Κύριε Δήμαρχε,
Αισθήματα εξαιρετικής τιμής αλλά και ειλικρινούς συγκίνησης με διακατέχουν κατά την τελετή αυτή, στο πλαίσιο της οποίας τιμούμε την Επέτειο της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου. Και τα αισθήματα αυτά τα δικαιολογούν αφενός η λαμπρή Ιστορία του Δήμου σας, της οποίας ο απόηχος είναι, διαχρονικώς, παγκόσμιος, όπως μαρτυρούν καταλυτικώς κατ’ εξοχήν τα Ομηρικά Έπη και η σημασία τους στην Παγκόσμια Ιστορία και Λογοτεχνία. Και, αφετέρου, το γεγονός ότι ήμουν και παραμένω πάντα Μεσσήνιος -με την γενέτειρα του Πατέρα μου, την Πελεκανάδα, λίγα χιλιόμετρα από εδώ- υπερήφανος για την καταγωγή μου, πολλώ μάλλον όταν στην Καλαμάτα και, εν γένει, στην Μεσσηνία γεννήθηκα και μεγάλωσα. Και θα το πω ευθέως: Αυτός ο ευλογημένος Τόπος έχει διαμορφώσει, κυριολεκτικώς, τον χαρακτήρα μου.
-
Θέλω, ευθύς εξαρχής, να σας διαβεβαιώσω πως έχω πλήρη επίγνωση του ότι η τιμή, την οποία μου περιποιείτε προσκαλώντας με να συνεορτάσω μαζί σας αυτή την μεγάλη Επέτειο, μετατρέπεται αυτοθρόως σε χρέος. Συγκεκριμένα δε σε χρέος από την μια πλευρά υπεράσπισης της Ιστορίας του ένδοξου αυτού Τόπου και, από την άλλη πλευρά, συναγωγής των διδαγμάτων που απορρέουν από την Ιστορία αυτή και τα οποία θ’ αποτελούν, εφεξής, δείκτη πορείας κατά την άσκηση των καθηκόντων μου, και όχι μόνον.
Α. Βεβαίως και θα ήταν μάταιο να διεξέλθω την Ιστορία αυτή στο σύντομο χρονικό διάστημα της σημερινής τελετής. Άλλωστε, η Ιστορία της Πύλου, η οποία χάνεται στο βάθος των αιώνων -οι απαρχές της μάλιστα ανάγονται στα όρια του μύθου και της μυθολογίας- είναι, όπως ήδη διευκρίνισα, λαμπρή ψηφίδα της Παγκόσμιας Ιστορίας και, επομένως, η δική μου μαρτυρία περιττεύει. Γι’ αυτό, λοιπόν, αρκούμαι εδώ, ανατρέχοντας στα Ομηρικά Έπη, ν’ αναφερθώ, φυσικά ακροθιγώς, στον γενάρχη και εμβληματικό Βασιλιά της Πύλου, τον Νέστορα. Τον Νέστορα Ηγέτη, ο οποίος οργάνωσε ένα βασιλικό πρότυπο για την εποχή του, από πλευράς διοίκησης και αποτελεσματικής διακυβέρνησης. Τον Σοφό Νέστορα, ο οποίος δίδαξε, με την όλη πολιτεία του, ότι το πολυτιμότερο συνθετικό και συστατικό της Ηγεσίας, lato sensu, είναι η γνώση, η περίσκεψη, η αυτοσυγκράτηση και, κυρίως, η λήψη αποφάσεων με μόνο γνώμονα το συμφέρον του in concreto κοινωνικού συνόλου, αυτό που με σύγχρονους όρους αποκαλούμε «δημόσιο συμφέρον». Τον Νέστορα, ο οποίος έμαθε στους Έλληνες, κατά την εκστρατεία της Τροίας, ότι η αρραγής ενότητα ήταν το σπουδαιότερο αγαθό για ν’ αξιοποιήσουν την έμφυτη ανδρεία τους και την ισχύ τους, επέκεινα δε να επιτύχουν κάθε μεγάλο στόχο τους. Και, e contrario, ότι η διχόνοια και ο διχασμός συνεπάγονται, μοιραίως, ολέθριες επιπτώσεις.
Β. Ας θυμηθούμε ότι στην Ιλιάδα (63-64) ο Όμηρος βάζει στο στόμα του Νέστορα, κατά τις στιγμές του μεγάλου διχασμού των Ελλήνων, την ακόλουθη, χαραγμένη για πάντα στην Παγκόσμια Ιστορία και Λογοτεχνία, ρήση: «Αφρήτωρ, αθέμιστος, ανέστιός έστιν εκείνος, ος πολέμου έραται επιδημίου οκρυόεντος». Τούτο το διαχρονικό μήνυμα του Νέστορα αποτελεί και σήμερα, για εμάς, τους Έλληνες, την πολυτιμότερη παρακαταθήκη, ιδίως όταν πρέπει να υπερασπισθούμε την Πατρίδα μας, τον Λαό μας και το Έθνος, άρα όταν καλούμεθα να υπερασπισθούμε τα Εθνικά μας Θέματα και τα Εθνικά μας Δίκαια.
-
Για λόγους, όμως, που αφορούν την μεγάλη Επέτειο, η οποία συνιστά την βασική αιτία για την οποία βρισκόμαστε σήμερα εδώ, στην Πύλο, δηλαδή την Επέτειο της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου, ας μου επιτραπεί, στην συνέχεια, να επικεντρώσω την αντιφώνησή μου στο ιστορικό αλλά και στα διδάγματα που οφείλουμε ν’ αντλούμε, και τώρα, από αυτήν την καταλυτική, κυριολεκτικώς, για την τελική ευόδωση της Εθνεγερσίας των Ελλήνων και την ίδρυση του Νεώτερου Ελληνικού Κράτους Ναυμαχία.
Α. Ως το 1827, η στάση των τριών Μεγάλων Δυνάμεων της Εποχής, δηλαδή της Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας, ήταν διακριτώς διφορούμενη, τόσον έναντι της Εθνεγερσίας των Ελλήνων και της ίδρυσης ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους, όσο και έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σε ό,τι αφορούσε τη δική της τύχη, τουλάχιστον ως προς τα όρια περιορισμού της σε σχέση με την τότε κατάστασή της.
1. Για την ιστορική ακρίβεια, καθεμιά από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις έδειχνε, για τα δικά της, βεβαίως, γεωστρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα, αναποφάσιστη για το πώς έπρεπε να συμπεριφερθούν απέναντι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, επιδιώκοντας μεν, όπως ήδη τόνισα, τον περιορισμό της αλλά μη επιθυμώντας, κατά βάθος, την διάλυσή της. Ήταν ακριβώς αυτή η αναποφασιστικότητα -με πιο έντονη εκείνη της Ρωσίας, που είχε περισσότερους λόγους διατήρησης στενότερων δεσμών με την Οθωμανική Αυτοκρατορία- η οποία άφηνε σ’ εκκρεμότητα το ζήτημα της δημιουργίας ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους. Όμως, τα Φιλελληνικά Κινήματα -που ξεπήδησαν ιδίως μετά το Έπος της Ηρωϊκής Εξόδου του Μεσολογγίου- στο εσωτερικό των τριών Μεγάλων Δυνάμεων είχαν πια αποκτήσει μεγάλες διαστάσεις και επιρροή στην κοινή γνώμη, ενώ για την Ρωσία ιδιαίτερο ρόλο έπαιξε το θρησκευτικό συναίσθημα, το οποίο επιζητούσε την υπεράσπιση των Ορθόδοξων εξεγερμένων Ελλήνων.
2. Τα Φιλελληνικά αυτά Κινήματα ενεργοποιήθηκαν ακόμη περισσότερο, όταν μετά το 1825 -και ενώ η Εθνεγερσία των Ελλήνων ήδη παρέπαιε μετά από τόσο σκληρό και μοναχικό απελευθερωτικό αγώνα- εισέβαλε στην καθημαγμένη Ελλάδα, και συγκεκριμένα στην Πελοπόννησο, ο Ιμπραήμ Πασάς, ως απεσταλμένος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για την καταστολή της Ελληνικής Επανάστασης. Οι σφαγές και οι λεηλασίες του στρατού του Ιμπραήμ Πασά, καθώς και η συνακόλουθη πείνα που οδήγησε τους Έλληνες σε κατάσταση λιμοκτονίας, εξήγειραν την συνείδηση των Φιλελληνικών Κινημάτων κυρίως σε Αγγλία και Γαλλία. Οι πολιτικές ηγεσίες των τριών Μεγάλων Δυνάμεων πήραν την απόφαση -έχοντας πια αποδεχθεί και οι ίδιες την βάρβαρη στάση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας- να υπογράψουν, στις 6 Ιουλίου 1827, το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, με το οποίο αποφασίσθηκε η ίδρυση του Ανεξάρτητου Κράτους της Ελλάδας και συμφωνήθηκε να πειθαναγκασθεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία να στέρξει προς τούτο.
Β. Η Ελληνική πλευρά δέχθηκε αμέσως το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, όμως ο Ιμπραήμ Πασάς κωλυσιεργούσε, συνεχίζοντας τις ωμότητες εις βάρος των Ελλήνων, περιμένοντας, δήθεν, οδηγίες από την Κωνσταντινούπολη και την Αίγυπτο. Εκών-άκων, δεσμεύθηκε ότι ο στόλος του δεν θα έβγαινε από τον όρμο της Πύλου.
1. Από την πλευρά τους, οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις απέστειλαν ναυτικές δυνάμεις στην Ανατολική Μεσόγειο για να επιβάλουν την εφαρμογή του Πρωτοκόλλου και της δέσμευσης του Ιμπραήμ Πασά να μην βγάλει τον στόλο του από τον όρμο της Πύλου, όπως προεξέθεσα. Οι Άγγλοι είχαν έναν επί πλέον λόγο συμμετοχής σε αυτή την αποστολή, αφού επιθυμούσαν διακαώς να καταστείλουν και την πειρατεία στην Ανατολική Μεσόγειο, η οποία έπληττε βαρύτατα το εμπόριό τους. Επικεφαλής των τριών Στόλων ήταν, αντιστοίχως, για την Αγγλία ο Αντιναύαρχος Sir Edward Codrnigton, για την Γαλλία ο Υποναύαρχος Henri de Rigny και για την Ρωσία ο Ναύαρχος Heiden. Συμφωνήθηκε δε η ηγεσία και ο συντονισμός των τριών Στόλων ν’ ανατεθεί στον Codrington.
2. Ο Ιμπραήμ Πασάς συνέχισε να μην τηρεί την υποχρέωση διακοπής της σφαγής και των λεηλασιών επί ξηράς, ενώ από τον Σεπτέμβριο του 1827 ο στόλος του άρχισε να βγαίνει προκλητικά εκτός του όρμου της Πύλου και να συγκρούεται, σποραδικά, ιδίως με πλοία του Αγγλικού Στόλου. Μπροστά σε αυτή την έκρυθμη κατάσταση και την συνέχιση της βαρβαρότητας εκ μέρους του Ιμπραήμ Πασά, οι τρεις επικεφαλής των αντίστοιχων Στόλων συμφώνησαν να επέμβουν δυναμικά για να επιβάλουν την τήρηση των συμφωνηθέντων. Επισημαίνεται, ότι ο Codrington είχε την ρητή επίνευση του Πρωθυπουργού του, George Kaning, ο οποίος του είχε αποστείλει την οδηγία: «Εάν δεν εισακουσθεί ο λόγος σας μεταχειρισθείτε τα πυροβόλα».
3. Ο Συμμαχικός Στόλος, ενωμένος, μπήκε στον όρμο της Πύλου στις 20 Οκτωβρίου 1827 και πήρε θέση ναυμαχίας. Ο Τουρκοαιγυπτιακός στόλος, με την ψευδαίσθηση της υπεροχής που διακατείχε τους επικεφαλής του, ξεκίνησε αρχικώς αψιμαχίες και, στην συνέχεια, προέβη σ’ ένα είδος οργανωμένης επίθεσης. Αμέσως, και με άκρως αποτελεσματικό τρόπο, αντέδρασαν ο Αγγλικός και ο Γαλλικός Στόλος, ενώ εγκαίρως μπήκε ύστερα στη Ναυμαχία και η Ρωσική μοίρα. Ως τις 5 το απόγευμα της 20ης Οκτωβρίου 1827, το μεγαλύτερο μέρος του Τουρκοαιγυπτιακού στόλου είχε καταστραφεί ή παραδοθεί, με τεράστιες ανθρώπινες απώλειες. Κατά τον Υποναύαρχο de Rigny, «στην ιστορία δεν υπήρξε μεγαλύτερη καταστροφή στόλου». Αξίζει δε να σημειωθεί στην προκείμενη περίπτωση, ότι η Ναυμαχία του Ναυαρίνου υπήρξε η τελευταία σημαντική ναυμαχία στην Ιστορία με ιστιοφόρα πλοία εξ ολοκλήρου.
Γ. Αποτελεί αναμφισβήτητο ιστορικό γεγονός το ότι η Ναυμαχία του Ναυαρίνου υπήρξε, κατά πάντα, αποφασιστική για την ίδρυση του Νεώτερου Ελληνικού Κράτους.
1. Όμως πρέπει, για λόγους ιστορικής πληρότητας, να υπενθυμίσει κανείς ότι η διστακτικότητα των πολιτικών ηγεσιών των τριών Μεγάλων Δυνάμεων διατηρήθηκε για ένα χρονικό διάστημα. Κατ’ αυτό οι τουρκικές ωμότητες συνεχίσθηκαν και, για τον λόγο αυτόν, χρειάσθηκαν δύο, πρόσθετες, στρατιωτικές παρεμβάσεις καταστολής της. Ήτοι εκείνη της Ρωσίας, μεταξύ 1828-1829, που πήρε μια μορφή Ρωσο-τουρκικού πολέμου. Και εκείνη της Γαλλίας, περίπου την ίδια περίοδο, η οποία έμεινε γνωστή ως «Εκστρατεία στον Μωριά». Μόνον ύστερα από αυτές οι δυνάμεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εγκατέλειψαν την Κεντρική και Νότια Ελλάδα.
2. Από πλευράς Φιλελληνικών Κινημάτων στις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις, ο κύβος είχε ριφθεί. Η εκ μέρους τους απαίτηση ίδρυσης ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους ήταν πια καθολική και επιτακτική. Έτσι φθάσαμε στην υπογραφή, από τις Μεγάλες Δυνάμεις, του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου, στις 3 Φεβρουαρίου 1830, με το οποίο η Ελλάδα ανακηρύχθηκε Ανεξάρτητο και Κυρίαρχο Κράτος. Τα όριά του -επομένως την συνοριακή του γραμμή- όριζαν, προς νότο, οι ποταμοί Αχελώος και Σπερχειός.
-
Η Ναυμαχία του Ναυαρίνου, πέρα από την τεράστια και καθοριστική σημασία της για την τελική ευόδωση της Εθνεγερσίας του 1821 και την ίδρυση του Νεώτερου Ελληνικού Κράτους, εκπέμπει, με ιστορικώς εκκωφαντικό τρόπο, πολλαπλά, πολυπρισματικά και πολύτιμα μηνύματα, που είναι πάντα επίκαιρα και διδακτικά. Αρκούμαι, στο πλαίσιο της σημερινής Επετείου, να επισημάνω τα εξής δύο:
Α. Το πρώτο μήνυμα αφορά τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής μας, και πρωτίστως, την Μεγάλη Ευρωπαϊκή μας Οικογένεια, την Ευρωπαϊκή Ένωση.
1. Και το μήνυμα αυτό συνίσταται στο ότι, όταν πρόκειται για την υπεράσπιση της Ειρήνης και της Δημοκρατίας, μέσω της αντίστοιχης υπεράσπισης της εφαρμογής τους Διεθνούς και της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας, δεν είναι επιτρεπτό να υπάρχουν δισταγμοί και ολιγωρίες. Διότι αυτές οι καταστάσεις -όπως αποδεικνύει και η σημερινή, κρίσιμη, διεθνής συγκυρία- υπονομεύουν την Ειρήνη, καταλύουν την Δημοκρατία και περιθωριοποιούν τον Άνθρωπο και τα Θεμελιώδη Δικαιώματά του. Οι Μεγάλες Δυνάμεις, λοιπόν, και ιδίως η Ευρωπαϊκή Ένωση -λόγω και του πλανητικού της ρόλου, που συνίσταται στην υπεράσπιση των αρχών και αξιών της Ειρήνης, της Δημοκρατίας, της Δικαιοσύνης και των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου- πρέπει να παρεμβαίνουν, ανά πάσα στιγμή, εγκαίρως και αποτελεσματικώς, και να διασφαλίζουν τον πλήρη σεβασμό του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
2. Ειδικότερα δε, ως προς την Μεγάλη Ευρωπαϊκή μας Οικογένεια, την Ευρωπαϊκή Ένωση, θεωρούμε ανεπίτρεπτη για την Ιστορία της, το μέλλον της και την προοπτική της την σημερινή κατάσταση, η οποία καταλήγει στο να μένει ατροφικός ο βασικός, κατά το πρωτογενές Ευρωπαϊκό Δίκαιο, πυλώνας της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Ασφάλειας. Η σύγχρονη Ευρωπαϊκή αλλά και η Παγκόσμια, χαλεπή, συγκυρία καθιστούν αναγκαία την ανάδειξη των πραγματικών δυνατοτήτων αυτού του, τόσο κρίσιμου για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πυλώνα.
Β. Από εδώ, την Πύλο, κατ’ αυτή την Επέτειο στέλνουμε προς την γείτονα Τουρκία το μήνυμα:
1. Εμάς, τους Έλληνες, το παρελθόν μας διδάσκει όχι την διχόνοια και την εκδίκηση, αλλά την ανάγκη εμπέδωσης της φιλίας και της ειρηνικής συνύπαρξης. Τούτο, όμως, προϋποθέτει τον εκ μέρους της Τουρκίας πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του συνόλου του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, πολλώ μάλλον όταν από τον σεβασμό αυτόν εξαρτάται και η Ευρωπαϊκή της προοπτική.
2. Επίσης, διαμηνύουμε προς την Τουρκία ότι εμείς, οι Έλληνες, αν χρειασθεί θα επιβάλλουμε τον πλήρη και ειλικρινή σεβασμό του συνόλου του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, έχοντας μάλιστα και την στήριξη των Συμμάχων μας στο ΝΑΤΟ και των Εταίρων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και θα το πράξουμε υπό όρους αρραγούς ενότητας, όπως το έχουμε αποδείξει κάθε φορά που υπερασπιζόμαστε τα Εθνικά μας Θέματα και τα Εθνικά μας Δίκαια.
Κύριε Δήμαρχε,
Με τις σκέψεις αυτές σας ευχαριστώ, εκ νέου, θερμώς για την τιμή, την οποία μου περιποιήσατε με το να βρίσκομαι σήμερα στην Πύλο, στο Ναυαρίνο.. Να είσθε βέβαιος ότι θα πράξω ό,τι μου αναλογεί, προκειμένου να φανώ αντάξιος αυτής της τιμής, υπερασπιζόμενος, στο ακέραιο, την Πατρίδα μας και τα συμφέροντα του Λαού μας και του Έθνους μας.