Κύριε Δήμαρχε,
Σας ευχαριστώ θερμώς για την μεγάλη τιμή την οποία σήμερα μου περιποιείτε, υπό την ιδιότητά μου ως Προέδρου της Δημοκρατίας, απονέμοντάς μου τον τίτλο του Επίτιμου Δημότη Σητείας. Ενός Τόπου με λαμπρή ιστορία αγώνων υπέρ της Πατρίδας και της Ελευθερίας, που χάνεται στα βάθη των αιώνων, αλλά και με μεγάλη πολιτισμική κληρονομιά, από την αρχαιότητα ως την εποχή μας.
- I. Γι’ αυτόν τον λόγο επιτρέψατέ μου, ξεκινώντας την ομιλία μου, ν’ αναφερθώ, φυσικά δι’ ολίγων, σε ορισμένες κρίσιμες περιόδους της μακραίωνης και ένδοξης παρουσίας των προγόνων σας σε τούτη την πανέμορφη γωνιά της Κρητικής γης:
Α. Το όνομα Σητεία είναι παλαιό και προήλθε, κατά την κρατούσα άποψη, από την ονομασία της αρχαίας πόλης της Ήτιδος ή Ητείας. Αυτή βρισκόταν στην Ανατολική Κρήτη, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Διογένη του Λαέρτιου. Ο οποίος την θεωρεί πατρίδα του Μύσωνα, που, κατά τον Πλάτωνα, αποτελεί έναν από τους 7 Σοφούς, στην θέση του Περίανδρου. Σύμφωνος εν προκειμένω είναι και ο λεξικογράφος του Ε′ μ.Χ. αιώνα, Στέφανος Βυζάντιος.
- B. Αν ακόμη αναζητούμε το πού ακριβώς βρισκόταν η Σητεία κατά την κλασσική αρχαιότητα και τους ρωμαϊκούς χρόνους, σήμερα γνωρίζουμε ότι η Βυζαντινή και η Ενετική πόλη βρίσκονται κάτω από την σημερινή.
- Ορισμένοι θεωρούν ότι, για κάποια άγνωστη αιτία, στα πρώτα Βυζαντινά Χρόνια η Πόλη μεταφέρθηκε από την παλαιότερη τοποθεσία της και κτίσθηκε εκεί όπου βρίσκεται και σήμερα. Η μετακίνηση αυτή του πληθυσμού ενδέχεται να έγινε μετά τα χρόνια του Μεγάλου Θεοδοσίου, σε μιαν εποχή κατά την οποία προκύπτει ότι έγιναν εκτεταμένες καταστροφές σε αρχαιοελληνικούς συνοικισμούς στην Ανατολική Κρήτη, ίσως από θρησκευτικό φανατισμό. Το βέβαιο είναι ότι η Σητεία κατέστη έδρα Επισκοπής και αναφέρεται Επίσκοπος Σητείας, το 731 μ.Χ.
- Μετά την αραβική κατάκτηση της Κρήτης, η Πόλη έπαψε να υφίσταται και επανιδρύθηκε ύστερα την ανακατάληψη της Νήσου, δεδομένου ότι στο Τακτικό του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου, το 980 μ.Χ., αναφέρεται Επίσκοπος Σητείας.
- Στην συνέχεια, αφού οι Λατίνοι σταυροφόροι κατέλαβαν την Κρήτη και την πούλησαν στην Βενετία, η Σητεία, η Ιεράπετρα, το Μιραμπέλλο και το Λασήθι δημιούργησαν μιαν ευρύτερη, ενιαία διοικητική περιφέρεια, στην οποία δόθηκε το όνομα Sestiere di Cannaregio, από το όνομα μιας συνοικίας της Βενετίας. Και αυτή διαιρέθηκε σε 33 ιπποτείες, με διοικητή τον Leonardo Feletro. Τις πληροφορίες αυτές μας δίνει ο Ιταλός ερευνητής Cornelius, το 1755, στο έργο Creta Sacra, βασισμένος στην Historia Candiane, έργο του 16ου αιώνα του ιστορικού Ανδρέα Κορνάρου. Τον Ανδρέα Κορνάρο οι νεότερες έρευνες τον θέλουν Σητειακό, και μάλιστα αδελφό του ποιητή του Ερωτόκριτου.
- Αργότερα, τον 14ο αιώνα, η διοικητική διαίρεση άλλαξε, οπότε η Σητεία με την Ιεράπετρα αποτέλεσαν ιδιαίτερη διοικητική περιφέρεια, με έδρα την Σητεία, που ονομάσθηκε Teritorio di Sitia. Ενώ το Μιραμπέλλο και το Λασίθι υπήχθησαν στον Χάνδακα.Η Σητεία, που αναφέρεται στα Βενετσιάνικα έγγραφα ως Sittia ή Sithia ή Settia, άκμασε και προόδευσε τόσο πολύ από την αρχή ήδη της Ενετικής κατάκτησης, ώστε η Γερουσία σε έγγραφό της, το 1232, την αποκαλεί «Maximum statum et lumen ejusdem insulae», δηλαδή μεγάλο σταθμό και φως της Νήσου.
- Παρ’ όλα αυτά, η Σητεία έλαβε ενεργό μέρος σε όλες τις επαναστάσεις εναντίον των κατακτητών, το 1212, 1228-1234, 1271-1277, 1282-1299, 1341-1347 και 1362. Αποδείχθηκε έτσι περίτρανα ότι, παρά την ευημερία της Πόλης τους, οι κάτοικοι της Σητείας διατήρησαν πάντοτε ακμαίο το Ελληνικό τους φρόνημα και επιχείρησαν επανειλημμένα ν’ αποτινάξουν τον ζυγό του κατακτητή.
Γ. Μετά την πτώση της Βασιλεύουσας, οι Οθωμανοί έστρεψαν τις βλέψεις τους στο τότε ενετοκρατούμενο Νησί σας. Μάλιστα, οι επιδρομές τους εναντίον του, το 1462 και το 1471, ανάγκασαν πολλούς κατοίκους χωριών της επαρχίας της Σητείας να τα εγκαταλείψουν, λόγω των συνεχών λεηλασιών που αυτά υπέστησαν.
Δ. Το 1508, φοβερός σεισμός έπληξε την πόλη της Σητείας και προξένησε μεγάλες καταστροφές. Προτού ακόμη επιδιορθωθούν οι φοβερές ζημιές που προκάλεσε αυτός ο σεισμός, νέος φοβερός κίνδυνος απείλησε την πόλη.
- Επρόκειτο για τις επιδρομές του τρομερού κουρσάρου Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, οι οποίες ερήμωσαν τα Σητειακά παράλια. Το 1538, ο Μπαρμπαρόσα επιτέθηκε και εναντίον της Πόλης της Σητείας. Τότε, σκόρπισε τον όλεθρο και την καταστροφή στο Μπούργο, δηλαδή στην εκτός των τειχών συνοικία, όπου διέμεναν οι έμποροι και οι άλλοι επαγγελματίες. Στην συνέχεια, επιτέθηκε στα τείχη της οχυρωμένης Πόλης, τα οποία, όμως, δεν κατόρθωσε να καταλάβει. Εγκατέλειψε την προσπάθεια και έφυγε, αφήνοντας πίσω του ανεπανόρθωτες καταστροφές. Η επιδρομή του Μπαρμπαρόσσα του 1538 έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για την πόλη της Σητείας.
- Πολλοί πιστεύουν πως η Πόλη εγκαταλείφθηκε ολοκληρωτικά μετά από αυτήν την επιδρομή, εικασία που μάλλον στερείται αλήθειας.Το βέβαιο είναι, πρώτον, ότι το Μπούργκο συνοικίσθηκε πάλι και, δεύτερον, ότι η Ενετική εξουσία σκέφθηκε σοβαρά να εκκενώσει την πόλη της Σητείας.
α) Έτσι, το 1639, ο Γενικός προβλέπτης, Isepo Civran, σ’ έκθεσή του προτείνει να εγκαταλειφθεί η Σητεία και να μεταφερθούν οι κάτοικοί της σε οχυρά φρούρια του εσωτερικού της Επαρχίας. Πιθανώς στο Λιόπετρο και στο Μόντε Φόρτε. Η εγκατάλειψη της Πόλης δεν έγινε αμέσως αλλά γύρω στα 1648, οπόταν οι Τούρκοι πολιόρκησαν την Σητεία. Οι κάτοικοι δέχθηκαν την απόφαση με απόγνωση. Δεν ήθελαν ν’ αφήσουν τα ιερά χώματα των προγόνων τους, τον εκεί βίο τους και τα ιερά τους.
β) Όμως, αν το 1648 εγκαταλείφθηκε η περιτειχισμένη Πόλη σας από τους κατοίκους της, εντούτοις η φρουρά της αμύνθηκε μέχρι το 1651. Οπότε φαίνεται πως, με την αποχώρησή της, η ίδια κατέστρεψε τα τείχη και τα σπουδαιότερα κτίσματα.
γ) Την πτώση της Σητείας περιγράφει ο ιατροφιλόσοφος Αθανάσιος Σκληρός ή Πικρός, που έζησε τα γεγονότα του Βενετοτουρκικού πολέμου και πέθανε στο Ηράκλειο το 1664. Περιέργως, μάλιστα, ονομάζει την Σητεία «Εστία». Μετά την εγκατάλειψη και καταστροφή της Πόλης, όλες οι ιστορικές μαρτυρίες δείχνουν πως η Σητεία δεν συνοικίσθηκε για δύο αιώνες.
Ε. Το 1870, ο Γενικός Διοικητής Κρήτης, Χουσεΐν Αβνή Πασάς, αποφάσισε από κοινού με τον διοικητή του Λασιθίου, Κωστή Αδοσίδη Πασά, αντί του Πισκοκεφάλου, που στην διάρκεια της Τουρκοκρατίας ήταν το σπουδαιότερο χωριό της επαρχίας, κάτι σαν πρωτεύουσα, ν’ αγορασθεί η περιοχή των ερειπίων της παλαιάς Σητείας και να δημιουργηθεί εκεί η νέα πρωτεύουσα της επαρχίας.
Το ρυμοτομικό σχέδιο ήταν του Αβνή Πασά και η νέα Πόλη προς τιμή του ονομάσθηκε Αβνιέ, ονομασία που μόνον οι Οθωμανοί χρησιμοποιούσαν, ενώ οι Έλληνες την έλεγαν Λιμάνι της Σητείας ή Στεία. Από τότε, η Σητεία εξελίσσεται με άλματα σ’ ένα από τα πιο σπουδαία αστικά κέντρα της Κρήτης, έχοντας ως σύμμαχο την ιδιαίτερη ομορφιά της.
ΙΙ. Αυτή η λαμπρή ιστορία του Τόπου σας πρέπει να μ’ εμπνέει με τα διδάγματά της κατά την άσκηση των καθηκόντων μου. Στο πλαίσιο δε αυτό υπενθυμίζω, για πολλοστή φορά, τα εξής:
- A. Η Ελλάδα, και υπό την ιδιότητά της ως πλήρους και αναπόσπαστου μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελεί δύναμη Ειρήνης και Ασφάλειας στα Βαλκάνια αλλά και στην ευρύτερη περιοχή. Είναι όμως, συγχρόνως, πάντοτε έτοιμη να υπερασπισθεί μέχρι κεραίας τα σύνορά της, το έδαφός της και την κυριαρχία της, που αποτελούν, αντιστοίχως, σύνορα, έδαφος και κυριαρχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Β. Αυτό διαμηνύουμε, εμείς οι Έλληνες, προς κάθε πλευρά, άρα και προς την γείτονα Τουρκία. Τείνουμε προς αυτήν πάντοτε χείρα φιλίας και καλής γειτονίας. Θέλουμε μια Τουρκία δημοκρατική, θέλουμε μια Τουρκία ευημερούσα, η οποία να έχει ευρωπαϊκή προοπτική. Αλλά για να γίνει αυτό πράξη, προϋποθέτει, από την πλευρά της Τουρκίας, πλήρη, ειλικρινή και έμπρακτη απόδειξη του σεβασμού του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου στο σύνολό τους. Αν, λοιπόν, δεν υπάρχει ιδίως ο σεβασμός στο Διεθνές Δίκαιο και στις Διεθνείς Συνθήκες, πρωτίστως δε στην Συνθήκη της Λωζάνης και στο Δίκαιο της Θάλασσας -κατά την Σύμβαση του Montego Bay του 1982, που ισχύει ακόμη και έναντι εκείνων οι οποίοι δεν την έχουν επικυρώσει ως σύνολο γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου- τότε δεν είναι δυνατό να χτισθεί πραγματική φιλία. Εμείς το εννοούμε αυτό και καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να ζήσουμε ως φίλοι και καλοί γείτονες.
Κύριε Δήμαρχε,
Αναχωρώντας από την ιστορική και όμορφη Σητεία, με τον άκρως τιμητικό τίτλο του Επίτιμου Δημότη της, θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι όσα εξέθεσα θ’ αποτελέσουν καθοριστικής σημασίας δείκτη πορείας κατά την άσκηση των καθηκόντων μου. Επιπλέον, παίρνω μαζί μου, στις νοερές αποσκευές μου, τις καλύτερες αναμνήσεις της έξοχης φιλοξενίας που μου επιφυλάξατε, για την οποία και πάλι βαθύτατα σας ευχαριστώ.