Τα Σύνορα της Ελλάδας ως Σύνορα και Έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η «προστιθέμενη θεσμική αξία» του «Δικτύου NATURA 2000»

Πρόλογος

Αποτελεί κοινό τόπο, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής και της Διεθνούς Έννομης Τάξης, το γεγονός ότι πρωτίστως οι Συνθήκες της Λωζάνης του 1923 και των Παρισίων του 1947 καθορίζουν, επακριβώς και χωρίς κανένα ερμηνευτικό πρόβλημα, τα σύνορα, το έδαφος και την επ’ αυτών κυριαρχία της Ελλάδας, δίχως ν’ αφήνουν ίχνος «γκρίζας ζώνης» ιδίως στη θάλασσα, και δίχως να υπόκεινται, από την φύση τους, σε αναθεώρηση ή επικαιροποίηση.  Γι’ αυτό και το μόνο «ανοιχτό» ζήτημα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είναι η οριοθέτηση της νησιωτικής υφαλοκρηπίδας.

Α. Τα σύνορα και το έδαφος της Ελλάδας, υπό τ’ ανωτέρω δεδομένα, είναι σύνορα και έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά κύριο λόγο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 και 3 και 21 παρ. 2 περ. α) και γ) της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (ΣΕΕ), των άρθρων 67 παρ. 2 και 77 παρ. 2 περ. δ) και παρ. 4 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)και της παρ. ΙΙΙ του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για την Μετανάστευση και το Άσυλο του 2008, όπως όλες οι διατάξεις αυτές έχουν ερμηνευθεί και εφαρμοσθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ).

Β. Τις προαναφερόμενες ρυθμίσεις ως προς τα σύνορα και το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έρχεται να ενισχύσει η Ευρωπαϊκή νομοθεσία για το «Δίκτυο NATURA 2000», που αφορά τον επακριβή καθορισμό των εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης περιοχών με προστατευόμενα οικοσυστήματα.  Ειδικότερα, οι επιπτώσεις της εφαρμογής της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας για το «Δίκτυο NATURA 2000» ως προς τον προσδιορισμό των συνόρων και του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με βάση τον κατά το Ευρωπαϊκό και το Διεθνές Δίκαιο προσδιορισμό των συνόρων και του εδάφους της Ελλάδας, αναδεικνύουν τα εξής:

  1. Η Ευρωπαϊκή Νομοθεσία για το «Δίκτυο NATURA 2000».

Η Ευρωπαϊκή Νομοθεσία για το «Δίκτυο NATURA 2000» στηρίζεται σε συγκεκριμένες Οδηγίες, οι οποίες στοχεύουν στην προστασία της βιοποικιλότητας εντός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Α. Οι σχετικές Οδηγίες

Για την ακρίβεια, η ως άνω Ευρωπαϊκή Νομοθεσία στηρίχθηκε στις εξής οδηγίες:

  1. Στην Οδηγία 79/409/ΕΟΚ, η οποία θεσμοθετήθηκε με σκοπό την προστασία, την διατήρηση και την ρύθμιση της αναπαραγωγής όλων των ειδών πτηνών που ζουν, εκ φύσεως, σε άγρια κατάσταση στο ευρωπαϊκό έδαφος των κρατών-μελών.
  2. Και στην Οδηγία 92/43/ΕΟΚ, «Για την διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας», η οποία θεσμοθετήθηκε με σκοπό να συμβάλλει στην προστασία της βιολογικής ποικιλότητας, μέσω της διατήρησης των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας στο ευρωπαϊκό έδαφος των κρατών-μελών, εντός του οποίου εφαρμόζεται η Συνθήκη.

Β. Η ενσωμάτωσή τους στην Ελληνική Έννομη Τάξη.

Οι προαναφερόμενες Οδηγίες έχουν ήδη ενσωματωθεί πλήρως στην Ελληνική Έννομη Τάξη ως ακολούθως:

  1. Η Οδηγία 92/43/ΕΟΚ ενσωματώθηκε με τις ακόλουθες ΚΥΑ:

α) ΚΥΑ 33318/3028/11-12-1998 (ΦΕΚ 1289/Β/28-12-98) «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για την διατήρηση των φυσικών οικοτόπων (ενδιαιτημάτων) καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας».

β) ΚΥΑ Η.Π. 14849/853/Ε103/4-4-2008 (ΦΕΚ 645/Β/11-4-08) «Τροπο-ποίηση των υπ’ αριθμ. 33318/3028/1998 κοινών υπουργικών αποφάσεων (Β΄ 1289) και των υπ’ αριθμ. 29459/1510/2005 κοινών υπουργικών αποφάσεων (Β΄ 992), σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της οδηγίας 2006/105 του Συμβουλίου της 20ης Νοεμβρίου 2006 της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

  1. Η Οδηγία 79/409/ΕΟΚ (όπως κωδικοποιήθηκε με την Οδηγία 2009/147/ΕΚ) ενσωματώθηκε με τις ακόλουθες ΥΑ και ΚΥΑ:

α) ΥΑ 414985/29-11-85 (ΦΕΚ Β΄ 757) «Μέτρα διαχείρισης της άγριας πτηνοπανίδας».

β) ΚΥΑ Η.Π. 37338/1807/Ε.103/1-9-10 (ΦΕΚ 1495/Β/6-9-10) «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για την διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 79/409//ΕΟΚ, «Περί διατηρήσεως των άγριων πτηνών», του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979, όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ.»

γ) ΚΥΑ Η.Π. 8353/276/Ε103/17-2-2012 (ΦΕΚ 415/Β/23-2-2012) «Τροποποίηση και συμπλήρωση της υπ’ αριθ. 37338/1807/2010 κοινής υπουργικής απόφασης, «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για την διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με την Οδηγία 79/409/ΕΟΚ…» (Β΄1495), σε συμμόρφωση με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, «Για την διατήρηση των άγριων πτηνών», του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979, όπως κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ».

Γ. Η βάσει των Οδηγιών σύσταση του Ευρωπαϊκού «Δικτύου NATURA 2000».

  1. Το «Δίκτυο NATURA 2000», κατά το άρθρο 3 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, αποτελεί ένα Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο περιοχών, οι οποίες φιλοξενούν φυσικούς τύπους οικοτόπων και οικοτόπους ειδών, που είναι σημαντικοί σ’ ευρωπαϊκό επίπεδο. Κάθε κράτος-μέλος συμβάλλει στην σύσταση του εν λόγω δικτύου. Το «Δίκτυο NΑΤURA 2000» αποτελείται από δύο κατηγορίες περιοχών:

α) Πρώτον, από τις «Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ)» («Special Protection Areas – SPA») για την Ορνιθοπανίδα, με τον τρόπο που ορίζονται στην Οδηγία 79/409/ΕΚ «Για την διατήρηση των άγριων πτηνών», όπως ισχύει.

β) Και, δεύτερον, από τους «Τόπους Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ») («Sites of Community Importance -SCI»), όπως ορίζονται στην Οδηγία 92/43/ΕΟΚ.

  1. Οι ΖΕΠ, μετά τον χαρακτηρισμό τους από τα κράτη-μέλη, εντάσσονται αυτόματα στο «Δίκτυο NATURA 2000». Σε ό,τι αφορά τους ΤΚΣ, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 4 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, κάθε κράτος-μέλος προτείνει «Εθνικό Κατάλογο Τόπων Κοινοτικής Σημασίας», με βάση συγκεκριμένα επιστημονικά κριτήρια. Στην συνέχεια, αποστέλλει στην Διεύθυνση Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Εθνικό Κατάλογο των περιοχών, μαζί με τους σχετικούς χάρτες, έτσι ώστε να διαμορφωθεί ο ενιαίος Ευρωπαϊκός κατάλογος με τους αντίστοιχους Ευρωπαϊκούς Χάρτες, που συναποτελούν το «Δίκτυο NATURA 2000» της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΙΙ. Η εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας για το «Δίκτυο NATURA 2000» από την Ελλάδα.

Α. Η προεργασία.

Στην Ελλάδα, η δημιουργία του «Δικτύου NATURA 2000» ξεκίνησε το 1994, σύμφωνα με τις προδιαγραφές, τις απαιτήσεις και τα κριτήρια που καθορίζονται από τις ανωτέρω Οδηγίες.  Το ΥΠΕΧΩΔΕ, το 1994, με ειδική Σύμβαση ανέθεσε στο Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων Υγροτόπων (ΕΚΒΥ) του Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας την επιστημονική ευθύνη για την εκπόνηση Μελετών αλλά και για το συντονισμό της καταγραφής των προστατευόμενων περιοχών, οι οποίες πληρούν τα κριτήρια για την κατάταξη τύπων οικοτόπων και οικοτόπων ειδών της Οδηγίας 92/43/ΕΚ στην Xώρα μας.

  1. Για τον σκοπό αυτό δραστηριοποιήθηκε μια πολυπληθής διεπιστημονική ομάδα, με τη συμμετοχή 100 Επιστημόνων διαφορετικών ειδικοτήτων. Η επιστημονική τεκμηρίωση έγινε στο πλαίσιο Ευρωπαϊκού Προγράμματος «LIFE» (1994-1996), με τίτλο «Καταγραφή, Αναγνώριση, Εκτίμηση και Χαρτογράφηση των Τύπων Οικοτόπων και των Ειδών Χλωρίδας και Πανίδας της Ελλάδας (Οδηγία 92/43/ΕΟΚ)». Στον «Επιστημονικό Κατάλογο» εντάχθηκε το σύνολο σχεδόν των μέχρι τότε προστατευόμενων περιοχών, σ’ εθνικό και διεθνές επίπεδο.
  2. Με βάση τ’ ανωτέρω αποτελέσματα το ΥΠΕΧΩΔΕ, από το 1996, απέστειλε, κατά φάσεις, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Εθνικό Κατάλογο των προτεινόμενων Τόπων Κοινοτικής Σημασίας, περιλαμβανομένων και των ορίων τους. Η επιλογή των Προστατευόμενων Οικοτόπων, με απεικόνιση σε Χάρτες, προτάθηκε από την Χώρα μας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η τελική πρόταση έγινε από κοινή ομάδα εργασίας των πρώην Υπουργείων ΠΕΧΩΔΕ και Γεωργίας, κατόπιν γνωμοδοτήσεων όλων των συναρμόδιων Υπουργείων.

Β. Η αξιολόγηση.

Επισημαίνεται ότι, κατά την σχετική Ευρωπαϊκή νομοθεσία, οι εθνικοί κατάλογοι αξιολογούνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη-μέλη, και ενσωματώνονται σε Ευρωπαϊκό Κατάλογο περιοχών του «Δικτύου NATURA 2000» με προβολή σε αντίστοιχους χάρτες.  Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, βασιζόμενη στους Εθνικούς Καταλόγους και στα συμπεράσματα της ευρωπαϊκής διαδικασίας των βιογεωγραφικών σεμιναρίων, καταρτίζει, σε συμφωνία με καθένα από τα κράτη-μέλη, σχέδιο καταλόγου τόπων κοινοτικής σημασίας. Όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία αυτή, οι προτεινόμενοι από τα κράτη-μέλη ΤΚΣ (SCI) χαρακτηρίζονται ως ΤΚΣ, με σχετική απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

  1. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, ο πρώτος κατάλογος των Τόπων Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ), που περιελάμβανε 239 περιοχές, οριστικοποιήθηκε και δημοσιεύθηκε στην επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το 2006, με την Απόφαση της Επιτροπής της 19ης Ιουλίου «Σχετικά με την έγκριση, σύμφωνα με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του καταλόγου των Τόπων Κοινοτικής Σημασίας για την μεσογειακή βιογεωγραφική περιοχή» (2006/613/ΕΚ) (Official Journal of the European Union, L 259, 21 September 2006).
  2. Τα αρχεία για την εξέλιξη των Μελετών, των Κοινοτικών Οδηγιών, των Καταλόγων και των Χαρτών και των Νόμων, που προσδιορίζουν τις περιοχές με τα απολύτως προστατευόμενα οικοσυστήματα, βρίσκονται στην Διεύθυνση Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος και Βιοποικιλότητας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και στο Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας (Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων (ΕΚΒΥ)).

Γ. Το ισχύον status της Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας ως προς το «Δίκτυο NATURA 2000».

Οι ΤΚΣ υπόκεινται στις διατάξεις προστασίας του άρθρου 6 παρ. 2, 3, 4 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ.

  1. Μετά την οριστικοποίηση του καταλόγου των ΤΚΣ, τα κράτη-μέλη υποχρεούνται να κηρύξουν τις περιοχές αυτές ως «Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (ΕΖΔ)» («Special Areas of Conservation -SAC»)», το αργότερο μέσα σε μια εξαετία, και να καθορίσουν τις προτεραιότητες για την διατήρηση σε ικανοποιητική κατάσταση των τύπων οικοτόπων και ειδών ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος εντός αυτών. Οι ΕΖΔ υπόκεινται στις προστατευτικές διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1, 2, 3 και 4 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Η Ελλάδα με το ν. 3937/2011 (ΦΕΚ 60/Α/31-3-2011), χαρακτήρισε τους 239 Τόπους Κοινοτικής Σημασίας ως «Ειδικές Ζώνες Διατήρησης» («ΕΖΔ»).
  2. Οι περιοχές προστασίας του Ευρωπαϊκού «Δικτύου NATURA 2000» όλων των κρατών-μελών είναι αναρτημένες σε Κεντρικό Ευρωπαϊκό Αποθετήριο.

α) Κατά συνέπεια, όλες οι πληροφορίες, τα περιγραφικά δεδομένα, οι χάρτες και τα γεωγραφικά αρχεία των περιοχών του Ευρωπαϊκού «Δικτύου NATURA 2000» είναι αναρτημένα στο Κεντρικό Αποθετήριο Δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Κάθε φορά που ένα κράτος-μέλος τροποποιεί το Εθνικό «Δίκτυο NATURA 2000», υποβάλει στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα νέα δεδομένα, ήτοι την εθνική βάση δεδομένων, γεωγραφικά αρχεία, και κατάλογο τροποποιήσεων, τα οποία βρίσκονται στο Κεντρικό Ευρωπαϊκό Αποθετήριο Δεδομένων.

β) Το Ελληνικό «Δίκτυο NATURA 2000» περιλαμβάνει τις προστατευόμενες περιοχές της Χώρας, και συγκεκριμένα:

β1) Τους 10 Υγροτόπους Διεθνούς Σημασίας σύμφωνα με τη Σύμβαση RAMSAR.

β2) Τους Εθνικούς Δρυμούς.

β3) Τα Εθνικά Πάρκα.

β4) Το Θαλάσσιο Πάρκο Ζακύνθου και το Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου.

β5) Τα Καταφύγια Άγριας Ζωής.

β6) Τα Διατηρητέα Μνημεία της Φύσης.

β7) Καθώς και άλλες περιοχές ειδικής αναφοράς και προστασίας.

  1. Το «Δίκτυο NATURA 2000» είναι ανοικτό για την συμπλήρωσή του και την επέκτασή του.

α) Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη-μέλη, κατά την διαδικασία των βιογεωγραφικών σεμιναρίων, στοχεύει στην ενίσχυση και στον εμπλουτισμό του Ευρωπαϊκού Δικτύου.  Τα τελευταία έτη, έχει τεθεί ως στόχος η αύξηση του αριθμού και της επιφάνειας κάλυψης των περιοχών του «Δικτύου NATURA 2000» στην θάλασσα.  Και για τον σκοπό αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει οργανώσει έναν αριθμό θαλάσσιων βιογεωγραφικών σεμιναρίων.

β) Η Ελλάδα είχε ως εκκρεμότητα την συμπλήρωση του «Δικτύου NATURA 2000» στην θάλασσα.  Στο πλαίσιο αυτό, η τελευταία εθνική υποβολή των στοιχείων για το «Δίκτυο NATURA 2000» πραγματοποιήθηκε στις 2/3/2018.  Σε αυτή την υποβολή έχουν κατατεθεί τα στοιχεία, από την αναθεώρηση και επικαιροποίηση του Εθνικού Καταλόγου του Δικτύου, με την Κοινή Υπουργική Απόφαση 50473/2017 (ΦΕΚ 4432/Β/2017), και οι περιοχές  πλέον ανέρχονται σε 446, περιλαμβάνουν δε ένα αξιόλογο τμήμα θαλάσσιας έκτασης, ώστε να αντιμετωπισθεί και η ανωτέρω εκκρεμότητα.

γ) Ειδικότερα, η έκταση που το νέο «Δίκτυο NATURA» καλύπτει έχει τις εξής καταγραφές:

γ1) Χερσαία έκταση: 36.187,98 km2.

γ2) Θαλάσσια έκταση: 22.585,18 km2.

  1. Τα όρια και οι πληροφορίες για το «Δίκτυο NATURA 2000» είναι προσβάσιμα σε κάθε ενδιαφερόμενο.

α) Για την εύληπτη παρουσίαση του «Δικτύου NATURA 2000», ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος λειτουργεί και ενημερώνει έναν χάρτη, το «NATURA 2000 MapViewer». Στον χάρτη αυτόν μπορεί ο χρήστης ν’ αναζητήσει, εκτός από τα όρια των περιοχών του «Δικτύου NATURA 2000», περιγραφικά στοιχεία και πληροφορίες με την μορφή Τυποποιημένου Εντύπου Δεδομένων.

β) Τ’ ανωτέρω στοιχεία και δεδομένα είναι διαθέσιμα τόσο από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, όσο και από το Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων Υγροτόπων, το οποίο έχει διαχρονικά στηρίξει, στα θέματα του «Δικτύου NATURA 2000», την ανωτέρω υπηρεσία και παραμένει διαθέσιμο, ώστε να παρέχει στην Πολιτεία επιστημονικές πληροφορίες και δεδομένα, όπου απαιτηθεί.

γ) Είναι αυτονόητο ότι τόσο η καταγραφή, η τεκμηρίωση και η ανάδειξη όσο και η ευθύνη για την προστασία των Περιοχών (όπως αποτυπώνονται στους σχετικούς Χάρτες) του «Δικτύου NATURA 2000» διαμορφώνει ένα διττό Status, ήτοι διαμορφώνει, ταυτόχρονα, ένα Εθνικό Κεκτημένο για κάθε Χώρα και ένα Ευρωπαϊκό Κεκτημένο για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Δ. Η εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου του «Δικτύου NATURA 2000» και στην Ελληνική Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ).

    Το θεσμικό πλαίσιο της προαναφερόμενης Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, ως προς το «Δίκτυο NATURA 2000» και τ’ αντίστοιχα δικαιώματα για κάθε κράτος-μέλος -συνεπώς και για την Ελλάδα- ιδίως ως προς τους οικοτόπους του βυθού (δηλ. τους υφάλους) και ως προς τους υποθαλάσσιους σχηματισμούς που δημιουργούνται από εκπομπές αερίων, εφαρμόζονται και ισχύουν και πέραν των χωρικών υδάτων τους, ήτοι τόσο στην υφαλοκρηπίδα τους όσο και στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη τους (ΑΟΖ).  A fortiori δε, κάθε κράτος-μέλος, έχει όχι μόνο δικαίωμα αλλά και υποχρέωση λήψης των προβλεπόμενων από το θεσμικό αυτό πλαίσιο μέτρων προστασίας κατά την άσκηση των ad hoc κυριαρχικών του δικαιωμάτων.

  1. Τούτο -δηλαδή, το δίπολο δικαίωμα και υποχρέωση- έχει επισημάνει εμφατικώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο κείμενο (Μαΐου 2007) με τον τίτλο «Κατευθυντήριες οδηγίες για την εγκαθίδρυση του δικτύου Natura 2000 στον θαλάσσιο οικοσύστημα» (“Guidelines for the establishment of the Natura 2000 network in the marine environment”), όπου αναφέρονται τα εξής (βλ. σελ.18): «Σε σχέση με την εκμετάλλευση και τη διατήρηση των φυσικών πόρων, η γνώμη της Επιτροπής είναι ότι η αναγνώριση από ένα παράκτιο κράτος αποκλειστικών δικαιωμάτων σε θαλάσσια ζώνη φέρνει όχι μόνο δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις. Αποκλειστικό δικαίωμα εκμετάλλευσης φυσικών πόρων συνεπάγεται ανάλογη υποχρέωση για τη διατήρηση των φυσικών πόρων. Επομένως, το κοινοτικό δίκαιο σε σχέση με τη διατήρηση των φυσικών πόρων ισχύει σε όλες τις θαλάσσιες περιοχές όπου τα κράτη μέλη ασκούν τα δικαιώματα αυτά. Τούτο αφορά τις ακόλουθες θαλάσσιες περιοχές: […] Την αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) ή/και σε άλλες περιοχές όπου τα κράτη μέλη ασκούν ισοδύναμα κυριαρχικά δικαιώματα (αλιευτικές ζώνες προστασίας, ζώνες προστασίας του περιβάλλοντος …». Θα πρέπει να επισημανθεί συναφώς, ότι η  Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήδη από το 1999 με σχετική ανακοίνωσή της («Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – Η διαχείριση της αλιείας και η διατήρηση της φύσης στο θαλάσσιο περιβάλλον / COM/99/0363 τελικό»), εξέφρασε την ακόλουθη άποψη για την χωρική εφαρμογή της οδηγίας περί Οικοτόπων επί των θαλασσίων υδάτων: «5.2.2.Βάσει της οδηγίας περί οικοτόπων, τα κράτη μέλη πρέπει να ορίσουν ειδικές περιοχές διατήρησης για την επίτευξη ενός συνεκτικού ευρωπαϊκού οικολογικού δικτύου με την ονομασία Natura 2000. Πρέπει να λάβουν κατάλληλα μέτρα για την αποφυγή της επιδείνωσης της κατάστασης των φυσικών οικοτόπων ή των οικοτόπων των ειδών κοινοτικού ενδιαφέροντος καθώς και οποιαδήποτε παρεμβολή με τα είδη για τα οποία έχουν οριστεί ειδικές περιοχές διατήρησης. Οι διατάξεις της οδηγίας περί οικοτόπων εφαρμόζονται αυτομάτως στους θαλάσσιους οικοτόπους και στα θαλάσσια είδη που βρίσκονται σε χωρικά ύδατα (12 μίλια κατ’ ανώτατο όριο). Εντούτοις, εάν ένα κράτος μέλος ασκεί τα κυρίαρχα δικαιώματά του σε αποκλειστική οικονομική ζώνη των 200 ναυτικών μιλίων (επί παραδείγματι, για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας για εξέδρα άντλησης πετρελαίου), θεωρεί, ως εκ τούτου, τον εαυτό του αρμόδιο να θέσει σε εφαρμογή εθνικούς νόμους στην περιοχή αυτή και, κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί στην περίπτωση αυτή ότι η οδηγία περί οικοτόπων έχει επίσης εφαρμογή, δεδομένου ότι η κοινοτική νομοθεσία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της εθνικής νομοθεσίας».  Στην συνέχεια, το ίδιο έτος, την ερμηνεία αυτή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την χωρική εφαρμογή της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ υιοθέτησε και το High Court του Ηνωμένου Βασιλείου (Queen’s Bench Division), στην υπόθεση «The Queen v. The Secretary of State For Trade and Industry ex Parte Greenpeace Limited» (case: CO/1336/1999 της 5.11.1999), με την ακόλουθη διατύπωση: «Η οδηγία περί οικοτόπων [92/43/ΕΟΚ] εφαρμόζεται επί της υφαλοκρηπίδας του Ηνωμένου Βασιλείου και επί των υπερκείμενων υδάτων μέχρι του ορίου των 200 ν.μ. από την ακτογραμμή». [Η ανωτέρω διατύπωση που επέλεξε το High Court για να περιγράψει την ΑΟΖ  (:«επί των υπερκείμενων υδάτων μέχρι του ορίου των 200 ν.μ. από την ακτογραμμή») οφείλεται στο γεγονός ότι  στην  επίμαχη περιοχή, όπου ανέκυψε το ζήτημα της εφαρμογής της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, δεν είχε οριοθετήσει ΑΟΖ η Μεγάλη Βρετανία].
  2. Τελικώς, η ανωτέρω ερμηνεία αναφορικά με την χωρική εφαρμογή της οδηγίας περί οικοτόπων, έχει υιοθετηθεί και από το ΔΕΕ. Ειδικότερα:

α) Η απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-6/04, «Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου», έκρινε ότι: «Συναφώς, όπως η Γενική Εισαγγελέας παρατήρησε ορθώς στα σημεία 131 και 132 των προτάσεών της, δεν αμφισβητείται μεταξύ των διαδίκων ότι το Ηνωμένο Βασίλειο ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και επί της υφαλοκρηπίδας ούτε ότι η Οδηγία περί οικοτόπων εφαρμόζεται στο μέτρο αυτό πέραν των χωρικών υδάτων των κρατών-μελών» (βλ. σκ. 117).

β) Ο Γενικός Εισαγγελέας στις προτάσεις του, της 14.9.2006, στην υπόθεση  C-111/05 «Aktiebolaget NN v. Skatteverket», και στην παρ. 93 σημειώνει ότι: «Συναφώς, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι το κοινοτικό δίκαιο, και εν προκειμένω η Οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, έχει εφαρμογή στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και στην υφαλοκρηπίδα ενός κράτους-μέλους, όταν τούτο ασκεί εκεί κυριαρχικά δικαιώματα.  Εξ αυτού συνήγαγε ότι το κράτος αυτό παρέβη τις υποχρεώσεις του όταν δεν θέσπισε τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή των απαιτήσεων της εν λόγω Οδηγίας».

Επίλογος

Συμπερασματικώς, τα κατά τ’ ανωτέρω στοιχεία ως προς τις περιοχές που περιλαμβάνονται στο «Δίκτυο NATURA 2000» αποδεικνύουν ότι οι περιοχές αυτές -συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους νησίδων και βραχονησίδων, δίχως να έχει οιαδήποτε νομική σημασία το ποια είναι η έκτασή τους και, a fortiori, το αν κατοικούνται ή όχι -βρίσκονται εντός των συνόρων της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Α. Κατά συνέπεια, οι κάθε μορφής «διεκδικήσεις», που κατά καιρούς και κατά το δοκούν εγείρει η Τουρκία, είναι αβάσιμες και αυθαίρετες. Συνακόλουθα δε βρίσκονται σ’ ευθεία αντίθεση με το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Το πόσο δεδομένη είναι η επί των ανωτέρω πραγματικών και θεσμικών δεδομένων στάση των κατά περίπτωση αρμόδιων Ευρωπαϊκών Θεσμών προκύπτει και από το ότι οι Θεσμοί αυτοί έχουν αγνοήσει τις, επίσης αβάσιμες και αυθαίρετες, «ενστάσεις», που η Τουρκία τους έχει απευθύνει, από το 1998 ως σήμερα.

Β. Κατά τούτο, λοιπόν, το Ευρωπαϊκό Δίκαιο και το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό Κεκτημένο προστίθενται στο Διεθνές Δίκαιο -κυρίως δε, όπως προαναφέρθηκε, στις Συνθήκες της Λωζάνης του 1923 και των Παρισίων του 1947- για να καταστεί σαφές αφενός ότι τα σύνορα και το έδαφος της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ουδόλως μπορούν ν’ αμφισβητηθούν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Και, αφετέρου, ότι, επιπλέον και συνακόλουθα, δεν υπάρχουν «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο.