μιλώ για το ζήτημα της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, και εμείς δεν το ξεχνάμε, αλλά δεν πρέπει να το ξεχνάει και η Ευρώπη, ότι τα σύνορα των κρατών-μελών της ΕΕ είναι τα σύνορα της Ευρώπης. Θα επαναλαμβάνω, με εμμονή, ότι ένα σημαντικό κεκτημένο του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Ασυλο του 2008 είναι ότι στην παράγραφο 3 κατοχυρώνει τα σύνορα των κρατών-μελών ως σύνορα της ΕΕ. Επέκεινα, κατοχυρώνει και τα δικαιώματα που προκύπτουν από την οριοθέτηση των συνόρων όπως είναι και το θέμα της ΑΟΖ. Με άλλες λέξεις και κατ’ αποτέλεσμα -γιατί αυτό είναι το νόημα της Ευρώπης, και αυτό πρέπει να αντιληφθούν και οι Εταίροι μας- τα σύνορα της Κύπρου είναι σύνορα της ΕΕ. Και υπό την ευρεία του όρου έννοια, η ΑΟΖ της Κύπρου είναι ΑΟΖ προστατευόμενη από το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Άρα κάθε προσβολή των συνόρων της Κύπρου και κάθε προσβολή της ΑΟΖ συνιστά προσβολή της ίδιας της ΕΕ και του Ευρωπαϊκού Δίκαιου. Αυτό πρέπει να καταστεί σαφές. Κάθε πρόταση λοιπόν που έρχεται και είναι αντίθετη, είναι απορριπτέα, εφόσον δεν συμβαδίζει με το Διεθνές Δίκαιο και το θεσμικό ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Και σε αυτό μπορεί και πρέπει να ερωτώνται και οι θεσμοί της ΕΕ, αν κάτι τέτοιο είναι συμβατό. Και αν επιμένει η άλλη πλευρά, και ιδίως αν επιμένει να δίνει τέτοιου είδους εμφάσεις η Τουρκία, τότε πρέπει να γνωρίζει ότι παραβιάζει στοιχειώδεις υποχρεώσεις που αφορούν και την δική της ενταξιακή πορεία, η οποία δεν μπορεί να συνεχιστεί υπό αυτούς τους όρους. Αυτό το μήνυμα δεν απευθύνεται μόνο προς την Τουρκία, αλλά και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Γιατί θέλουμε να αισθανόμαστε εταίροι, σύμμαχοι σε έναν κοινό αγώνα για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Όταν δεχόμαστε πλήγματα κατά της ευρωπαϊκής ενοποίησης, είναι σαν να δεχόμαστε βήματα προς τα πίσω, για μία Ευρώπη που πρέπει να προχωρήσει πάνω στις αρχές και τις αξίες με βάση στις οποίες γεννήθηκε. Τις αρχές και τις αξίες του ανθρωπισμού, της ελευθερίας, και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Γιατί όπως ελέχθη και από τον κ.Πρόεδρο, και αυτή είναι βασική θέση όλων στο πλαίσιο της ΕΕ, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, η ΕΕ είναι πρωτίστως θεσμική. Η οικονομική και νομισματική της πολιτική είναι απολύτως σεβαστές, υπό τον όρο όμως, πως υπηρετούν τις βασικές αρχές και αξίες πάνω στις οποίες θεμελιώνεται η ΕΕ. Γιατί η οικονομική και νομισματική ένωση επιτρέπει την πρόοδο των λαών της Ευρώπης για να μπορέσουν οι λαοί αυτοί να έχουν απόλαυση των στοιχειωδών δικαιωμάτων και να αναπτύσσουν ελεύθερα την προσωπικότητά τους. Αυτή είναι η Ευρώπη που οραματίστηκαν εκείνοι που την θεμελίωσαν. Αυτή την Ευρώπη υπηρετούμε, και εκείνοι οι οποίοι δεν σέβονται αυτές τις αρχές και τις αξίες πρέπει να είναι υπόλογοι απέναντι στην ίδια την ΕΕ.

Άρα, προτάσεις για την επίλυση του Κυπριακού που δεν συμβαδίζουν με το κεκτημένο της Ευρώπης, τις αρχές και τις αξίες της, είναι απορριπτέες όχι μόνο για λόγους εθνικούς δικούς μας, αλλά για λόγους ευρωπαϊκούς. Και σε αυτό, όπως προείπα, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί πρέπει να έχουν λόγο. Πάνω σε αυτή τη βάση ξεκινάμε όλοι μαζί, Έλληνες και Κύπριοι, ξανά ο Ελληνισμός στο σύνολό του, ενωμένος χωρίς καμία ρωγμή, καμία απολύτως ρωγμή. Ξέρω ότι είναι δύσκολο το εγχείρημα, δύσκολος ο δρόμος. Για να ξαναγυρίσω στον Γιώργο Σεφέρη σε ένα άλλο ποίημά του που είχε πει «βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες»: Θεωρώ ότι ο Ελληνικός Λαός έχει αποδείξει –δεν το είχε πει αυτό ο Σεφέρης για το συγκεκριμένο θέμα, ως αλληγορία το είχε τονίσει- αλλά εν πάση περιπτώσει θεωρώ ότι ο Ελληνικός Λαός, ο Ελληνισμός στο σύνολό του έχει αποδείξει, και ιδίως ο Κυπριακός Λαός, ότι μπορεί να σηκώνει τις μεγάλες πέτρες και να μην βουλιάζει.

Άλλωστε, κ. Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ο Σεφέρης το 1955, Σεπτέμβρης αν δεν κάνω λάθος, τότε που είχε ξεκινήσει ο Αγώνας της ΕΟΚΑ, γράφοντας ένα μικρό σημείωμα στην πρώτη του ποιητική κυπριακή συλλογή στο «Κύπρον, ου μ’ εθέσπισεν» είχε τονίσει τα εξής: «Η Κύπρος είναι ένας τόπος όπου το θαύμα λειτουργεί ακόμα.» Μην το λησμονάτε ποτέ, δεν είναι τυχαία αυτή η φράση. Και στη σημερινή εποχή δεν μιλώ πια για θαύματα, γιατί δεν είμαστε μόνοι. Έχουμε το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος μας, έχουμε το Ευρωπαϊκό Δίκαιο με το μέρος μας, έχουμε άλλους ευρωπαϊκούς λαούς που συμπαρίστανται και αντιλαμβάνονται το χρέος απέναντι στην Ευρώπη και απέναντι στους λαούς της. Και αυτό τον δρόμο, ιδίως εμείς οι δύο Λαοί που τον ξεκινήσαμε, θα τον συνεχίσουμε μέχρι το τέλος. Και να με θυμάστε, η δικαίωση θα έρθει. Αρκεί να πιστεύουμε σε αυτή, και αρκεί να θυμόμαστε, όλος ο Ελληνισμός, ότι αυτά που μας χωρίζουν είναι πολύ λιγότερα και περιθωριακά από αυτά που μας ενώνουν. Και να θυμάστε επίσης ότι τα μεγαλύτερα λάθη τα κάναμε όταν μείναμε διχασμένοι πάνω σε ασήμαντες λεπτομέρειες. Ενώ θα πρέπει να μείνουμε ενωμένοι στους κοινούς στόχους που έχουν διαχρονική αξία γιατί αυτοί είναι εκείνοι που προσδιορίζουν και το νόημα της Ιστορίας.

Σας ευχαριστώ θερμώς.-

Φωτογραφία: ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΣΤΑΥΡΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ